Ο Βασίλειος Μαρκεζίνης (1944-) με έργο πολυδιάστατο και σημαντικό πάνω στο Διεθνές Δίκαιο, για το οποίο η βασίλισσα της Αγγλίας το 2005 του απένειμε τον τίτλο του "Sir", έχει διδάξει στις σπουδαιότερες Νομικές Σχολές της Ευρώπης και των ΗΠΑ, έχει πρωτοστατήσει στη δημιουργία του Συγκριτικού Δικαίου ιδρύοντας Ινστιτούτα Διεθνούς Δικαίου στη Μεγάλη Βρετανία και στις ΗΠΑ, έχει εκδώσει 37 βιβλία γύρω από το Δίκαιο, τη γεωπολιτική, την Τέχνη και την ψυχοβιογραφία, και έχει συμβάλει στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο και στην προσπάθεια της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Αυτή λοιπόν η διεθνώς αναγνωρισμένη προσωπικότητα που ζει κι εργάζεται στο εξωτερικό, στα δυο βιβλία του "Επικοινωνιακή Διπλωματία και Διπλωματία Βάθους" και "μια Νέα Εξωτερική Πολιτική για την Ελλάδα" εκφράζει την αγωνία του ως Έλληνας κι ως διανοούμενος για την εξωτερική πολιτική που ακολουθεί η χώρα μας και καταθέτει τις προτάσεις του για την ελληνική εξωτερική πολιτική που πρέπει να ακολουθηθεί κατά τον 21ο αιώνα.
Ως προς την ιδεολογία του δηλώνει ο ίδιος ότι είναι εκλεκτικιστής, αφού η σκέψη του δεν περιχαρακώνεται σε συγκεκριμένες πολιτικο-φιλοσοφικές θεωρίες αλλά επιλέγει στοιχεία από διαφορετικά συστήματα, για να συνθέσει τη δικιά του κοσμοθεωρία. Επίσης ο Β. Μαρκεζίνης είναι Ευρωπαϊστής. Πιστεύει σε μια ενοποιημένη, κι όχι ενιαία, Ευρώπη, όπου δεν θα έχουν όλα ομογενοποιηθεί και στενοχωρείται που η σχετικά πρόσφατη διεύρυνση της Ευρώπης λειτούργησε σε βάρος της εμβάθυνσης της. Καταπολεμά κάθε πολιτική κι ιδίως την Αμερικάνικη που αντιστρατεύεται την ολοκλήρωση της Ενωμένης Ευρώπης. Θεωρεί Δούρειο Ίππο την ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε και τίθεται υπέρ μιας ειδικής σχέσης μαζί της. Βλέπει το μέλλον στον ευρωασιατισμό(σύσφιξη σχέσεων ΕΕ με Ρωσία) κι όχι στον ευρωατλαντισμό επισημαίνοντας την απομάκρυνση Αμερικής-Ευρώπης.
Ο Β.Μαρκεζίνης αισθάνεται βαθιά Έλληνας και διαφωνεί με τη νοοτροπία και τη συμπεριφορά των «πλουσιο-προσφύγων» Ελλήνων, όπως τους αποκαλεί, που ενδιαφέρονται μόνο για το οικονομικό τους συμφέρον, μεταφέροντας τα χρήματα τους στο εξωτερικό, πολλά απ’ τα οποία απέκτησαν κλέβοντας το ελληνικό δημόσιο. Επίσης η έκδοση των δυο αυτών βιβλίων του, κατά την προσωπική μου γνώμη, μπορεί να εκληφθεί ως απάντηση στο βιβλίο του Τούρκου υπουργού των εξωτερικών Νταβούτογλου Το Στρατηγικό Βάθος:Η διεθνής θέση της Τουρκίας, ή ως Διάλογος πάνω σε θέματα Διεθνών Σχέσεων με ενδιαφέρον ελληνοτουρκικό αλλά και γενικότερα παγκόσμιο.
Τέλος πρέπει να τονιστεί η παρρησία του λόγου του, με την οποία εκφράζει τις απόψεις του για σύγχρονα γεωπολιτικά ζητήματα, έστω κι αν δεν αρέσουν σε κάποιους ισχυρούς, όπως αναγνωρίζει. Κι ακόμα γράφει με ειλικρίνεια ό,τι πιστεύει, έστω κι αν διατρέχει τον κίνδυνο να κάνει λάθος, αποδεχόμενος τη ρήση του Γκαίτε «ο άνθρωπος πρέπει να δρα και δρώντας, μοιραίο είναι ότι θα σφάλλει». Ο κίνδυνος του λάθους είναι μέσα στην ανθρώπινη ζωή, αυτό που μετρά είναι οι πρωτότυπες ιδέες χωρίς τις οποίες η ζωή δεν εξελίσσεται, αναφέρει σε άλλο σημείο.
Περιεχόμενο βιβλίων:
Θέμα: Οι στόχοι της εξωτερικής πολιτικής της Ελλάδας και το είδος της ελληνικής διπλωματίας μέσω της οποίας αυτή ασκείται. Αυτή για να γίνει κατανοητή παρουσιάζει πρώτον τη νέα επιστήμη της γεωπολιτικής που εμφανίστηκε κατά τον 20ο αιώνα και δεύτερον το διεθνές πολιτικό κλίμα κι ειδικότερα της ευρύτερης περιοχής στην οποία ανήκει η Ελλάδα. Με την παρουσίαση των θεμάτων αυτών φωτίζονται καλύτερα τα αίτια που επιβάλλουν την αλλαγή πλεύσης της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.
Στο πλαίσιο των θεμάτων αυτών εξετάζει ακόμα την πολιτική δυναμική των χωρών ΗΠΑ και Ρωσίας, την εξωτερική πολιτική της σύγχρονης Τουρκίας, τις γεωπολιτικές εντάσεις στην ευρύτερη περιοχή (Καύκασος, Ισραήλ…) αλλά και αναφέρεται στα μεγάλα γεωπολιτικά προβλήματα που απασχολούν την παγκόσμια κοινή γνώμη (χώρες της Κεντρικής Ασίας, Ιράν, Ιράκ, Αφγανιστάν), και στη σχέση Ευρώπης-Αμερικής αλλά κι Ευρώπης-Ρωσίας.
Ο ΠΕΡΙΠΛΟΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΗΣ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ
Στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου του Για μια νέα εξωτερική πολιτική για την Ελλάδα μας εισάγει στον περίπλοκο χαρακτήρα της γεωπολιτικής, αυτής της νέας επιστήμης, που εμφανίστηκε κατά τον 20ο αιώνα κι αναπτύσσεται με ταχείς ρυθμούς σήμερα. Οι δυσχέρειες που συναντά ο γεωπολιτικός σχεδιασμός πηγάζουν:
Α. από την απαίτηση να συνδυαστούν γνώσεις από διάφορους κλάδους του επιστητού, όπως γεωγραφία, ιστορία, εθνολογία, ψυχολογία, οικονομία, κοινωνιολογία. «η γεωπολιτική είναι ένας απροσπέλαστος γνωστικός κλάδος λόγω του εύρους και του βάθους των γνώσεων που απαιτούνται για να εξειδικευτεί κάποιος σ’ αυτόν» (σ.29) Γι αυτό χρειάζεται ο έντεχνος συνδυασμός πληροφοριών από πολλές πηγές και το ένστικτο, τα οποία βοηθούν τον άνθρωπο να πάρει τις αποφάσεις που πρέπει. «Ο γεωπολιτικός σχεδιασμός πρέπει να στηριχτεί και στη φαντασία, στη δημιουργική πλην όμως ελεγχόμενη» για να μπορούμε να μαντέψουμε σωστά, αναφέρει.
Β. Απ’ την ταχύτητα της αλλαγής των γεγονότων ή από την έλλειψη σταθερών, ώστε αυτός που σχεδιάζει τη στρατηγική του, πρέπει να έχει στραμμένη την προσοχή του σε πολλά σημεία ταυτοχρόνως, κι αν χρειαστεί να την ξανασχεδιάσει γρήγορα κάνοντας τις αναγκαίες αλλαγές.
Γ. Απ’ την ικανότητα του ασχολούμενου με τη γεωπολιτική να αξιολογεί το υπόβαθρο και τους στόχους των προσωπικοτήτων που εμπλέκονται στο γεωπολιτικό σχεδιασμό. Πρέπει να είμαστε πολύ επιφυλακτικοί στις γεωπολιτικές απόψεις που εκφράζονται και να μη θαμπωνόμαστε απ’ τα μεγάλα ονόματα και τα ερευνητικά ιδρύματα που τις εκφράζουν, διότι πολλοί από αυτούς χρηματοδοτούνται από συγκεκριμένα λόμπι και κυβερνήσεις για να προωθούν τα συμφέροντα τους. Το ζήτημα δεν είναι η ίδια η χρηματοδότηση, αλλά το γεγονός ότι αυτή κρατείται μυστική ή το ποσόν της χρηματοδότησης, παραβιάζοντας έτσι μια σειρά από νόμους και κανονισμούς, γιατί δεν έχουν σκοπό να προωθήσουν πρώτιστα τα εθνικά συμφέροντα.
Τέλος η επιστήμη της γεωπολιτικής και η δημοσιογραφία γύρω από αυτήν διακρίνεται : α. σε περιγραφική, όπου περιγράφονται τα γεγονότα που σχετίζονται με τα γεωπολιτικά σχέδια, β. σε αναλυτική, όπου προσπαθούν να ερμηνευτούν τα γεγονότα (αίτια, σκοποί), και γ. σε προβλεπτική, όπου προσπαθούν να προβλέψουν τις επόμενες κινήσεις στο γεωπολιτικό παιχνίδι μεταξύ αυτών που συμμετέχουν ή κι άλλων δυνάμεων, που πιθανόν, να θελήσουν να επέμβουν. Δύσκολες οι προβλέψεις –πρέπει να ξέρεις πολλά και να διαισθάνεσαι περισσότερα- αλλά εκεί παίζεται το παιχνίδι! Όποιος προβλέψει σωστά, θα προλάβει και να προετοιμαστεί για το μέλλον για να μη βρεθεί αδιάβαστος κι απροετοίμαστος και χαμένος στο παιχνίδι!
Η ΝΕΑ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
Το όλον θέμα της εξωτερικής πολιτικής μπορεί να συμπυκνωθεί στα παρακάτω δυο ερωτήματα που αφορούν τους στόχους που αυτή θέτει.
α. Μια κυβέρνηση ασκεί εθνική εξωτερική πολιτική; μελετημένη πολιτική, βάθους κι ουσίας με μακροπρόθεσμους και βραχυπρόθεσμους στόχους;
ή
β. ασκεί προσωπική, επικοινωνιακή, λαϊκίστικη εξωτερική πολιτική και διπλωματία;
Δυστυχώς για το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών, ο συγγραφέας δεν μπορεί να ισχυριστεί το πρώτο, εκτός ολίγων εξαιρέσεων. Αναφέρει
«η ελληνική εξωτερική πολιτική είναι παρωχημένη αδυνατεί να συμβαδίσει με τους μεταβαλλόμενους καιρούς ακολουθεί δουλικά τις αμερικάνικες προσταγές ασκείται από υπαλλήλους που διαπρέπουν στις δημόσιες σχέσεις, αλλά όχι στη βαθιά σκέψη».
1.Γιατί πρέπει να αλλάξει η ελληνική εξωτερική, που γενικά ασκείται ως σήμερα;
2.Ποια είναι η νέα εξωτερική πολιτική που προτείνει ο συγγραφέας Β. Μαρκεζίνης;
3.Ποιος είναι ο ρόλος του Υπουργείου Εξωτερικών (ΥΠΕΞ);
Η δομή του; ο ρόλος των συμβούλων του υπουργού; η ποιότητα και τα κριτήρια πρόσληψης του υπαλληλικού προσωπικού; με ποια κριτήρια χρησιμοποιεί τα κονδύλια που δικαιούται; η χάραξη της εξωτερικής πολιτικής πρέπει να γίνεται από τον Υπουργό ή τον πρωθυπουργός; ποιος χαράσσει την εξωτερική πολιτική στις άλλες χώρες; και τέλος γιατί το ελληνικό υπουργείο εξωτερικών αδυνατεί να ασκήσει μια μελετημένη εθνική πολιτική σε βάθος χρόνου κι αντίθετα εξαντλείται σε προσωπικές, επικοινωνιακές, λαϊκίστικες πολιτικές χωρίς βάθος;
1.Ο συγγραφέας επισημαίνει ότι η ελληνική εξωτερική πολιτική είναι μονοδιάστατη, όσον αφορά το γενικό προσανατολισμό της, δεμένη στο άρμα των ΗΠΑ, απ’ το τέλος του Β! Παγκοσμίου Πολέμου, 65 χρόνια στατικότητας, παρόλο που ο κόσμος μεταβάλλεται ραγδαία, ιδίως τα τελευταία 20-30 χρόνια. Οι αλλαγές, που σημειώθηκαν τα χρόνια αυτά και διαμόρφωσαν ένα νέο διεθνές τοπίο, είναι οι ακόλουθες:
Α. η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης πυροδότησε περισσότερες κι απρόβλεπτες συνέπειες, απ’ όσες είχαν υπολογιστεί. Το διπολικό σύστημα που επικρατούσε κατά τη διάρκεια του Ψυχρού πολέμου κατέρρευσε και οι ΗΠΑ ενώ είχαν απομείνει η μοναδική υπερδύναμη στον κόσμο για λίγα χρόνια, στη συνέχεια η παγκόσμια κυριαρχία της κλονίστηκε και σήμερα αμφισβητείται από τα νέα παγκόσμια κέντρα ισχύος που αναδύονται στην Ασία (Κίνα, Ινδία…) και τη Ρωσία. Ζώντας λοιπόν σ’ αυτή τη μεταβατική εποχή, που η κατάσταση είναι ρευστή και συγκρουσιακή μέχρι να παγιωθεί ένα καινούργιο σύστημα παγκόσμιας ισορροπίας –τριπολικό (ΗΠΑ-Ρωσία-Κίνα) ή μια νέα παραλλαγή του διπολικού συστήματος - η Ελλάδα πρέπει να διαμορφώσει μια πολιτική ίσων αποστάσεων απ’ τα κυριότερα κέντρα ισχύος σήμερα την Αμερική, την Κίνα, τη Ρωσία, και να πάψουμε να ακολουθούμε πιστά σε βάρος μάλιστα του εθνικού μας συμφέροντος (δες πΓΔΜ, Κύπρος, Αιγαίο) τις προσταγές των ΗΠΑ. Αυτό το γεωπολιτικό κενό που δημιουργήθηκε απ’ την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης διείδε κι εκμεταλεύτηκε πρώτος ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Νταβούτογλου κι αναθεώρησε την τουρκική εξωτερική πολιτική στη μεταψυχροπολεμική εποχή. Και με χιούμορ ο Μαρκεζίνης κλείνει κάποιο απ’ τα δοκίμια του λέγοντας «Ελλαδίτσα τ’ ακούς;» υπονοώντας ότι εμείς έχουμε παραμείνει ακόμη στη λογική του Ψυχρού πολέμου.
Β. Ένας επιπλέον λόγος αποστασιοποίησης της εξωτερικής πολιτικής της Ελλάδας από την πολιτική των ΗΠΑ είναι ότι επιταχύνεται όλο και περισσότερο η απομάκρυνση της Ευρώπης –στην οποία ανήκει κι η Ελλάδα- από την Αμερική, ιδίως μετά την κατάρρευση της σοβιετικής απειλής, ενώ αναδύεται η προσέγγιση Ευρώπης- Ρωσίας.
Ο ευρωατλαντισμός δηλαδή η προσέγγιση Ευρώπης-Αμερικής είναι ένας μύθος, τονίζει ο συγγραφέας κι όπως κάθε μύθος έχει μια λογική βάση που στηριζόταν, κατά το παρελθόν, πάνω στα κοινά τους συμφέροντα. Για παράδειγμα πίσω από το σχέδιο Μάρσαλ, σύμφωνα με το οποίο η Αμερική βοήθησε την Ευρώπη να ορθοποδήσει μετά το Β! Παγκόσμιο πόλεμο, κρυβόταν η θέληση της Αμερικής να μην εξαπλωθεί ο κομμουνισμός στη Δυτική Ευρώπη και χάσει έναν σπουδαίο στρατηγικό σύμμαχο στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Η προώθηση από τις ΗΠΑ της επανένωσης της Δυτικής Γερμανίας με την Ανατολική κρύβει την επιθυμία των ΗΠΑ αλλά και της Γερμανίας να δημιουργηθεί ένα ισχυρό προπύργιο ενάντια σε μια ενδεχόμενη ανάκαμψη της Ρωσίας. Επειδή όμως στους γεωπολιτικούς σχεδιασμούς υπάρχει και το απρόβλεπτο η επανένωση της Γερμανίας συνέβαλε στην ισχυροποίηση της, έτσι ώστε να φλερτάρει τώρα με τη Ρωσία, κάνοντας απιστίες στις ΗΠΑ! Με δυο κουβέντες «ο γάμος Αμερικής-Ευρώπης ήταν γάμος από συμφέρον κι όχι από έρωτα»(σ.168) καταλήγει ο συγγραφέας, και βέβαια πάντοτε υπήρχαν υποβόσκουσες εντάσεις μεταξύ των ΗΠΑ και της Ευρώπης ήδη από την εποχή της αμερικάνικης ανεξαρτησίας.
Όσο χάνει έδαφος όμως ο ευρωατλαντισμός τόσο μεγαλώνουν τα περιθώρια για να αναπτυχθεί
ο ευρωασιατισμός για να χρησιμοποιήσω το νέο όρο της σύγχρονης διπλωματίας. Η Ευρώπη έχει ανάγκη τη Ρωσία και η Ρωσία την Ευρώπη. Η Ευρωπαϊκή Ένωση προτιμά το ρωσικό φυσικό αέριο από το πετρέλαιο της Μέσης Ανατολής με τις δυσκολίες μεταφοράς του και την πολιτική εξάρτηση από τις πολιτικά «ασταθείς» χώρες που το παράγουν. Η Ρωσία έχει ανάγκη τη τεχνογνωσία της Ευρώπης κι οι δυο βλέπουν καινούργιες αγορές να ανοίγονται μπροστά τους, η πρώτη για να πουλήσει ενέργεια κι η δεύτερη για επενδύσεις. Ακόμα ο ενδόμυχος φόβος
της αχανούς Ρωσίας μπροστά στην ταχύτατη ανάπτυξη της γείτονος της κι υπερπληθούς Κίνας την ωθεί να αναζητεί στρατηγικό σύμμαχο στην αναπτυγμένη γειτονική της Ευρώπη. Εξάλλου η Ρωσία (ως τα Ουράλια) ανήκει στην Ευρώπη γεωγραφικά, ιστορικά, πολιτισμικά, θρησκευτικά. Η λογοτεχνία της, η αρχιτεκτονική της, η πολιτική της ιστορία…πάντα ήταν συνδεδεμένα με την Ευρωπαϊκή ιστορία και πολιτισμό. Ο συγγραφέας Β. Μαρκεζίνης τίθεται ανεπιφύλακτα υπέρ της Ευρωσίας ή Ευρασίας λέγοντας
χαρακτηριστικά « θεωρώ συναρπαστικό αντικείμενο μελέτης, βλέπω ως ένα είδος διανοητικής παρτίδας σκάκι […]τη συνεργασία εντός της Ευρώπης υπό την ευρύτερη γεωγραφική έννοια του όρου. Διότι, εάν επιτευχθεί αυτή η συνεργασία, θα μπορούσε να εξοπλίσει καλύτερα την Ευρώπη και τη Ρωσία, ώστε να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τα διάφορα σημεία σύγκρουσης, […] που μπορεί να απειλήσουν και τις δυο πολύ περισσότερο από τους κινδύνους που προκύπτουν από τη μέχρι τώρα αντιπαλότητα τους. Δυστυχώς όμως το αντικομμουνιστικό σύνδρομο, κατάλοιπο του Ψυχρού πολέμου, εμποδίζει τους Έλληνες να δουν θετικά τη Ρωσία και τα οφέλη από μια στενότερη συνεργασία μαζί της.
Γ. Επίσης η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης έφερε μια σειρά αλλαγών που αποσταθεροποίησαν την υπάρχουσα ισορροπία στην περιοχή που έλεγχε παλαιότερα. Η δημιουργία νέων κρατών στην Κεντρική Ασία, (Καζακστάν και Τουρκμενιστάν…) και στον Καύκασο (Γεωργία, Αρμενία, Αζερμπαϊτζάν) και οι συνεχιζόμενοι πόλεμοι εκεί άλλαξαν τα δεδομένα. Η πολυφυλετική και πολυθρησκευτική σύνθεση των λαών που κατοικούν τον Καύκασο δυσκολεύει τη συγκρότηση εθνικών κρατών. Η επέμβαση όμως των ισχυρών της γης εκεί για ίδια συμφέροντα κάνει την κατάσταση πολύ πιο εκρηκτική. Πρώτον, ο τεράστιος ενεργειακός πλούτος που βρίσκεται στις περιοχές αυτές, με πρώτο το Τουρκμενιστάν, που θεωρείται ο γίγαντας
των ενεργειακών αποθεμάτων, έφερε σε σύγκρουση τους ισχυρούς της γης, κύρια Ρωσία-Αμερική αλλά κι Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεύτερον, οι χώρες του Καυκάσου βρίσκονται πάνω στο δρόμο που ενώνει Ανατολή-Δύση και Βορά-Νότο, δρόμο αναγκαίο για τη μεταφορά του πετρελαίου και φυσικού αερίου στην Ευρώπη και για την πρόσβαση της Ρωσίας στις θερμές θάλασσες (Εύξεινος, Μεσόγειος, Περσικός κόλπος). Η Αμερική και η Ρωσία λοιπόν βιάζονται ποιες απ’ τις περιοχές αυτές θα βρεθούν κάτω από τη σφαίρα επιρροής τους. Γι’ αυτό μπλέκουν στα γεωπολιτικά τους παιχνίδια τους λαούς που κατοικούν εκεί, τονίζοντας τις διαφορές τους, φανατίζοντας τους, κι υποβοηθώντας τους στρατιωτικά. Τρίτον, ας μην ξεχνούμε ότι οι περιοχές αυτές βρίσκονται πάνω σε τμήμα της περιμέτρου που κυκλώνει τη Ρωσία -περίμετρο που η Αμερική από την εποχή του Ψυχρού πολέμου περιέλαβε στη γεωπολιτική στρατηγική της θέλοντας να ελέγχει την κομμουνιστική Ρωσία, κι ακόμη και σήμερα εξακολουθεί το ίδιο, παρότι ο κομμουνισμός κατάρρευσε. Γιατί; Όσο όμως η Ρωσία αισθάνεται αυτόν τον κλοιό να την περισφίγγει, τόσο θα ασφυκτιά, σαν το θηρίο στο κλουβί του και θα αγριεύει. Φαντάζεστε λοιπόν, τι αντιθέσεις συμφερόντων υπάρχουν μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, που εμπλέκονται με τις αντιθέσεις των μικρών λαών και των φυλών της περιοχής, και γιατί οι πόλεμοι εκεί δεν έχουν τελειωμό, μέχρι να κλείσει αυτό το γεωπολιτικό κενό!
Η γείτονος μας Τουρκία, γείτονος εκ Βορειοανατολικών και με χώρες του Καυκάσου και της Κεντρικής Ασίας διείδε πρώτη το γεωπολιτικό κενό λόγω της διαταραχθείσης ισορροπίας κι άλλαξε την εξωτερική της πολιτική. Φιλοδοξεί επηρεάζοντας το μουσουλμανικό στοιχείο ή τους τουρκόφωνους που υπάρχουν εκεί, να αναδειχθεί σε περιφερειακή δύναμη, παίζοντας το ρόλο του διαμεσολαβητή, για να κερδίσει έτσι οφέλη για τον εαυτό της.
Δ. Πιο συγκεκριμένα, όσον αφορά το θέμα των αγωγών, που θα μεταφέρουν πετρέλαιο και φυσικό αέριο από τον Καύκασο στην Ευρώπη έχει ξεσπάσει σφοδρός ανταγωνισμός μεταξύ των δυνάμεων που εμπλέκονται στη μεταφορά ενέργειας. Αυτός ή αυτοί που θα ελέγχουν τη μεταφορά τους θα προσκομίσει τεράστια οικονομικά και πολιτικά οφέλη. Μέχρι στιγμής έχουν σχεδιαστεί οι εξής αγωγοί, αλλά η λειτουργία τους απαιτεί τεράστια οικονομικά ποσά για την κατασκευή τους, αρκετή ποσότητα αερίου ή πετρελαίου για την καθημερινή ροή τους –που μια μόνο χώρα παραγωγής ενέργειας δυσκολεύεται να την καλύψει- και συμφωνίες πολιτικές μεταξύ των κρατών που αναγκαστικά θα συνεργαστούν για την ολοκλήρωση του έργου.
Ο αγωγός Nabucco Stream, αμερικανοτουρκικών συμφερόντων, ξεκινά από το Μπακού του Αζερμπαϊτζάν στην Κασπία θάλασσα και διερχόμενο από την Τουρκία φτάνει στο Μπουργκάς της Βουλγαρίας και μέσω Ρουμανίας, Ουγγαρίας διακλαδίζεται στα γειτονικά κράτη.
Ο αγωγός South Stream, ρωσικών συμφερόντων κι ιταλικών ακόμη, ξεκινά από τα ανατολικά παράλια του Εύξεινου Πόντου της Ρωσίας, διασχίζει υπόγεια τον Εύξεινο Πόντο και φτάνει στο Μπουργκάς της Βουλγαρίας. Από κει διακλαδίζεται στα δυο: ο ένας αγωγός δια μέσου της Β. Ελλάδας φτάνει στην Κάτω Ιταλία κι ο άλλος μέσω Σερβίας φτάνει στην Αυστρία και στις άλλες χώρες της Ευρώπης.
Ο Blue Stream, ρωσοτουρκικών συμφερόντων, επαναδραστηριοποιήθηκε ως ιδέα, όταν η Βουλγαρία ανέβαλε (προσωρινά έστω;) τον αγωγό South Stream, κάτω από τη πίεση της Αμερικής ή απ’ την απληστία της, αναφέρει ο συγγραφεύς, για να μείνει η Ρωσία εκτός παιχνιδιού ή να μπει καθυστερημένα στο παιχνίδι, αν θα τη συμφέρει πια. Έτσι η Ρωσία, ως εναλλακτική λύση, προωθεί τον αγωγό που απ’ τα παράλια της Ρωσίας διέρχεται υπογείως τον Εύξεινο και φτάνει στη πόλη Σαμψούντα του Πόντου κι από εκεί Άγκυρα και μετά Ελλάδα, (μέσω Θράκης) κι από Ελλάδα στην Ιταλία.
Η Ρωσία και η Τουρκία σχεδιάζουν κι άλλον αγωγό Σαμψούντα-Άδανα(Τσεϊχάν), που ξεκινά από τη Σαμψούντα του Πόντου, διασχίζει σχεδόν κάθετα την Τουρκία και καταλήγει στην πόλη Τσεϊχάν (Άδανα), απέναντι από την Κύπρο.
Η Τουρκία με τη συμμετοχή της σε δυο (ή τρεις) αγωγούς και ρωσικών κι αμερικάνικων συμφερόντων, στο Nabucco και στο Blue Stream, που μεταφέρουν ενέργεια κι από τις πηγές της Ρωσίας κι από τις πηγές του Καυκάσου, πετυχαίνει μεγάλη νίκη οικονομική και γεωστρατηγική, διότι καθίσταται η χώρα-κλειδί απ’ την οποία θα περάσουν αναγκαστικά όλοι οι αγωγοί. Η Τουρκία ασκεί εθνική εξωτερική πολιτική και δεν φοβάται την Αμερική να αναπτύξει σχέσεις ενεργειακές και με τη Ρωσία. Έτσι εξασφαλίζει φτηνότερη ενέργεια για την ίδια, είσπραξη ναύλων μεταφοράς, και πετυχαίνει να εξαρτώνται από αυτήν οι χώρες, τις οποίες προμηθεύει ενέργεια, που πρακτικά σημαίνει ότι μπορεί να τις πιέζει να υποχωρούν σε θέματα γεωστρατηγικά, στα οποία διαφωνούν οι δυο χώρες.
Για την Ελλάδα έχει μεγάλη σημασία, αν προμηθευόμαστε ενέργεια μέσω Τουρκίας, από τον Blue Stream, διότι τότε η πολιτική εξάρτηση της Ελλάδας από την Τουρκία είναι δεδομένη, τη στιγμή που υπάρχουν διεκδικήσεις της γείτονος χώρας σε θέματα εθνικής κυριαρχίας μας. Αντίθετα η διέλευση του South Stream από την Ελλάδα καθιστά τη χώρα μας ανεξάρτητη από την Τουρκία, η οποία σημειωτέον δεν συμμετέχει στον αγωγό αυτόν.
Ε. Ακόμα το νέο Ανατολικό ζήτημα, όπως το χαρακτηρίζει ο συγγραφέας, και για το οποίο αφιερώνει ολόκληρο το 3ο κεφάλαιο του βιβλίου του Μια νέα εξωτερική πολιτική για την Ελλάδα, αποτελεί έναν ακόμη λόγο για να επαναπροσδιορίσουμε την εξωτερική πολιτική μας. Η αναβίωση του νέο-οθωμανισμού με το δόγμα Νταβούτογλου, ο οποίος κατάφερε να ντύσει τον επεκτατισμό της σύγχρονης Τουρκίας με ιστορικό και επιστημονικό μανδύα, φανερώνει ότι ένα νέο Ανατολικό Ζήτημα, αρχίζει να αναδύεται, διαφορετικό κι αντίθετο ακόμα απ’ το Ανατολικό Ζήτημα του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα. Το παλαιό Ανατολικό ζήτημα αποτέλεσε ένα μακροχρόνιο και φλέγον διεθνές ζήτημα, που αφορούσε τη διανομή της καταρρέουσας Οθωμανικής αυτοκρατορίας και τον ανταγωνισμό των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής εκείνης –με προεξάρχοντες την Αγγλία και τη Ρωσία, ακολουθούμενες από Γαλλία και Γερμανία- σχετικά με τον έλεγχο των περιοχών που θα αποσχίζονταν, κατά τη διάλυση και διανομή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Αυτό το Ανατολικό ζήτημα, που έληξε με τον Α! Παγκόσμιο πόλεμο είχε απρόβλεπτες συνέπειες για τους ίδιους τους πρωταγωνιστές αλλά και για τους λαούς που ζούσαν μέσα στα σύνορα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Από τη μια κατάρρευσαν οι αυτοκρατορίες που ανταγωνίζονταν μεταξύ τους (Γερμανική, Ρωσική, Αυστροουγγρική, Γαλλική, Οθωμανική) κι απ’ την άλλη αναδύθηκαν νέα εθνικά κράτη στα Βαλκάνια και στη Μέση Ανατολή.
Στο δόγμα Νταβούτογλου, πίσω από την «πολυγαμική» εξωτερική πολιτική, όπως την ονομάζει, που σκοπό έχει να αναδείξει την Τουρκία σε περιφερειακή δύναμη, κρύβονται σχέδια εδαφικού επεκτατισμού. «Επειδή η Τουρκία δεν αγνοεί αυτό το γεγονός, έχει φροντίσει να παρουσιάσει ότι το πρόγραμμα Νταβούτογλου βασίζεται α. σε μηδενικά προβλήματα με τους γείτονες β. στην οικονομική συνεργασία μαζί τους γ. δίνει έμφαση ότι η Τουρκία εκπροσωπεί το ήπιο Ισλάμ κι όχι τον ισλαμικό φονταμενταλισμό».(σ.419) Ο επεκτατισμός όμως αυτός θα προκαλέσει προβλήματα με παλιούς και νέους γείτονες της Τουρκίας, σύμφωνα με την προβλεπτική γεωπολιτική, με την οποία του αρέσει να ασχολείται ο συγγραφέας Β. Μαρκεζίνης, παρ’ όλες τις δυσκολίες πρόβλεψης και τους κινδύνους διάψευσης της στο μέλλον, όπως χαρακτηριστικά γράφει.
Έτσι στο μέλλον η πολιτική αυτή θα φέρει σε σύγκρουση τη Ρωσία με την Τουρκία, εξ αιτίας των χωρών του Καυκάσου και των τουρκόφωνων χωρών της Κεντρικής Ασίας, τις οποίες η Τουρκία φιλοδοξεί να ελέγχει, και οι οποίες όμως συνορεύουν με τη Ρωσία καθιστώντας έτσι ασφυκτικό τον κλοιό γύρω από αυτήν. Επίσης θα φέρει σε σύγκρουση το Ισραήλ με την Τουρκία, εξ αιτίας των Παλαιστινίων, τους οποίους τώρα τελευταία η Τουρκία αρχίζει να προστατεύει, θέλοντας να αναδειχτεί σε ηγέτιδα δύναμη των μουσουλμάνων της Μέσης Ανατολής, θέση όμως που διεκδικεί και το Ιράν. Επίσης ανακαλύπτοντας έναν νέο ρόλο για τον εαυτό της, ως προστάτιδα των μουσουλμάνων στα Βαλκάνια, (Βοσνία, Κοσσυφοπέδιο), δεν αποκλείεται στο μέλλον να εγείρει θέμα για «τουρκικές» μειονότητες στην Ελλάδα (Θράκη) και στη Βουλγαρία.
Ακόμα δεν είναι αλήθεια ότι η Τουρκία έχει μηδενικά προβλήματα με γείτονες λαούς, αφού με τους Έλληνες είναι ανοιχτά τα προβλήματα στο Αιγαίο, στην Κύπρο. Κι επίσης το Κουρδικό ζήτημα δεν έχει λυθεί. Πίσω λοιπόν από τα ωραία λόγια του δόγματος Νταβούτογλου κρύβονται ίδια συμφέροντα. Εμείς λοιπόν οι Έλληνες, ας μη βιαστούμε να κλείσουμε συμφωνίες μαζί τους, τονίζει ο συγγραφέας, υπονοώντας ίσως οικονομικές συμφωνίες για συνεκμετάλλευση του Αιγαίου, διότι μπάζουμε τον εχθρό μέσα στο σπίτι μας από την πίσω αυλή, όπως γράφτηκε στον αθηναϊκό Τύπο
, με ευκαιρία την επίσκεψη Παπανδρέου στο Ερζερούμ. Στην άποψη του Ναβούτογλου ότι το ήπιο Ισλάμ πρεσβεύει σε αξίες που είναι συμβατές με τις αξίες του χριστιανισμού", ο νομικός επιστήμονας Μαρκεζίνης τονίζει ότι θεωρητικά ωραία ακούγεται η άποψη αυτή, στην πρακτική όμως εφαρμογή της δεν ισχύει αυτό, γεγονός που αποδεικνύεται από τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η Τουρκία να εναρμονίσει το δίκαιο της σύμφωνα με τα ανθρώπινα δικαιώματα, που ισχύουν στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, απαραίτητη προϋπόθεση για να ενταχθεί στην ΕΕ.
Γι όλους αυτούς γενικά τους λόγους η ελληνική εξωτερική πολιτική πρέπει να επαναπροσδιοριστεί για να συμβαδίζει με τους σύγχρονους καιρούς.
ΜΕΡΟΣ Β'
Ο συγγραφέας Σπύρος Μαρκεζίνης, αφού μας εξήγησε για ποιούς λόγους πρέπει να αλλάξει η ελληνική εξωτερική πολιτική (βλέπε στο ίδιο μπλοκ), στη συνέχεια παρουσιάζει τους στόχους που πρέπει να θέσει η νέα ελληνική εξωτερική πολιτική. 2.Οι ΣΤΟΧΟΙ να επικεντρωθούν στα εξής: Βαθμιαία ανεξαρτοποίηση μας από την πολιτική των ΗΠΑ Είναι ευκαιρία λοιπόν αυτή τη χρονική στιγμή, που η κατάσταση στη διεθνή σκηνή είναι ρευστή και που οι ΗΠΑ στο εσωτερικό τους αντιμετωπίζουν πολλά προβλήματα και δεν μπορούν πλέον να παίξουν το ρόλο της μοναδικής υπερδύναμης στον κόσμο, να αποστασιοποιηθούμε από την πολιτική των ΗΠΑ. Εξάλλου οι τελευταίοι υπερπόντιοι πόλεμοι που διεξήγαγε, την εξάντλησαν οικονομικά, στρατιωτικά, ηθικά. Επίσης έχοντας υπόψη ότι στα εθνικά μας θέματα δεν μας συμπαραστέκεται δεόντως (πΓΔΜ, Κυπριακό, Αιγαίο) είναι καιρός να απελευθερωθούμε από τα σύνδρομα της υποταγής, χωρίς αυτή η ανεξαρτοποίηση να σημαίνει ότι δεν θα υπάρχουν φιλικές σχέσεις μεταξύ μας. Παράδειγμα η σημερινή Τουρκία, η οποία απαλλάχτηκε από τις αμερικάνικες αυταπάτες της βλέποντας τη διπροσωπία των ΗΠΑ, κι έκτοτε ακολουθεί μια πολιτική δίνοντας προτεραιότητα στα δικά της εθνικά συμφέροντα και όχι των ΗΠΑ.
Η σύσφιξη των σχέσεων μας και με τα νέα κέντρα ισχύος που αναδύονται παγκόσμια, Ρωσία, Κίνα, Ινδία. Την Κίνα την ενδιαφέρουν τα ελληνικά λιμάνια, μέσω των οποίων έχει πρόσβαση στην Ευρώπη. Ας αδράξουμε την ευκαιρία τώρα γιατί η Κίνα επικεντρώνει το ενδιαφέρον της, όλο και πιο έντονα, στην Αφρική, Ινδία. Λατινική Αμερική, θεωρώντας την Ευρώπη αδύναμη και διχασμένη. Όσον αφορά τη Ρωσία, να διαδραματίσουμε πιο ενεργό ρόλο στην ιδέα της ρωσο-ευρωπαϊκής συνεργασίας, έστω κι αν είμαστε μικρή χώρα. Να εκμεταλευτούμε τους κοινούς δεσμούς που είχαμε στο παρελθόν με την ορθόδοξη Ρωσία, να εξαλείψουμε τις αντιρωσικές φοβίες μας, που χαρακτήριζαν το παλιό ΝΑΤΟ κι έκφραζαν αντισοβιετικά κομμουνιστικά κατάλοιπα. Να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη των Ρώσων με μια συνεπή εξωτερική πολιτική, που να δείχνει ότι δεν ακολουθούμε πειθήνια την αμερικάνικη πολιτική. Και η συμφωνία για τον αγωγό South Stream ήταν μια καλή αρχή προς αυτήν την κατεύθυνση, που δυστυχώς προς το παρόν έχει παγώσει.