Το ιστολόγιο της Αγγελικής Π. Σούλη

Η καταγραφή των αναγνώσεων αυτών ξεκίνησε από την επιθυμία μου να μην ξεχασθούν ιδέες και συναισθήματα που κάποτε με είχαν συγκινήσει.
Γράφοντας συνειδητοποίησα ότι ο χρόνος που αφιέρωνα στην ανάλυση, σύνθεση, αξιολόγηση του έργου, μου χάριζε ένα αίσθημα δημιουργίας.
Η επαγγελματική μου απασχόληση (φιλόλογος) μου έδωσε τα κίνητρα και τα μέσα για αυτές τις αναγνώσεις. Κι έτσι με συνεπήρε το ταξίδι της ανάγνωσης και της γραφής!
Κι ανοίχτηκε μπροστά μου ένας ολόκληρος κόσμος, σχεδόν ανεξερεύνητος,της δημιουργικής ανάγνωσης και γραφής.
"Η ανάγνωση δεν μπορεί να είναι ούτε μία ούτε άπειρες" όπως τονίζει ο Ουμπέρτο Έκο, αφού η υποκειμενική ερμηνεία του γράφοντος πρέπει να δένει με τους περιορισμούς που θέτει το κείμενο.

Και μια διευκρίνιση:
Καμμιά ανάγνωση δεν μπορεί να αντικαταστήσει το ίδιο το βιβλίο αλλά μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο ανάμεσα στον αναγνώστη και στο βιβλίο φωτίζοντας το, κάνοντας το πιο κατανοητό και καλλιεργώντας συγχρόνως τη φιλαναγνωσία.



Παρασκευή 6 Ιανουαρίου 2023

ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΟ ΚΡΑΤΟΣ - Κυριαρχία, Δίκαιο, Δικαιώματα, Δημήτρης Χριστόπουλος, Εκδ. Πόλις, 2022


Εισαγωγή
Στις σημερινές συνθήκες που ζούμε, όπου το Κράτος Δικαίου και το Δημοκρατικό πολίτευμα πλήττονται όλο και περισσότερο ενώ όροι σαν τη μετα-δημοκρατία έχουν εισέλθει στο λεξιλόγιο μας, το βιβλίο "Ταξίδι στο Κράτος" του Δημήτρη Χριστόπουλου, καθηγητή Πολιτειολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, αποκτά μεγάλη επικαιρότητα. Το κράτος που γνωρίζαμε και που σήμερα απειλείται, γεννήθηκε στην Ευρώπη κατά τα νεωτερικά χρόνια και χρειάστηκαν σχεδόν 500 χρόνια για να αναπτυχθεί και να συμπεριλάβει στις αρμοδιότητες του να προστατεύει το σύνολο των πολιτών του!
Κι αυτό επετεύχθη επειδή στηρίχθηκε στην έννοια του Δικαίου που πηγάζει από τους ανθρώπους για τους ανθρώπους και δημιούργησε τους κατάλληλους θεσμούς για να το κατοχυρώσει ανεξάρτητα από ποιος κυβερνά. Με άλλα λόγια οι άνθρωποι στα νεωτερικά χρόνια εκ-λογίκευσαν τη φύση της εξουσίας και αρνήθηκαν τη θεϊκή προέλευση της άρα μπόρεσαν έτσι να αμφισβητήσουν και να αντισταθούν στην εξουσία που γίνεται καταπιεστική, βίαιη και άδικη! Έτσι η συγκρότηση του σύγχρονου κράτους έφερε μαζί του τα αιτήματα για ελευθερία, ισότητα, περιορισμό των αυθαιρεσιών της εξουσίας, κατοχύρωση της δημοκρατίας, ανθρώπινα δικαιώματα κλπ
Προηγουμένως - εκτός ελάχιστων εξαιρέσεων πχ αρχαία Αθήνα - οι κάθε λογής ηγεμόνες από το φύλαρχο ως τους βασιλιάδες συμπεριλαμβανομένων και των θρησκευτικών ηγετών επέβαλαν την εξουσία τους σχεδόν προσωπικά, εν ονόματι της  θρησκευτικής προέλευσης της, χωρίς να ελέγχονται από κανέναν, χωρίς να μεσολαβούν μεταξύ αυτών που ασκούσαν εξουσία και του λαού-πλήθους οι θεσμοί που στηρίζουν  το Δημοκρατικό πολίτευμα!
Πώς λοιπόν αυτό το Κράτος Δικαίου, όπως χαρακτηρίστηκε κατά τον 20ο αιώνα, να μη γίνει υπόδειγμα για όλα σχεδόν τα κράτη της γης, που δημιουργήθηκαν έκτοτε;
Ενδιαφέρον προκαλούν οι διάφορες μεταμορφώσεις - φάσεις του κράτους αυτού που ενώ ξεκινά ως δημιούργημα της αστικής τάξης, γίνεται αργότερα υπόθεση του έθνους και εκφράζεται στην αρχή απολυταρχικά, αργότερα φιλελεύθερα-δημοκρατικά με σύνταγμα και κοινοβούλιο, για να καταλήξει στο γνωστό κοινωνικό κράτος μετά το Β΄Παγκόσμιο πόλεμο). Όμως για τον νεοφιλελευθερισμό του 21ου αιώνα και την επικράτηση των Αγορών φαίνεται ότι το κράτος αυτό αποτελεί εμπόδιο και η συρρίκνωση κάθε κρατικής-δημόσιας επέμβασης συρρικνώνεται υπέρ της ιδιωτικής πρωτοβουλίας.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Η νέα αντίληψη για το νεωτερικό κράτος εμφανίστηκε τον 16ο -18ο αι. κατά την Αναγέννηση και το Διαφωτισμό στη Δυτική και Κεντρική Ευρώπη. Η διαφθορά της Παπικής Εκκλησίας (έκλυτη ζωή Πάπα, συγχωροχάρτια...) το νέο πνεύμα  της  Μεταρρύθμισης που έφερε ο Προτεσταντισμός, οι Θρησκευτικοί Πόλεμοι που ακολούθησαν και συντάραξαν την Ευρώπη επί έναν αιώνα, και οι  καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής που εδραιώνονταν τότε, ζητούσαν την αποδέσμευση τους από τη θρησκευτική εξουσία καθώς κι από τις  φεουδαρχικές σχέσεις υποτέλειας των ανθρώπων, επειδή εμπόδιζαν την ανάπτυξη τους. Έτσι εμφανίστηκαν οι πρώτοι κοσμικοί ηγεμόνες που διεκδικούσαν να είναι ανεξάρτητοι στην περιοχή που όριζαν. Μαζί τους αρκετοί διανοητές της εποχής  έχοντας ως παράδειγμα την αρχαία Πόλη-Κράτος και το Ρωμαϊκό Δίκαιο στοχάζονταν για τη φύση και το σκοπό αυτού του νέου κράτους, που επιδίωκαν να δημιουργηθεί. Πρωτοπόρος είναι ο Μακιαβέλι που το 1513 γράφει το πασίγνωστο έργο του «Ο Ηγεμών», ακολουθούν  οι Διαφωτιστές π.χ Χομπς, Τζων Λοκ, Ρουσσώ ενώ οι επαναστάσεις (Αγγλική, Αμερικάνικη, Γαλλική) έδωσαν τη χαριστική βολή στο παλιό καθεστώς κι έτσι το νεωτερικό κράτος απόκτησε σάρκα και οστά. ενώ κατά βάθος είναι αστικό κι εθνικό εκφράζεται αρχικά απολυταρχικά, αργότερα φιλελεύθερα για να καταλήξει στο κράτος δικαίου στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, αφού δοκιμάστηκε πρώτα, στην περίοδο του μεσοπολέμου, από τη «θεωρία της απόφασης σε έκτακτη ανάγκη». 
Αυτό το ταξίδι στο κράτος είναι συγχρόνως όμως και ένα ταξίδι στον κόσμο των λέξεων-εννοιών, ως όρων της πολιτικής,  που χρησιμοποιούμε ως σήμερα: κράτος, κυριαρχία,  έδαφος- επικράτεια, λαός- πληθυσμός- έθνος, Σύνταγμα, Δικαιώματα, κράτος δικαίου κλπ. Ο συγγραφέας επιμένει πολύ στην κατανόηση της σημασίας των λέξεων αυτών, επειδή βοηθούν στην εμβάθυνση της έννοιας του κράτους και της διττής φύσης της εξουσίας του: η οποία πότε δείχνει το καλό της πρόσωπο φροντίζοντας τους υπηκόους του, πότε όμως φέρεται βάναυσα και βίαια  προς αυτούς. Πρώτος ο Μακιαβέλι συνέλαβε και πρόβαλε αυτή τη διττή φύση του κράτους κατανοώντας ότι είναι μάλιστα αναγκαία για την ύπαρξη του. Τον Κένταυρο λοιπόν, αυτό το μυθικό τέρας που ήταν μισός άνθρωπος και μισό ζώο,  επέλεξε ως σύμβολο του νεωτερικού κράτους και της κυριαρχίας του! Αργότερα προστέθηκε και η παρομοίωση του με τον Ιανό το θεό με τα δυο πρόσωπα. «Οι δίκοπες έννοιες είναι εμμονή μου», αναφέρει ο συγγραφέας σε μια συνένετευξη του. Για παράδειγμα, η λέξη «έθνος» που σημαίνει μια κοινότητα ανθρώπων, η οποία μπορεί συγχρόνως  α. να ενσωματώνει και να συνέχει ανθρώπους στην ίδια κοινότητα αλλά β. και να αποκλείει άλλους ανθρώπους από αυτή.  Γι αυτό δηλώνει ότι τον ίδιο τον εκφράζει περισσότερο το πολιτικό έθνος κι όχι το φυλετικό.
Τελικά ο συγγραφέας χρησιμοποιεί μια απλή γλώσσα αποφεύγοντας το καθαρά επιστημονικό ιδίωμα για να μπορεί να προσεγγίσει το μέσο αναγνώστη και να τον «διαπαιδαγωγήσει» ως πολίτη στην έννοια του κράτους, που δημιουργήθηκε για να προσφέρει ειρήνη κι ασφάλεια στους πολίτες του.  Επίσης δεν μπορεί να μη σκέπτεται τη μορφή που μπορεί να πάρει το σημερινό κράτος στο μέλλον, έχοντας υπόψη του τις πολλαπλές κρίσεις και την αβεβαιότητα που χαρακτηρίζουν την  εποχή μας. Μήπως η ζωώδης φύση του  Κενταύρου  υπερτροφήσει  περιορίζοντας την ανθρώπινη φύση του ή το αντίθετο; Το είδος της κυριαρχίας που ασκεί το κράτος δεν εξαρτάται όμως μόνο από τους ασκούντες την κυριαρχία αλλά κι από τη συναίνεση ή όχι των κυριαρχούμενων απέναντι στο  είδος της  κυριαρχίας,  που τους επιβάλλεται, καταλήγει!
 
ΜΕΡΟΣ Α΄
ΤΑ ΤΡΙΑ ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Ξεκινώ με μια προσωπική εμπειρία, που στο βιβλίο αναπτύσσεται στο δεύτερο κεφάλαιο, σχετικά με τα απαραίτητα στοιχεία που απαιτούνται για να δημιουργηθεί ένα κράτος. Ένας μαθητής του Δημοτικού στα πλαίσια του εορτασμού των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση  με ρώτησε εκπλήσσοντας με: Κυρία, πώς φτιάχνεται ένα κράτος; (εν προκειμένω το ελληνικό).  Κι εγώ όσο πιο απλά μπορούσα του απάντησα: Χρειάζεται να υπάρχουν τρία πράγματα : πρώτα απ΄ολα ένας λαός, που να θέλει να αγωνιστεί για να αποκτήσει δικό του κράτος. Δεύτερο μια γη συνήθως αυτή που κατοικεί και που τη θεωρεί δική του για να φτιάξει εκεί το κράτος του. Τρίτον  να διαλέξει σε ποιους ανθρώπους από το λαό θα δώσει τη δύναμη, την εξουσία ώστε να κυβερνούν αυτό το κράτος και με ποιο τρόπο.  
Κατάλαβες λοιπόν γιατί ο ελληνικός λαός επαναστάτησε; Για να διώξουν τους Τούρκους κατακτητές από τα εδάφη, που οι Έλληνες  κατοικούσαν αιώνες τώρα για να φτιάξουν εκεί  το κράτος τους, που θα το κυβερνούν οι ίδιοι. Συγχρόνως όμως το νέο αυτό κράτος τους έπρεπε να αναγνωριστεί   και από τα υπόλοιπα κράτη της γης, γιατί κανένα κράτος δεν ζει απομονωμένο από τον υπόλοιπο κόσμο.  Στόχοι όλοι, πολύ δύσκολοι, που τους μαθαίνετε στο σχολείο:  ως στρατιωτικά γεγονότα και  ως πολιτικά γεγονότα. Και τα πολεμικά γεγονότα, μάχες-ναυμαχίες, τα καταλαβαίνετε εύκολα. Τα πολιτικά όμως είναι πιο δύσκολα, γιατί ασχολούνταν πως να οργανώσουν το μελλοντικό ελληνικό κράτος. 
Πώς λοιπόν θα συμφωνούσαν μεταξύ τους ή έστω η πλειοψηφία των Ελλήνων , αφού μέσα σε έναν λαό δεν σκέπτονται όλοι το ίδιο ούτε έχουν τα ίδια οικονομικά συμφέροντα; Κάποιοι λίγοι (κυβέρνηση) έπρεπε να κάνουν κουμάντο σε αυτό το κράτος, να το διευθύνουν, ενώ οι υπόλοιποι (λαός) έπρεπε να υπακούουν σε αυτούς τους λίγους. Και εδώ ακριβώς έγκειται η σημασία και η αξία της πολιτικής: πώς θα λύνονται τα κοινά προβλήματα μιας κοινότητας ανθρώπων ή και περισσοτέρων κοινοτήτων που όλοι δεν έχουν τα ίδια συμφέροντα κι απόψεις; Πώς θα λύνονται όταν αυτά συγκρούονται; Με συμβιβασμούς ή με τη βία; Με γνώμονα το κοινό καλό ή το συμφέρον ορισμένων ατόμων ή ομάδων; 
      Και οι ‘Ελληνες ενώ συμφώνησαν σε πολλά,  δυστυχώς μάλωσαν μεταξύ τους και χωρίστηκαν στα δυο μέχρι που πήραν  τα όπλα οι μεν εναντίον των δε! Έτσι η επανάσταση πήγαινε να σβήσει αλλά επενέβησαν οι Μεγάλες Δυνάμεις, - που για τα δικά τους συμφέροντα - είχαν σπρώξει εμάς προηγουμένως να μαλώσουμε - και τελικά η Επανάσταση σώθηκε. Μπερδεμένα σου φαίνονται; Έτσι φαντάζουν στην πολιτική, ενώ κατά βάθος είναι απλά, όταν κάποιος μελετήσει την Ιστορία!     
     
Ας δούμε λοιπόν τα τρία πρωταρχικά συστατικά του κράτους μέσα από τη ματιά  της επιστήμης της πολιτειολογίας.
Α. Λαός και έθνος: το έμψυχο κράτος
Β. Επικράτεια: Η ιερή γη του κράτους
Γ.Κυριαρχία : η μήτρα του κράτους και του δικαίου.

ΛΑΟΣ-ΕΘΝΟΣ=ΤΟ ΕΜΨΥΧΟ ΚΡΑΤΟΣ
Στην πρώτη ενότητα το έμψυχο κράτος είναι ο ίδιος  ο λαός του κράτους,  ο κατεξοχήν αυτοδημιούργητος πρωταγωνιστής της πολιτικής ιστορίας του. Όλα από το λαό  ξεκινούν και όλα σε αυτόν καταλήγουν. “We  the People” «Εμείς είμαστε ο λαός» οι τρεις διάσημες λέξεις με τις οποίες ξεκινά το Αμερικάνικο Σύνταγμα τονίζουν το ρόλο του λαού που χωρίς αυτόν δεν θα είχε ξεκινήσει η Επανάσταση τους, ο Αγώνας της ανεξαρτησίας, η δημιουργία του κράτους και του Συντάγματος τους.
Και τι εννοούμε με τη λέξη λαός και κατά πόσο αυτός διαφοροποιείται από τις συγγενείς έννοιες του πληθυσμού και του έθνους;  
Στην καθομιλουμένη ο λαός και οι παράγωγες λέξεις από αυτόν  χρησιμοποιούνται με πολλές σημασίες κι ασαφείς πολλάκις μεταξύ τους. Με την πλατιά όμως πολιτική σημασία  ως λαός ορίζεται ως  το σύνολο των ανθρώπων που κατέχουν την  ιθαγένεια του κράτους στο οποίο ανήκουν, ενώ με την πιο στενή ορίζεται το σύνολο των πολιτών ενός κράτους, που είναι γραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους του κράτους κι έχουν δικαίωμα ψήφου. Επίσης ο λαός δεν ταυτίζεται με τον πληθυσμό μιας χώρας δηλαδή αυτών που κατοικούν μόνιμα ή ημι-μόνιμα σε ένα κράτος ούτε με το έθνος δηλαδή την κοινότητα ανθρώπων που αισθάνονται αλληλέγγυοι μεταξύ τους γιατί έχουν συνείδηση κάποιων στοιχείων που τους ενώνουν και συγχρόνως τους διαφοροποιούν από άλλες κοινότητες. Οι έννοιες όμως λαός, πληθυσμός και έθνος, αν και διαφέρουν, μπορεί και να αλληλοκαλύπτονται περισσότερο ή λιγότερο ανάλογα το άτομο. Μπορεί κάποιος να είναι κάτοικος Νέας Υόρκης, Έλληνας στην εθνικότητα,  και Αμερικανός πολίτης.
Στη συνέχεια ο συγγραφέας αφού αναλύει την έννομη τάξη που ισχύει στα κράτη σχετικά με την απόκτηση ιθαγένειας, το δικαίωμα ψήφου, τις μειονότητες, κλπ. καταλήγει  ότι όχι μόνο ο λαός δημιουργεί το κράτος του αλλά και το κράτος «διαλέγει» το λαό του με το να τους παρέχει δικαιώματα πολιτικά και κοινωνικά  προστατεύοντας τον, αποκλείοντας όμως  από αυτό, όσους δεν τηρούν τις προϋποθέσεις που το ίδιο ορίζει για να είναι υπηκόοι και πολίτες του. Διαφορετικά αισθάνεται ότι κινδυνεύει η κυριαρχία του στην επικράτεια του.
Όσον αφορά την ιθαγένεια ή υπηκοότητα τονίζει ότι  η απόκτηση της -είτε εξ αίματος με τη γέννηση παιδιών από γονείς με την ίδια ιθαγένεια είτε δια του δικαίου του εδάφους, αν γεννηθούν σε κράτος που ισχύει το δίκαιο αυτό είτε με τη δύσκολη αναγνώριση της σε μετανάστες και πρόσφυγες  ανάλογα τα έτη παραμονής σε μια χώρα, φοίτησης  σε σχολεία – είναι πολύ σημαντική για την επιβίωση και την αξιοπρέπεια κάθε ανθρώπου. Ο αν-ιθαγενής αλλοδαπός πρόσφυγας που δεν έχει πατρίδα να τον προστατεύει στοιχειωδώς, διωγμένος από την εστία του είναι πολύ ευάλωτος,  χάνει την ιδιότητα όχι μόνο του πολίτη αλλά συχνά και του ανθρώπου χωρίς δικαιώματα!   Σήμερα το νεωτερικό κράτος καλείται να δώσει λύσεις στα  προβλήματα που δημιουργούνται με τον ερχομό  μεγάλων κυμάτων μεταναστών και προσφύγων και την παραμονή τους στα κράτη στα οποία καταφθάνουν.   Οι επικρατέστερες λύσεις που εφαρμόζει το κράτος, ανάλογα το είδος κυριαρχίας που ασκεί, είναι είτε ο αποκλεισμός τους από το κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο βρέθηκαν είτε η ενσωμάτωση – ενταξη – αφομοίωση των πληθυσμών  αυτών στο  κράτος που τους φιλοξενεί. Το κράτος Κένταυρος πότε δείχνει τη ζωώδη κυριαρχία του, πότε την πιο ανθρώπινη, προσπαθώντας να διατηρήσει πάντα όμως  την κυριαρχία του.
             Αν και στο ξεκίνημα της δημουργίας του νεωτερικού κράτους πρωτοστάτησε η αστική τάξη  με σύμμαχο το βασιλιά στη συνέχεια μαζί της συστρατεύεται ολόκληρος ο λαός –έθνος.  Το «έθνος» λειτουργεί ως η μαγική λέξη, αναφέρει ο συγγραφέας, που κινητοποιεί τους  λαούς  σε αγώνες απελευθερωτικούς κατά των ξένων κατακτητών της πατρίδας τους ή κατά των αναχρονιστικών φεουδαρχικών δομών της κοινωνίας τους ή κατά απολυταρχικών  αυτοκρατόρων που τους κυβερνούν. Το έθνος γεννιέται όταν ένας λαός αποκτά συνείδηση του κοινού σκοπού που τους ενώνει επιδιώκοντας να βελτιωθεί η ζωή τους, και συγχρόνως  ανακαλύπτουν  κι άλλα στοιχεία που τους ενώνουν. Η συνείδηση αυτή κατακτήθηκε ιστορικά πρώτα από τους πλούσιους αστούς  και τους λογίους και στη συνέχεια διαδόθηκε στο λαό. Αν και οι αντιλήψεις για το έθνος επιστημονικές και μη είναι πολλές και διαφοροποιημένες μεταξύ τους, εν τούτοις η λέξη αυτή έχει κινητοποιήσει τον πλανήτη  τα τελευταία διακόσια χρόνια και για χάρη του έθνους έχουν σκοτωθεί εκατομμύρια άνθρωποι! Και δεν έχει τόση σημασία ο  ακριβής ορισμός ενός έθνους αλλά τί πιστεύουν οι ίδιοι οι άνθρωποι για το έθνος τους. Το σίγουρο είναι ότι αυτή  η κοινότητα αλληλεγγύης σφυρηλατείται μέσα από την πεποίθηση τους ότι ο φυσικός χώρος τους, η στέγη που τους προστατεύει είναι η απόκτηση δικού τους κράτους. Έθνος εκτός του εθνικού του κράτους αισθάνεται ανέστιο, αδικαίωτο, αλύτρωτο. Έτσι δικαιολογείται η συμπάθεια για λαούς-έθνη που στερούνται δικού τους κράτους π.χ Παλαιστίνιοι, Κούρδοι ...
Αυτό που αξίζει να προσέξουμε επίσης είναι η διακριση μεταξύ φυλετικού και πολιτικού έθνους. Στο φυλετικό έθνος προτάσσεται ως αποκλειστικό κριτήριο αλληλεγγύης κι ενότητας η καταγωγή των ανθρώπων, πολλοί εκ των οποίων την ανάγουν σε λαούς αρχαίους ή μεσαιωνικούς και η πολιτισμική τους παράδοση, γι αυτό χαρακτηρίζεται και ως  πολιτισμικό  έθνος.  Υπάρχει όμως και η πολιτική αντίληψη περί έθνους, που προτάσσει τους δεσμούς αλληλλεγγύης ανθρώπων που ζουν μαζί,  την κοινή θέληση τους να ανήκουν σε αυτό και είναι ενωμένοι σε κοινούς εθνικούς σκοπούς   ανεξάρτητα από την καταγωγή τους.  Το φυλετικό έθνος κοιτάει προς το παρελθόν του, το πολιτικό έθνος κοιτάει προς το μέλλον του.  Το κατέξοχήν πολιτικό έθνος είναι αυτό των Η.Π.Α που δημιουργήθηκε από μετανάστες που κατέφθαναν εκεί, ελπίζοντας στο αμερικάνικο όνειρο που τους υποσχόταν το κράτος των ΗΠΑ. «Από ξένοι έγιναν έθνος» αυτή είναι η επιτυχία του πολιτικού έθνους και μάλιστα χωρίς η κάθε ομάδα μεταναστών με κοινή καταγωγή να χάνει την εθνική της παράδοση που της επιτρέπεται να τη διατηρεί και να τη γιορτάζει επίσημα. Έτσι  συγκροτήθηκαν οι ιδιαίτερες κοινότητες μεταναστών στις ΗΠΑ πχ η Ελληνική Ομογένεια κι άλλες. 
Ο συγγραφέας αναλύοντας το έθνος και τη διττή φύση του ως κοινότητα ενσωμάτωσης κι ενότητας ανθρώπων αλλά και ως κοινότητα που αποκλείει λίγο ή περισσότερο τις μειονότητες που κατοικούν στο ίδιο κράτος  ή φέρεται ρατσιστικά σε αλλοεθνείς θέτει το ερώτημα: πόσο φυλετικό ή πολιτικό έθνος αντέχουμε ή θέλουμε να έχουμε; Και φέρνει παραδείγματα π.χ  από την πολιτική των Γάλλων απέναντι στους Άραβες κατοίκους του Παρισιού και προερχομένους από τις πρώην γαλλικές αποικίες τους, ή των ΗΠΑ απέναντι στους Αφροαμερικανούς κλπ που θεωρούνται πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Σήμερα στην εποχή της παγκοσμιοποίησης το έθνος-κράτος απειλείται ως εμπόδιο στην επικράτηση των αγορών παγκόσμια αλλά οι λαοί το βλέπουν ως μια άγκυρα βεβαιότητας κι ασφάλειας  γι αυτούς. 
         Το θέμα του αποκλεισμού και της συμπερίληψης (ενσωμάτωσης...) αλλοεθνών ανθρώπων σε ένα κράτος απασχολεί πολύ τον συγγραφέα κι αφιερώνει το τρίτο κεφάλαιο του βιβλίου του, χαρακτηρίζοντας τα θέματα αυτά ως τη πεμπτουσία του πολιτικού.  Με άλλα λόγια: τα κράτη ποιούς θέλουν και ποιούς δεν θέλουν να ζουν στο έδαφος τους;  
Ο συγγραφέας ξεδιπλώνει όλες τις παραλλαγές του αποκλεισμού: από τη γενοκτονία και την εθνοκάθαρση μέχρι την έξωση, το διωγμό με τη μορφή της εξορίας (για πολίτες του) και τη μορφή της απέλασης και των επαναπροωθήσεων (για πρόσφυγες) καταφεύγοντας τελευταία και στην ανέγερση ψηλών τειχών ή ακόμα και στην γκετοποίηση μειονοτήτων δηλαδή την περιχαράκωση τους  μέσα σε  μια περιοχή ζώντας απομονωμένοι από την υπόλοιπη κοινωνία.
Από την άλλη το κράτος έχει καταλάβει ότι μια πολιτική που σέβεται το συνάνθρωπο είναι πιο αποτελεσματική και συμφέρουσα γι αυτό. Έτσι προωθεί μηχανισμούς ένταξης ήπιους και πιο δραστικούς. Το ζητούμενο είναι η ένταξη να γίνεται με τέτοιο τρόπο που να ωφελεί το κράτος αλλά και να μη καταπιέζει αυτούς που εντάσσονται σεβόμενο την αλλοεθνή ταυτότητα τους, την οποία δεν θέλουν να χάσουν. Κάτω από αυτή την οπτική αναγνωρίζει κάποια δικαιώματα στους ξένους προσπαθώντας να βρει μια ισορροπία στις σχέσεις  των αλλοεθνών με το κράτος . Οι  Η.Π.Α είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα έθνους που λόγω της πολιτικής του προέλευσης επιτρέπει επίσημα τη θρησκευτική λατρεία, εκμάθηση μητρικής γλώσσας, τέλεση εθνικών γιορτών και παραδόσεων σε ομογένειες, όπως την ελληνική, ιταλική κλπ. Παρόλα αυτά όμως ότι ο ανθρώπινος τύπος που κυριαρχεί στο κράτος τους  είναι αυτός του λευκού, Αγγλοσάξονα κι όχι του αφροαμερικανού ή προερχόμενου από Λατινική Αμερική, που τελευταία δυστυχώς δέχονται διωγμό. 

Η ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑ: Η ΙΕΡΗ ΓΗ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ  
Επικράτεια ονομάζεται το έδαφος, ο τόπος του κράτους. Χωρίς τόπο το κράτος δεν είναι νοητό, γι αυτό υπερασπιζόμαστε τα εδάφη της πατρίδας μας δίνοντας ακόμα και τη ζωή μας, αν χρειαστεί.  Το έδαφος της επικράτειας δεν αγοράζεται ούτε πωλείται και με την πλατιά έννοια αυτό συμπεριλαμβάνει και τις θάλασσες του, αν έχει,  και τον εναέριο χώρο πάνω από αυτά. Τα εδάφη αυτά είναι ιερά, γιατί είναι το σπίτι μας, η εστία μας που εκεί  ζούμε προσφέροντας μας ασφάλεια!   Η μετάβαση από την προσωπική ιδιοκτησία του φεουδάρχη στην κρατική γη εμφανίστηκε δειλά κατά τον 13ο αιώνα, όπου η οριοθέτηση των πρώτων συνόρων του ήταν ρευστή. Αργότερα αυτά αποτυπώθηκαν σε χάρτες, όπου τα βουνά, ποτάμια και λίμνες αποτέλεσαν τα φυσικά όρια των επικρατειών. Αρκετά αργότερα, όταν εμφανίστηκε η επιστήμη της τοπογραφίας τα σύνορα ενός κράτους χαρτογραφήθηκαν με ακρίβεια σε πολιτικούς και γεωγραφικούς χάρτες!  
      Συμβαίνει όμως κάποτε τα εδάφη ενός κράτους να αμφισβητηθούν  από εξωτερικούς εχθρούς δεχόμενοι  πόλεμο ή από εσωτερικούς αμφισβητίες ώστε να μη μπορεί το κράτος να επιβάλλει την κυριαρχία του στα μέρη αυτά, συνήθως σε δύσβατες περιοχές. Έχουμε πολλά παραδείγματα τέτοιων περιπτώσεων από παλιά ως σήμερα,  όπου πειρατές, ληστές, αντάρτες πόλεων, κι ακόμα  το  οργανωμένο έγκλημα σε Μαφίες πχ σε καρτέλ ναρκωτικών στη Λατινική Αμερική διαφεντεύουν ως κράτος εν κράτει. Μια ξεχωριστή περίπτωση είναι οι εμφύλιοι πόλεμοι απομονώνοντας τμήματα μιας επικράτειας μέχρι να λήξουν υπερ ή κατά της κυρίαρχης εξουσίας.      
Ο συγγραφέας στη συνέχεια στέκεται στην περίπτωση της Ελλάδας, που είναι από τα κράτη που έχει πετύχει εθνική ομογενοποίηση στην επικράτεια του για διάφορους λόγους, που αναλύει στη συνέχεια. Ιδιαίτερη μνεία γίνεται για τα  το είδος της κυριαρχίας που ασκεί το ελληνικό κράτος με βάση το Διεθνές Δίκαιο στα θαλάσσια σύνορα του. Αυτά διακρίνονται στην αιγιαλίτιδα ζώνη ή χωρικά ύδατα που περιβάλλει τη στεριά και εκτείνεται ως 12 ναυτικά μίλια από αυτή και ασκείται «πλήρης κυριαρχία». Στην υφαλοκρηπίδα που ξεκινά από το τέλος των χωρικών υδάτων μέχρι τα 200 ναυτικά μίλια, εφόσον δεν συναντά άλλο κράτος, περιλαμβάνει το βυθό και το υπέδαφος, το κράτος έχει «κυριαρχικά δικαιώματα» δηλαδή μπορεί να  εκμεταλλευτεί οικονομικά τις πλουτοπαραγωγικές πηγές του. Στην οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας βρίσκεται η διαφορά μας με την Τουρκία, επειδή η απόσταση μεταξύ ελληνικών και τουρκικών ακτών είναι μικρότερη των 200 ναυτικών μιλίων και η Τουρκία δεν αναγνωρίζει νόμιμη αξίωση για υφαλοκρηπίδα στα ελληνικά νησιά μας. Βέβαια η Τουρκία τα τελευταία χρόνια έχει διατυπώσει κι άλλα θέματα διαφωνίας με την Ελλάδα, γκρίζες ζώνες κυριαρχίας, αποστρατιωκοποίηση νησιών Αιγαίου. Τρίτον στην  Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη –ΑΟΖ- η οποία περιλαμβάνει την υφαλοκρηπίδα με τη θάλασσα που βρίσκεται από πάνω της. Κι αφού δεν έχει οριοθετηθεί η υφαλοκρηπίδα μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας δεν έχει οριοθετηθεί ούτε η ΑΟΖ μεταξύ τους.  

ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ, Η ΜΗΤΡΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
Η ξακουστή, η διαβόητη κυριαρχία είναι η εξουσιαστική δύναμη που γεννιέται μαζί με το κράτος κι απλώνεται σε όλη την επικράτεια του, και είναι το κατ΄εξοχήν θεμέλιο του κράτους. Η κυριαρχία είναι μια έννοια στην οποία συναντιέται η πολιτική και η νομική σκέψη, διότι η δύναμη αυτή μπορεί να κυβερνά το κράτος και να παράγει το γραπτό Δίκαιο του. Η έννοια της κυριαρχίας του κράτους κυοφορήθηκε επί μακρόν κατά τον 16ο και 17ο αιώνα, γεννήθηκε κατά τον 18ο αι, εδραιώθηκε κατά τον 19ο αι. και θέριεψε εκτός ελέγχου τον 20 αι. αναφέρει ο συγγραφέας προσπαθώντας να οριοθετήσει τις μεταμορφώσεις της κυριαρχίας.                                  
Έχει αναφερθεί ότι ο 16ος και 17ος αιώνας έφεραν πολλές αλλαγές στην Ευρώπη.  Αποδίδοντας  συνοπτικά το κλίμα που επικρατούσε στην Δυτική Ευρώπη κατά τη χαραυγή των νεωτερικών χρόνων, παραθέτω υπογραμμισμένους τους τίτλους των ενοτήτων που δίνει ο συγγραφέας στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου του, και επεξηγώ κατά το δυνατόν.
Πρώτα απ’ όλα ο κόσμος ήθελε διακαώς «Να τελειώσουνε οι Θρησκευτικοί πόλεμοι» που συντάραξαν την Ευρώπη περίπου έναν αιώνα (1562 – 1651), στη Γαλλία, (χιλιάδες Ουγενότοι-Προτεστάντες σφαγιάστηκαν από τους Καθολικούς), στην Αγγλία οι εμφύλιοι πόλεμοι (1640-1651), στη Κεντρική Ευρώπη ο 30ετής πόλεμος. Βέβαια είχε προηγηθεί η Θρησκευτική «Μεταρρρύθμιση» με επικεφαλής τον Λούθηρο, που αμφισβητήθηκε η διεφθαρμένη Παπική εξουσία από τους Διαμαρτυρόμενους–Προτεστάντες. Πίσω όμως από τους πολέμους αυτούς υπόβοσκαν  κοινωνικά αίτια που ζητούσαν τη χειραφέτηση τους από τη θρησκευτική εξουσία του Πάπα που ήθελε να κυβερνά και τα επίγεια!     
Δεύτερον, μετά τις μεγάλες γεωγραφικές Ανακαλύψεις και την ανάπτυξη του εμπορίου, μια νέα κοινωνική τάξη κάνει αισθητή πια την παρουσία της, η αστική, που επικεντρώνεται στην αύξηση των κεφαλαίων της για να επεκτείνει τις οικονομικές δραστηριότητες της. «Να γεννήσουμε κι άλλα κεφάλαια» κράτος, δίκαιο, ιδιοκτησία, την εποχή της εκκοσμίκευσης διατυμπανίζεται φανερά και κρυφά. Να συγκεντρώσουμε πολλά χρήματα για να τα επενδύσουμε σε παραγωγικές δραστηριότητες οι οποίες με τη σειρά τους θα μας αποφέρουν περισσότερα χρήματα απ΄όσα επενδύσαμε κ.ο. Έτσι δημιουργούνται Τράπεζες, Χρηματιστήρια, Βιοτεχνίες παραγωγής προϊόντων, Εταιρείες διακίνησης προϊόντων. Το σημαντικό όμως είναι ότι οι νέες παραγωγικές εργασίες  αλλάζουν μαζί και τις ανθρώπινες σχέσεις, αφού οι άνθρωποι πια πρέπει να  ρυθμίζουν ελεύθερα τις συναλλαγές τους, καθιστώντας ξεπερασμένες πια τις σχέσεις υποτέλειας της φεουδαρχίας. Το κράτος, το δίκαιο η κατοχή ιδιοκτησίας εξετάζονται τώρα υπό το πρίσμα των νέων συνθηκών ζωής, που αναλυτικότερα παρουσιάζονται παρακάτω. 
Τρίτον, «Επιτέλους Ειρήνη! Συνθήκη Βεστφαλίας, 1648». Κράτη με πολιτικά σύνορα και δίκαιο, όπως περίπου τα βλέπουμε σήμερα.
 Κάποια στιγμή ήρθε και η τελική ειρήνη,  με τη περιβόητη Συνθήκη της Βεστφαλίας, που θεωρείται το πρώτο ιδρυτικό κείμενο για τη δημιουργία του νεωτερικού κράτους! Το δικαίωμα στην ανεξιθρησκεία αγκαλιάζεται από τους λαούς - όχι όμως κι από τον Πάπα- διαφορετικά θα υπονομευόταν διαρκώς η μετά κόπους αποκτηθείσα ειρήνη των λαών! 
Το  νέο πνεύμα της Συνθήκης της Βεστφαλίας εκφράζει ο φιλόσοφος Σπινόζα (1632-1677), ευαίσθητος δέκτης των μηνυμάτων του καιρού του, που ζει στα χρόνια ακμής της Ολλανδικής Δημοκρατίας. Διαβάζουμε στην «Πολιτική πραγματεία» του:  «Οι άνθρωποι δεν γεννιούνται πολίτες αλλά γίνονται», ενώ παρακάτω γράφει «Η ειρήνη δεν είναι μόνο έλλειψη πολέμου ... ένα πολιτικό σώμα, του οποίου η ειρήνη εξαρτάται από την αδράνεια των υπηκόων -που τους οδηγούν σαν κοπάδι μαθημένο μόνο στην σκλαβιά– θα ήταν ορθότερο να αποκαλείται ερημία παρά πολιτικό σώμα», ή παρακάτω  «Το καλύτερο κράτος είναι εκείνο που οι άνθρωποι περνούν τη ζωή τους με ομόνοια, εννοώ μια ζωή που ορίζεται από τη λογική και την αυθεντική ψυχική ζωή». «Το να νικήσουμε το κακό επιτιθέμενοι στις βαθιές αιτίες του, το θεωρώ ασυγκρίτως χρησιμότερο από το να θυμώνουμε, θρηνολογούμε, καταδικάζουμε ... ενέργειες που μας απαλάσσουν από την υποχρέωση να ενεργήσουμε».   
   
Ζώντας λοιπόν μέσα σε αυτό το ευρωπαϊκό περιβάλλον που όλα άλλαζαν κάποιοι διανοητές της εποχής προβληματίστηκαν πώς θα μπορούσε να επιβληθεί η ειρήνη και η ασφάλεια στις κοινωνίες τους, που τόσο είχαν ανάγκη. Έτσι τέθηκαν τα πρώτα πολιτικά ερωτήματα για την ανάγκη ύπαρξης ενός νέου κράτους και το είδος της κυριαρχικής δύναμης που θα έπρεπε να έχει για να επιβάλλει τη θέληση του για το συμφέρον της πατρίδας. Με την πάροδο του χρόνου και την εξέλιξη του κράτους όλο και περισσότερα ερωτήματα γεννιώνται συνεχώς, που ζητούν διακαώς τις απαντήσεις τους.  
Ας παρακολουθήσουμε λοιπόν αυτό το «Ταξίδι στο κράτος» μέσα από τον πολιτικό στοχασμό των θεωρητικών του, από την κυοφορία του  κατά τον 16ο αι. -17ο αι., τη γέννηση του 18ο αι, την επώδυνη ενηλικίωση του περνώντας μέσα από την απολυταρχία, την εδραίωση του τον 19ο αι και τις αντιφατικές  του εκφάνσεις τον 20ο αι. 
                                                                                                                                                                          
           Ο πρώτος πολιτικός στοχαστής της εποχής εκείνης είναι ο Νικολό Μακιαβέλλι από τη Φλωρεντία που το 1513 γράφει το έργο του «Ο Ηγεμών» που «αφιερώνει» στους Μεδίκους τους μεγάλους τραπεζίτες της Φλωρεντίας που επιδιώκουν  να διαφεντεύουν την αναπτυσσόμενη πόλη-κράτος τους και όχι μόνο. Έκτοτε το έργο αυτό έχει προκαλέσει το θαυμασμό αλλά και το μίσος πολλών αναγνωστών του. Ο Μακιαβέλι ζει σε μια μεταβατική περίοδο που η φεουδαρχία γκρεμίζεται και ο θεσμός του βασιλιά – που τυπικά υπήρχε από παλιά- αρχίζει να  συσπειρώνει γύρω του τις ανερχόμενες δυνάμεις. 
Ο Μακιαβέλλι λοιπόν οραματίζεται  ένα νέο τύπο ηγεμόνα, που τον δίνει και ως τίτλο του έργου του «Ο Ηγεμών»  πρέπει να είναι ένα πρόσωπο ικανό να δημιουργήσει ένα πανίσχυρο κράτος που θα το κυβερνά,  διότι έτσι μόνο μπορεί να σωθεί η πατρίδα του από την αναρχία, που την απειλεί. Για τον Μακιαβέλλι η ανώτερη αρετή όλων είναι η virtu, η αρετή του κυρίαρχου για τη σωτηρία της πατρίδας. Τότε εισάγεται η έννοια της κυριαρχίας, ως της εξουσιαστικής δύναμης, η οποία συνενώνει πολλά γνωρίσματα ως κι αντιφατικά μεταξύ τους, αρκεί ο ηγεμόνας να επιβάλλει τη θέληση του με κάθε μέσον για να πετύχει το σκοπό του δηλαδή την ειρήνευση κι ασφάλεια της πατρίδας. Μάλιστα αυτή την κρατική κυριαρχία τη συμβολίζει με το μυθικό Κένταυρο, που ήταν μισός ζώο, μισός άνθρωπος! Έτσι το κράτος  πότε δείχνει τη ζωώδη φύση του, όταν χρησιμοποιεί βία και πότε την ανθρώπινη, όταν προστατεύει και φροντίζει τους πολίτες του κι όχι μόνο αυτούς! Ο ηγεμόνας λοιπόν δεν πρέπει είναι αγαθός άνθρωπος αλλά να φέρεται πότε σαν λιοντάρι, που τρομάζει τους λύκους, πότε σαν αλεπού που μυρίζει τις παγίδες, επιλέγοντας δυο ζώα σύμβολα της βίας το πρώτο, και της προσποίησης και εξαπάτησης το δεύτερο. Σε ένα κόσμο που γενικά βασιλεύει η υποκρισία, ο κυνισμός και  η απάτη ο ηγεμόνας οφείλει να είναι και ειλικρινής και να μην προσποιείται! Και οι υπήκοοι του δεν είναι ανάγκη να τον αγαπούν, αλλά δεν πρέπει όμως να τον μισούν γιατί διαφορετικά δεν θα μπορεί να είναι κυρίαρχος για πολύ και θα καταρρεύσει η εξουσία του συμπληρώνει ο Μακιαβέλλι!  
Η δε γνωστή φράση του «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» αμαύρωσε την υστεροφημία του,  έκτοτε. Μήπως όμως ο Μακιαβέλλι μας προσγειώνει στον κόσμο της πραγματικής πολιτικής εξουσίας; Μήπως  είναι πολύ ειλικρινής μέχρι κυνισμού ξεστομίζοντας πρακτικές που δεν αντέχουμε ούτε να ακούμε; αναρωτιούνται κάποιοι. Ο εγκυκλοπαιδιστής Ντιντερώ έγραψε για τον Μακιαβέλλι ότι εκπαιδεύει τυράννους ενώ ο Ρουσσώ είπε ότι ο Μακιαβέλλι τα λέει στο ηγεμόνα για να τα ακούει ο λαός. Να γνωρίζει τι πρέπει να φοβάται και τι να προσέχει, εφόσον η πολιτική είναι η τέχνη να κυβερνάς και να κυριαρχείς επί των βουλήσεων των ανθρώπων. Ο Αλτουσερ τόνισε ότι ο ηγεμόνας δεν είναι πρωτίστως το πρόσωπο όσο το σχέδιο να κυβερνάς. 
Κι ο συγγραφέας καταλήγει λέγοντας ότι η νομιμοποίηση της κυριαρχίας και της βιωσιμότητας του σχεδίου της είναι ένα σύγχρονο ζήτημα. Είναι αναμφισβήτητο γεγονός ότι καμμιά εξουσία δεν μπορεί να επιζήσει χωρίς τη συναίνεση του λαού. Ο καταναγκασμός και η βία είναι μια συνταγή για να κυριαρχείς αλλά εξουθενώνει αυτόν που την ασκεί κι αγανακτεί αυτόν που την υφίσταται. Αν διαρκεί επί μακρόν η χρήση της οι άνθρωποι αποκτηνώνονται κι ο Κένταυρος μαραζώνει. Το ανθρώπινο τμήμα του ατροφεί και το μυαλό του εκφυλίζεται, καθώς νομίζει ότι όλα μπορεί να τα καταφέρει με την κτηνώδη δύναμη του. Η δισυπόστατη φύση του εξαφανίζεται και απομένει ένα μυώδες κτήνος που μουγκρίζει κι ορμάει κάθε φορά που νομίζει ότι απειλείται. Όλα τα κράτη νομίζουν ότι θα είναι αθάνατα και γι αυτό προσπαθούν. Η ιστορία όμως μας προσφέρει πολλά παραδείγματα ισχυρών καθεστώτων και κρατών που έπεσαν κάτω από το βάρος των «αμαρτημάτων» τους, αφού πρώτα είχαν εκφυλιστεί σε ζωώδη κτήνη!  
Στη Γαλλία λίγο αργότερα ο Ζαν Μποντέν ζώντας τις θρησκευτικές αγριότητες Καθολικών- Ουγενότων  γράφει για την ανάγκη ύπαρξης μιας ανώτατης έννομης κοσμικής απολυταρχικής εξουσίας που να μπορεί να εγγυηθεί συνθήκες σταθερότητας και ειρήνης για την κοινωνία τους. Αυτή η δύναμη του κυριαρχείν όμως,  πρέπει να είναι απόλυτη και μόνο ένας μονάρχης μπορεί να την εγγυηθεί, ο οποίος να ελέγχει αλλά να μην ελέγχεται, να κυβερνά αλλά να μην κυβερνιέται, να δικάζει αλλά να μη δικάζεται, να νομοθετεί νόμους που αφορούν μόνο τους άλλους! Μόνο ο Θείος Νόμος και η Φύση τον δεσμεύουν από τους οποίους αντλεί τη νομιμοποίηση του. 
Στην Αγγλία ο Τόμας Χομπς  ζώντας την αναρχία των εμφυλίων πολέμων μεταξύ Βασιλοφρόνων και Κοινοβουλευτικών και έχοντας πίσω του μια άλλη πολιτική παράδοση, γράφει το 1651 το πασίγνωστο βιβλίο του «Λεβιάθαν» ονομάζοντας έτσι το κράτος. Πιστεύει ότι η κοινωνία -προ ύπαρξης κρατικής κυριαρχίας- ήταν  μια κοινωνία λύκων που αλληλοτρώγονταν μεταξύ τους γιατί όλα τα αγαθά ανήκαν σε όλους τους ανθρώπους, γι αυτό από φόβο μη χαθούν αποφάσισαν τη δημιουργία κράτους για να επιβιώσουν. Η άποψη του αυτή καθώς και η παρομοίωση του κράτους με το βιβλικό τέρας  Λεβιάθαν, είναι οι λόγοι που αμαύρωσαν την υστεροφημία του. Στον Χομπς όμως οφείλουμε ορισμένες πρωτοπόρες κρίσεις του για την κυριαρχία. 
Γράφει: 1. η κυριαρχία είναι η ψυχή της Πολιτείας, και χωρίς αυτήν δεν μπορεί να υπάρξει πολιτικό σώμα. 
2., Η κυριαρχία κι όσοι τη συγκροτούν σε κράτος επιδιώκουν να είναι αυτή αθάνατη. Η κυριαρχία όμως από τη φύση της είναι εκτεθειμένη σε βίαιο θάνατο λόγω εξωτερικών πολέμων που την απειλούν αλλά και λόγω εσωτερικών διενέξεων που προκαλούνται από τα πάθη των ανθρώπων.
3. Ο Χομπς συλλαμβάνει πρώτος  την έννοια της μεταβίβασης της θέλησης του υπηκόου  στον κυρίαρχο του, ώστε αυτός να αποφασίζει για πόλεμο, ειρήνη, πληρωμές κράτους κλπ. Έτσι η έννοια του Κοινωνικού Συμβολαίου πρωτοεμφανίζεται στην πολιτική σκέψη σε αντίθεση με την επικρατούσα αντίληψη της θεόσταλτης εξουσίας. 
Η έννοια του Κοινωνικού Συμβολαίου ολοκληρώνεται και κορυφώνεται εκατό χρόνια αργότερα με τον Γάλλο Διαφωτιστή Ρουσσώ, το 1762, λίγο πριν τη Γαλλική Επανάσταση.   Έχει προηγηθεί βέβαια ο Αγγλος Τζον Λοκ (1632-1704) , ο οποίος μιλά για τον άνθρωπο που δεν γεννιέται ούτε καλός ούτε κακός αλλά διαμορφώνεται από τις εμπειρίες του. Αποδέχεται κι αυτός το Κοινωνικό Συμβόλαιο  και συλλαμβάνει την έννοια της αντίστασης του λαού ενάντια στην κυριαρχική εξουσία, όταν αυτή φέρεται ενάντια στο συμφέρον του λαού.     
Στον Ρουσσώ η κυριαρχία εννοείται ως η «Γενική Βούληση» η θέληση του λαού για το κοινό συμφέρον. Αυτή είναι κατι περισσότερο από το άθροισμα των ατομικών βουλήσεων, είναι η συνισταμένη όλων, αδιαίρετη και αναπαλλοτρίωτη κι αδύνατο να βλάψει τα μέλη της κοινότητας που εκφράζει. Η Γενική Βούληση έχει τη δύναμη να παράγει νόμους, που ισχύουν για όλους, το ίδιο.  Έτσι σύμφωνα με τον Ρουσσώ εναρμονίζεται το ατομικό με το συλλογικό, το δίκαιο με το συμφέρον και η ελευθερία με την ισότητα. Το ότι είμαι ελεύθερος δεν σημαίνει ότι είμαι ασύδοτος να κάνω ότι μου έλθει αλλά ότι συνεργάζομαι σαν ίσος προς ίσον να εφαρμοστούν πρακτικές για το καλό όλων! Έτσι η ελευθερία και η ισότητα γίνονται κατανοητές  ως αξίες αλληλένδετες κι όχι διχοτομικά με το δίλημμα «ελευθερία ή ισότητα».
Ο συγγραφέας στο ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ του δεύτερου κεφαλαίου του βιβλίου του προσθέτει ότι το κράτος δεν είναι απλώς τα τρία αυτά συστατικά που το απαρτίζουν αλλά και κάτι περισσότερο. Είναι πρωτίστως η σχέση που δημιουργεί το ίδιο από τη στιγμή που οργανώνεται αποφασίζοντας «ποιος ή ποιοι και πώς κάνουν κουμάντο σε μια πολιτικά οργανωμένη κοινωνία. Ποιοι κα πώς υφίστανται τους καταναγκασμούς του και ταυτόχρονα απολαμβάνουν τα δικαιώματα ή τα προνόμια που το κράτος προσφέρει» και ύστερα η σχέση αυτή διαπερνά όλους τους κρατικούς θεσμούς κι όχι μόνο [...] Παρακάτω αναφέρει «γι αυτό θεωρούμε δικό μας το κράτος στο οποίο ανήκουμε αλλά πολύ συχνά το νιώθουμε και ξένο» Το κράτος είναι διαχειριστής κρίσεων που παρουσιάζονται σε μια δεδομένη ιστορική στιγμή. Και οι λύσεις που δίνονται δημοκρατικές και ειρηνικές ή ανταγωνιστικές και βίαιες εξαρτώνται κάθε φορά από το συσχετισμό δυνάμεων που ενυπάρχουν μέσα στο κράτος και πώς αυτές επιβάλλουν τη θέληση τους! Έτσι « το κράτος μπορεί να γίνει  μάστορας των διευθετήσεων και των συμβιβασμών αλλά και δυνάστης με ταξικό, πολιτικό, φυλετικό ή άλλο πρόσημο» καταλήγει.
 
Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΝΕΩΤΕΡΙΚΟΎ ΚΡΑΤΟΥΣ
Μετά τη συνθήκη της Βεστφαλίας το 1648 εμφανίζονται τα πρώτα νεωτερικά κράτη που είναι μοναρχικά κι απολυταρχικά (Γαλλία, Σουηδία, Δανία, Ρωσία, Ισπανία, Πορτογαλία ενώ η Αγγλία και η  Ολλανδία εισάγουν και δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις). Ο θεσμός του βασιλιά με τη χαλαρή εξουσία που υπήρχε κατά τη φεουδαρχία, αρχίζει τώρα να αποκτά ισχυρή κυριαρχία. Η αστική τάξη αποκτά το κράτος της έτσι ώστε να φαίνεται ότι είναι και με το παλιό αλλά και με το καινούργιο που έρχεται! Με την πάροδο του χρόνου όμως, επειδή ο βασιλιάς ήταν αδύνατον να εισακουστεί  εντός των καθορισμένων συνόρων  όλης της επικράτειας που έχει αποκτήσει,  δημιούργησε διοικητικούς μηχανισμούς  για να φθάσει η φωνή του παντού. Σημειωτέον ότι η εφεύρεση της τυπογραφίας στα τέλη του 15ου αι. δίνει τη δυνατότητα να καταγράφονται και να διαδίδονται οι κανόνες διοίκησης – το πρώτο δίκαιο- παρμένο από τα ήθη κι έθιμα της κοινωνίας τους ή αντιγράφοντας από άλλα κράτη, τα οποία είχαν προηγηθεί στην κρατική οργάνωση, όπως η Γαλλία επί Ναπολέοντος. Έτσι τα απολυταρχικά κράτη απέκτησαν σιγά σιγά τους πρώτους θεσμούς τους : κυβέρνηση και διοίκηση, ένοπλες δυνάμεις, αστυνομία, δικαστικό σώμα (διακριτό από την εκτελεστική και νομοθετική εξουσία), φυλακές. Οι θεσμοί αυτοί μετεξελίσσονται στους γνωστούς απρόσωπους γραφειοκρατικούς μηχανισμούς του κράτους που αυτονομούνται από τους συγκεκριμένους μονάρχες και διαιωνίζονται χωρίς αυτούς μέχρι σήμερα. 
Από το Λουδοβίκο ΙΔ’ γνωστόν για τη φράση του «Το κράτος είμαι εγώ»  μέχρι τον εγγονό του Λουδοβίκο ΙΣΤ’ που οδηγήθηκε στη γκιλοτίνα από τους Γάλλους επαναστάτες δεν έχει περάσει ούτε ένας αιώνας σχεδόν! Το απολυταρχικό κράτος- πρόσωπο έτσι προετοιμάζει το έδαφος στο νέο κράτος- μηχανισμός, της απρόσωπης εξουσίας! Μια δύσκολη ενηλικίωση που οδηγεί όμως στην εδραίωση του εθνικού κράτους με Σύνταγμα κατά τον 19ο αιώνα!

           Ο 19ος αιώνας μέχρι και το τέλος του Α’ Παγκοσμίου πολέμου είναι ο κατ’ εξοχήν αιώνας των εθνικών κρατών και της λαϊκής κυριαρχίας, η οποία απαιτεί κι αποκτά σταδιακά Σύνταγμα δηλώνοντας έτσι το διακαή πόθο των λαών  να κυβερνηθούν  με νόμους που θα τους εξασφαλίζουν  φιλελεύθερο πολίτευμα! Τον αιώνα αυτό το ενδιαφέρον έχει μετατοπιστεί από τη φύση της κυριαρχίας στο φορέα της κυριαρχίας, ο οποίος δεν είναι άλλος από το πλήθος, τους πολλούς, οι οποίοι μετά την επιτυχία της Γαλλικής επανάστασης  αναγνωρίστηκε «ο λαός και ο ρόλος του» ως φορέας πολιτικών και ιστορικών εξελίξεων. Μια επανάσταση χωρίς τη συμμετοχή των μαζών είναι αδιανόητη, κι αυτή μέχρι την επικράτηση της είναι παράνομη. Από τη στιγμή όμως που επικρατεί παράγει δίκαιο και νομιμοποιείται, τονίζει ο συγγραφέας. Έτσι ο 19ος αι. μέχρι το τέλος Α’ παγκοσμίου πολέμου, που διαλύθηκαν οι αυτοκρατορίες  Αυστροουγγρική, Γερμανική, Γαλλική, Οθωμανική, χαρακτηρίζεται από το κίνημα του εθνισμού, που συντάραξε τον κόσμο  και δημιούργησε κι άλλα  εθνικά κράτη (Ελλάδα, Ιταλία, Γερμανία, αρκετά κράτη Λατινικής Αμερικής, Μέσης Ανατολής και Τουρκία).  Με το τέλος της αποικιοκρατίας στη δεκαετία του 1960 και μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991 ο πολιτικός χάρτης  Ευρώπης, Ασίας, Αφρικής πήρε τη μορφή, όπως την ξέρουμε σχεδόν σήμερα.   
            Το εθνικό κράτος  τη λαϊκή κυριαρχία του την εκφράζει πρώτιστα με την ψήφιση του Συντάγματος του. Το Σύνταγμα είναι ο ανώτατος νόμος κάθε κράτους, ο Νόμος των Νόμων, όπως έχει χαρακτηριστεί και έχει διττή ιδιότητα! Πρώτον ορίζει το είδος του πολιτεύματος που επιλέγει ένας λαός για το κράτος τους και τον τρόπο οργάνωσης του: κυβέρνηση, αντιπολίτευση, κόμματα, τοπική αυτοδιοίκηση, σχέσεις Εκκλησίας-Κράτους κλπ. Το να οργανωθεί ένα κράτος με κανόνες δεν είναι εύκολη υπόθεση, γι αυτό το Συνταγματικό δίκαιο έχει χαρακτηριστεί ως το κατ’ εξοχήν πολιτικό δίκαιο όλων των δικαίων (αστικού, ποινικού, εμπορικού κλπ) ή αλλιώς το δίκαιο της πολιτικής!  Αυτό καθορίζει τις σχέσεις αυτών που κατέχουν την εξουσία με αυτούς που την αποδέχονται και την υφίστανται. Στο δεύτερο μέρος του Συντάγματος περιλαμβάνεται η Διακήρυξη για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και η προστασία τους. Σύμφωνα δε,  με το ακροτελευταίο άρθρο του Ελληνικού Συντάγματος, το υπ’ αριθ. 114, η τήρηση του επαφίεται στη συνείδηση κάθε πολίτη, και του δίνει το δικαίωμα αντίστασης, αν αυτό καταπατείται! 
Η σπουδαιότητα του Συντάγματος είναι τόσο μεγάλη ώστε η αλλαγή του γίνεται με πολύ αυστηρούς όρους: μόνο μια Συντακτική Εθνοσυνέλευση που συγκαλείται μετά από επανάσταση ή μετά από ειρηνική μετάβαση (μεταπολίτευση) μπορεί να γεννήσει ένα νέο πολίτευμα ή να αλλάξει το προϋπάρχον πολίτευμα όπως έγινε στην Ελλάδα π.χ μετά το 1821, μετά την έξωση του Όθωνα ... μετά την πτώση της δικτατορίας το 1974.  Μόνο μια Αναθεωρητική Συνέλευση που ορίζεται προς τούτο πριν τις εκλογές  μπορεί να αναθεωρήσει ορισμένα μόνο άρθρα του Συντάγματος. Κάποιες χώρες ακολουθούν πιο ήπιες διαδικασίες αναθεώρησης μόνο του Συντάγματος τους με αποτέλεσμα αυτό να προσαρμόζεται πιο εύκολα στις νέες συνθήκες αλλά και με κίνδυνο να κουρελιαστεί εύκολα από μια κυβέρνηση που δεν το σέβεται. Η σπουδαιότητα του Συντάγματος φαίνεται κι από τη θέση του στην παρακάτω πυραμίδα.
                            Σύνταγμα
                    Ευρωπαϊκό Δίκαιο
                       Διεθνές Δίκαιο 
                              Νόμοι
                Προεδρικά Διατάγματα
      Κανονιστικές πράξεις της διοίκησης
                                      
                Στο β’ μισό του 20ο  αι. ιδίως μετά το Β’Παγκόσμιο διαμορφώνεται το ονομαζόμενο «Κράτος Δικαίου» «η εξουσία του Νόμου», όπου το κράτος δεσμεύεται από τους Νόμους που το ίδιο έχει θέσει, στους οποίους πρέπει να υπακούουν και τα πολιτικά πρόσωπα που κατέχουν εξουσία. Ο Νόμος είναι υπεράνω όλων! Έτσι το κράτος γίνεται ο εκφραστής κι ο εγγυητής του γενικού συμφέροντος, ιστάμενο ως διαιτητής υπεράνω των επιμέρους ταξικών συμφερόντων που συνυπάρχουν στην κοινωνία βρίσκοντας λύσεις εξισορροπητικές π.χ εργοδοτών κι εργαζομένων... Το κράτος δικαίου πέρασε δια πυρός και σιδήρου μέχρι να εδραιωθεί. Μέγας  θεωρητικός του κράτους δικαίου θεωρείται ο Αυστριακός Χανς Κέλσεν, που την επαύριο του Β’ Παγκοσμίου πολέμου φώναζε « το κράτος ταυτίζεται με το δίκαιο, είναι το ίδιο έννομη τάξη» θέλοντας έτσι να δηλώσει την αξία των νόμων. Το ακριβώς αντίθετο εκφράζει η φράση «αποφασίζομε και διατάζομε», που εκφράστηκε από τη στρατιωτική χούντα που κυβέρνησε την Ελλάδα από το 1967-74, και όχι μόνο Το κράτος δικαίου όμως δεν εξαφανίζει τις ταξικές και κοινωνικές ανισότητες αλλά είναι ανεκτίμητης αξίας ότι περιορίζει τις αυθαιρεσίες της εξουσίας τη στιγμή μάλιστα που οι πηγές δύναμης και οι απαιτήσεις αυτής  διαρκώς διευρύνονται, όπως σήμερα. Το κράτος δικαίου δεν επιτρέπεται να παρανομεί, γιατί δεσμεύεται από τους κανόνες δικαίου του, και οι παρανομούντες αξιωματούχοι τιμωρούνται, όπως έχει ήδη συμβεί σε αρκετές περιπτώσεις. Δυστυχώς όμως  ο συσχετισμός των πολιτικών δυνάμεων που ενυπάρχουν στην κοινωνία κι εκφράζονται μέσα από τις κυβερνήσεις που εκλέγουν δεν μπορεί πάντα να ενεργοποιήσει το αίτημα αυτό του κράτους δικαίου, ώστε κάποιοι να διαφεύγουν της τιμωρίας, αν και ο φόβος αυτός επικρέμαται επί των κεφαλών τους, όταν τα πράγματα αλλάξουν, όπως έχει ήδη συμβεί κι αυτό!  
Ας μου επιτραπεί να συμπληρώσω κι εγώ  ότι πριν την ανάγνωση του βιβλίου αυτού, η φράση « κράτος δικαίου» μου φάνταζε  κάτι σαν κοσμητικό επίθετο! Κι από τη στιγμή που  κατάλαβα ότι είναι νομικός όρος με συγκεκριμένο περιεχόμενο, δεν περνά μέρα που να μην την  ακούσω από δημοσιογράφους και σχολιαστές στον Τύπο! 
Επίσης, κατά την ταπεινή μου  γνώμη, η κορύφωση του κράτους δικαίου ήταν το  κράτος—πρόνοιας, ή αλλιώς κοινωνικό κράτος, το οποίο τις τελευταίες δεκαετίες όμως  πλήττεται όλο και περισσότερο  από το νεοφιλελευθερισμό που επιδιώκει «λιγότερο κράτος» αναλαμβάνοντας η ιδιωτική πρωτοβουλία πολλές δημόσιες  λειτουργίες του, αφήνοντας έτσι απροστάτευτους τους πολλούς και μη προνομιούχους!
Πριν την εμφάνιση όμως του Κράτους δικαίου είχε προηγηθεί στην περίοδο του Μεσοπολέμου  μια άλλη επικίνδυνη θεωρία που σαγήνευσε όμως τις μάζες, αυτή του Γερμανού Καρλ Σμιτ η «θεωρία της απόφασης σε έκτακτη ανάγκη» που χρησίμευσε ως νομικό και πολιτικό άλλοθι στον Χίτλερ να αναστείλει το Σύνταγμα της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης το 1933 δίνοντας την πολιτική κυριαρχία  στο εθνικοσιαλιστικό κόμμα των ναζί . Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, όταν σε μια πολιτική κοινωνία παρουσιαστεί μια έκτακτη ανάγκη  που ανατρέπει την κανονικότητα της ζωής, κυρίαρχος δεν είναι αυτός που νομοθετεί κανόνες δικαίου -σύμφωνα με το Σύνταγμα- αλλά αυτός που έχει ισχύ τόση, ώστε να μπορεί να παρακάμπτει το νόμο και να επιβάλλει τις δικές του  αποφάσεις, επικαλούμενος την αντιμετώπιση της έκτακτης ανάγκης (είτε είναι πραγματικά αληθινή είτε όχι)! Με άλλα λόγια οι κανόνες δικαίου που έχουν θεσπιστεί ή θεσπίζονται μέσα από δημοκρατικές  διαδικασίες παύουν να ισχύουν,  επειδή κάποιος ή μια ομάδα ανθρώπων κατάφεραν με την ισχύ που διαθέτουν (οικονομική, κομματική, κλπ) να αποφασίζουν  οι ίδιοι  για τη ζωή μιας ολόκληρης κοινότητας και της πατρίδας  και μάλιστα με τη δικαιολογία του κατεπείγοντος για να μη προλάβουν οι πολίτες να καταλάβουν τί γίνεται! 
Τέτοιου είδους καταστάσεις ζήσαμε κι εμείς στην Ελλάδα,  τον καιρό της ψήφισης των Μνημονίων και της πανδημίας από τον κορωνοϊό. Βέβαια «η θεωρία της απόφασης» ηττήθηκε μαζί με τον Χίτλερ στα πεδία των μαχών του Β’Παγκοσμίου Πολέμου! Το ζήτημα που προκύπτει σήμερα είναι, τί γίνεται,  όταν η έκτακτη ανάγκη από εξαίρεση της κανονικότητας της ζωής  γίνεται μια νοσηρή κατάσταση που επικάθεται επί της κοινωνίας και «συνηθίζεται» κατατρώγοντας την αληθινή ζωή και τη δημοκρατία! Και μέχρι πότε οι λαοί θα συναινούν  σε τέτοιες αρρωστημένες καταστάσεις;

ΔΙΚΑΙΟ ΚΑΙ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ
Ο συγγραφέας στο τρίτο και τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου του αναφέρεται στο Δίκαιο και στα Α.Δ, αφού η σύλληψη του δικαίου είναι αυτή που χαρακτηρίζει το νεωτερικό κράτος.  Αυτό που τον ενδιαφέρει όμως  είναι μια γενική επισκόπηση του δικαίου κι όχι βέβαια οι εξειδικευμένοι νομικοί κώδικες. Έτσι  αναφέρεται γενικά στην αναγκαιότητα θέσπισης δικαίου, στη διάκριση  του γραπτού δικαίου από τους άγραφους ηθικούς κανόνες, στην εγκυρότητα των νόμων, στη μεγάλη διάκριση μεταξύ ιδιωτικού και δημοσίου δικαίου, καθώς και στο  Διεθνές Δίκαιο με τις δυσκολίες θέσπισης των κανόνων του, αφού οι διαπραγματεύσεις δυο ή περισσοτέρων κρατών απαιτούν πολύ χρόνο και κρύβουν πολλές παγίδες μέχρι να υπογραφούν.  Άλλα θέματα του, όπως το Σύνταγμα και το κράτος δικαίου τα έχω συμπεριλάβει στις  παραπάνω ενότητες.    
Ο συγγραφέας  ενώ αναγνωρίζει τη μεγάλη αξία ενός κράτους με νόμους  «Υπάρχει κράτος κανόνων, πιθανώς άδικων, αλλά κανόνων» όπως  μας λέει, δεν εθελοτυφλεί μπροστά στην ύπαρξη κι άδικων νόμων κι αναγνωρίζει ακόμα ότι η δικαιοσύνη μπορεί να νικήσει το νόμο (τον άδικο) και φέρνει για παράδειγμα τον Νέλσον Μαντέλα, τον Γκάντι, τον Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ που παρανόμησαν ... αντιστεκόμενοι στο άδικο που έπληττε την  πατρίδας τους.
           Εύλογα λοιπόν τίθεται το θέμα:  πότε ένας νόμος είναι έγκυρος; Τι είναι αυτό που προσδίδει στο νόμο το κύρος του ώστε να υπακούμε σε αυτόν; Υπάρχουν τρεις σχολές που απαντούν  στο ερώτημα: 
1.ένας νόμος είναι έγκυρος, όταν είναι νόμιμος, έχει εκδοθεί από το αρμόδιο προς τούτο όργανο δηλαδή τη Βουλή, τον Πρόεδρο Δημοκρατίας, τον Υπουργό (νομικός θετικισμός)
2.είναι έγκυρος, όταν είναι αποτελεσματικός δηλαδή μπορεί και εφαρμόζεται στην πράξη και δεν είναι μόνο γραμμένος στα χαρτιά  (νομικός ρεαλισμός)
3.είναι έγκυρος, όταν είναι πραγματικά δίκαιος. Τότε νομιμοποιείται, όταν ταυτίζεται  με την ηθική, τις ανθρωπιστικές αξίες,  τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.
(νομικός Ιδεαλισμός).
 Θα ήταν ευχής έργον, ένας νόμος να συγκεντρώνει πλήρως αυτές  τις τρεις προϋποθέσεις αλλά αυτό είναι ουτοπικό. Συμβαίνει όμως να συχνά να τέμνονται περισσότερο ή λιγότερο μεταξύ τους και το γεγονός αυτό καθιστά τον εκάστοτε νόμο περισσότερο έγκυρο. 
Αυτό όμως που δυσχεραίνει την εφαρμογή ενός νόμου είναι η διαστρέβλωση των τριών αυτών προϋποθέσεων. Η αυστηρότατη τήρηση των προϋποθέσεων, ο σχολαστικισμός στις διαδικασίες τήρησης κι όχι στην ουσία του νόμου, η εμμονή στο γράμμα του νόμου μη λαμβάνοντας υπόψη ιδιαίτερες κοινωνικές καταστάσεις  οδηγούν σε τυπολατρεία, ακαμψία, κυνισμό χωρίς ηθικούς ενδοιασμούς  και τους ιδεαλιστές σε μια νομική αφέλεια και ουτοπία κυνηγώντας χίμαιρες αδύνατον να πραγματοποιηθούν. 
          Αυτό που σημαδεύει όμως το  κράτος δικαίου είναι η ένταξη στο Σύνταγμα του της Διακήρυξης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και της προστασίας τους. Τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (Α.Δ) από διεκδικήσεις των λαών στους περασμένους αιώνες απέκτησαν νομική ισχύ μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Κάθε ψήφιση νέου νόμου ενός κράτους πρέπει να συμφωνεί μαζί τους, διαφορετικά κρίνεται αντισυνταγματικός και μη νόμιμος. Η Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που υπογράφηκε από τον ΟΗΕ το 1948, και η προσθήκη σε αυτήν  του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά και Κοινωνικά, Οικονομικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα που τέθηκε σε ισχύ μετά το 1976 αποτελούν τον περίφημο Διεθνή Χάρτη των Α.Δ. Τρεις γενιές Α.Δ συνυπάρχουν μέχρι τώρα: τα ατομικά που αναφέρονται στον άνθρωπο-ιδιώτη, τα πολιτικά που αναφέρονται στον άνθρωπο-πολίτη και τα οικονομικά, κοινωνικά, πολιτιστικά που αναφέρονται στον άνθρωπο-μέλος του κοινωνικού συνόλου.
          Τα Α.Δ σήμερα είναι ένα θέμα πολύ επίκαρο, που  προκαλεί το ενδιαφέρον των σύγχρονων νομικών κύκλων και της διεθνούς κοινής γνώμης, εγείροντας προβληματισμούς για το κατά πόσο εφαρμόζονται στην πράξη και δεν είναι απλά ευχολόγια. 
            Μια πρώτη διαπίστωση είναι ότι τείνουν να  ενώσουν διαφορετικούς πολιτικούς χώρους τη Δεξιά και την Αριστερά, η μεν πρώτη επικαλούμενη τον φιλελευθερισμό και την ελευθερία, η δε δεύτερη την κοινωνική δικαιοσύνη και την  ισότητα. Έτσι όμως παρατηρούνται και παράταιρες σχέσεις από τις διεκδικήσεις τους, όπως για παράδειγμα στις ΗΠΑ οι οπαδοί της οπλοφορίας ζητούν το δικαίωμα της οπλοκατοχής ενώ οι αφροαμερικανοί οργανώνονται στο κίνημα Black Lives Matter, επικαλούμενοι το δικαίωμα τους στη ζωή.  
         Ένα ζήτημα που έχει προκύψει σχετικά με την εφαρμογή τους  είναι η οικουμενικότητα των Α.Δ, αφού κάποιοι λαοί τα αμφισβητούν λέγοντας ότι αντιτίθενται στις  παραδόσεις του τόπου τους και ότι εκφράζουν δυτικές αξίες πχ για τη θέση της γυναίκας σε μια (ανδροκρατούμενη ή όχι) κοινωνία. Τα Α.Δ όμως δεν μπορούν να υπάρξουν, αν δεν ισχύουν όλα για όλους τους ανθρώπους της γης, όπου κι αν βρίσκονται, για καλούς και κακούς ανεξαρτήτως εθνικότητας, θρησκείας, καταγωγής, φύλου, ηλικίας, πολιτικών πεποιθήσεων κλπ. Μπορεί αυτά να αποτελούν ένα ιδεώδες, γι αυτό οι νομικοί προσπαθούν να βρούν λύσεις ώστε η εφαρμογή τους να μη γίνεται βίαια σεβόμενοι τις παραδόσεις των λαών. Η ανοχή στη διαφορετικότητα που δημιουργεί πολυπολιτισμικές κοινωνίες, και η αλληλεγγύη λαών κι ανθρώπων αναδεικνύονται σήμερα σε αξίες που συμβάλλουν στην ειρήνευση κι ασφάλεια των κοινωνιών. 
           Ένα άλλο ζήτημα που προκύπτει είναι ότι μέσα σε ένα εθνικό κράτος δεν απολαμβάνουν όλοι οι πολίτες εξ ίσου όλα τα Α.Δ,  πόσο μάλλον οι αλλοδαποί πρόσφυγες και μετανάστες που ζουν σε αυτό. Στις κοινωνίες υπάρχουν ανισότητες, ταξικές, κοινωνικές, και τα Α.Δ όσο κι αν μιλούν για ισότητα, δεν μπορούν να την επιβάλλουν στην πράξη πλήρως. Τότε τα Α.Δ λειτουργούν ως προπέτασμα καπνού, γιατί έτσι αναπαράγονται οι ανισότητες αυτές, καταλήγει ο συγγραφέας.  Επίσης το κάθε εθνικό κράτος δεν παραχωρεί πολιτικά δικαιώματα στους αλλοδαπούς ή με πολύ δυσκολία, κι αυτό γίνεται γιατί φοβάται μήπως χάσει την κυριαρχία του ούτε όμως μπορεί να εγγυηθεί την εφαρμογή των Α.Δ μέσα στα άλλα κράτη. Βέβαια από την άλλη  μπορεί να εφαρμόσει και πολιτικές συμπερίληψης προστατεύοντας τους μη προνομιούχους. 
Τα Α.Δ. λοιπόν έχουν κι αυτά δισυπόστατη φύση, μπορεί να λειτουργούν υπέρ ή κατά της εξουσίας. Σε αυτή την ιστορική φάση βρίσκεται η ανθρωπότητα. Αλοίμονο αν δεν υπήρχαν τα Α.Δ. που προστατεύουν τη ζωή και την αξιοπρέπεια του ανθρώπου (αναλογιστείτε τη ζωή του δούλου) αλλά είναι ακόμα μακρύς ο δρόμος μέχρι την πλήρη κατοχύρωση τους. Θυμάμαι ένα διάλογο από την κινηματογραφική ταινία Δαντόν, όταν κάποιοι αντιφρονούντες οδηγούνταν στη γκιλοτίνα: «δεν μπορούν να μας σκοτώσουν, έχουμε ανθρώπινα δικαιώματα» λέει ο ένας, για να του απαντήσει ο άλλος «έχουμε ανθρώπινα δικαιώματα, όσο μπορούμε να τα υπερασπιζόμαστε»!       
Εδώ τελειώνει το δικό μου ταξίδι στο βιβλίο «Ταξίδι στο κράτος», που μου χάρισε ωραίες στιγμές, σταματώντας με σε ιστορικούς σταθμούς εξέλιξης του νεωτερικού κράτους, εμβαθύνοντας στον πολιτικό στοχασμό μεγάλων διανοητών και σύγχρονων επιστημόνων, απολαμβάνοντας μια αφήγηση και γλώσσα ευχάριστη που με έκαναν συνταξιδιώτη σε αυτό το απαιτητικό ταξίδι με τις πολλές  διττές σημασίες των λέξεων- πολιτικών όρων και που τελικά άνοιξαν τους ορίζοντες μου για τις  πολιτικές σχέσεις των ανθρώπων που θέλουν να οργανώνουν το κράτος τους και συνακόλουθα τη ζωή τους στηρίζονται πάνω στο Δίκαιο των νόμων!  

Επίλογος
Ολοκληρώνοντας λοιπόν τη «δική μου ανάγνωση» και προβληματιζόμενη από αυτό το κατ’εξοχήν πολιτικό βιβλίο αναλογίζομαι με το φτωχό μυαλό μου, μήπως χρειάζεται ένας νέος Διαφωτισμός που θα φωτίσει τους ανθρώπους, έστω τη πλειοψηφία τους ώστε να γίνουμε αληθινοί πολίτες. Ο Διαφωτισμός του 18ου αιώνα έκανε τον άνθρωπο – πολίτη προσφέροντας του δικαίωμα ψήφου, αλλά ο γνήσιος πολίτης είναι κάτι περισσότερο. Χρειάζεται να έχει πολιτική συνείδηση για να μην άγεται και φέρεται από τον κάθε δημαγωγό και την κάθε είδους προπαγάνδα. Και στον 21ο αιώνα η προπαγάνδα έχει οργανωθεί σε επιστημονική βάση. Αόρατα, αμέτρητα, σφιχτά δεσμά κρατούν δέσμιο το σημερινό άνθρωπο ώστε να ψηφίζει συχνά τους καταπιεστές του και να απογοητεύεται στη συνέχεια από τους πολιτικούς. Και οι κυρίαρχοι ποντάρουν στην έλλειψη χρόνου, παιδείας και ενγκλωβισμού των πολλών στη φτώχεια που τους εμποδίζουν να είναι αληθινά ενημερωμένοι και ενεργοί πολίτες.  «Πολίτης δεν γεννιέσαι αλλά γίνεσαι» είπε ο Σπινόζα. «Καμμια κρατική κυριαρχία δεν μπορεί να διατηρηθεί, αν δεν έχει τη συναίνεση του λαού» αναφέρει ο συγγραφέας. 
Και το κακό πολεμιέται με το καλό! Η γλώσσα της παιδείας ενάντια στη γλώσσα της κυριαρχικής εξουσίας, όταν αυτή παίρνει τη ζωώδη μορφή του Κένταυρου. Και ο 21ος αιώνας με την κλιματική κρίση και τις πολλαπλές κρίσεις που τη συνοδεύουν ενεργειακή, επισιτιστική, οικονομική, υγειονομική, και τα σενάρια του μετα-ανθρώπου που ακούγονται, προσφέρουν την τελευταία μάλλον ευκαιρία για κάτι τέτοιο, αλλιώς η ανθρωπότητα χάθηκε! Η Ιστορία επιφυλλάσει εκπλήξεις μεγάλες, αρκεί οι παραπόταμοι της γνώσης, της εξειδικευμένης, που έχουν πληθύνει τρομερά σήμερα να συναντηθούν  και να σχηματίσουν ένα μεγάλο ορμητικό ποτάμι, ένα νέο πνευματικό πολιτισμό δίπλα στον υψηλό τεχνολογικό που ζούμε, που θα παρασύρει το παλιό και θα οδηγήσει την ανθρωπότητα σε νέους δρόμους φωτεινούς .κι απάτητους. Οι στιγμές αυτές της Ιστορίας είναι λίγες αλλά συμβαίνουν, όταν ωριμάσουν οι συνθήκες για την ανατροπή των αναχρονιστικών θεσμών που καταπιέζουν και φυλακίζουν Τα ΜΜΕ, τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, τα σχολεία μπορεί να γίνουν οι φορείς διάδοσης του νέου Διαφωτισμού. Ελπίζουμε για το καλύτερο αλλά χρειάζεται να κουνήσουμε κι εμείς τα χεράκια μας!   
  Σούλη  Αγγελική, φιλόλογος, Αθήνα 6/1/23





































































Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου