Το ιστολόγιο της Αγγελικής Π. Σούλη

Η καταγραφή των αναγνώσεων αυτών ξεκίνησε από την επιθυμία μου να μην ξεχασθούν ιδέες και συναισθήματα που κάποτε με είχαν συγκινήσει.
Γράφοντας συνειδητοποίησα ότι ο χρόνος που αφιέρωνα στην ανάλυση, σύνθεση, αξιολόγηση του έργου, μου χάριζε ένα αίσθημα δημιουργίας.
Η επαγγελματική μου απασχόληση (φιλόλογος) μου έδωσε τα κίνητρα και τα μέσα για αυτές τις αναγνώσεις. Κι έτσι με συνεπήρε το ταξίδι της ανάγνωσης και της γραφής!
Κι ανοίχτηκε μπροστά μου ένας ολόκληρος κόσμος, σχεδόν ανεξερεύνητος,της δημιουργικής ανάγνωσης και γραφής.
"Η ανάγνωση δεν μπορεί να είναι ούτε μία ούτε άπειρες" όπως τονίζει ο Ουμπέρτο Έκο, αφού η υποκειμενική ερμηνεία του γράφοντος πρέπει να δένει με τους περιορισμούς που θέτει το κείμενο.

Και μια διευκρίνιση:
Καμμιά ανάγνωση δεν μπορεί να αντικαταστήσει το ίδιο το βιβλίο αλλά μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο ανάμεσα στον αναγνώστη και στο βιβλίο φωτίζοντας το, κάνοντας το πιο κατανοητό και καλλιεργώντας συγχρόνως τη φιλαναγνωσία.



Δευτέρα 20 Απριλίου 2020

"Homo Deus", Γιουβάλ Νώε Χαράρι, Εκδ. Αλεξάνδρεια, 2017



Στις μέρες της καραντίνας λόγω κορονοϊού και προβληματιζόμενη για την επόμενη μέρα της υγειονομικής και οικονομικής κρίσης, που όπως φαίνεται ακολουθεί, ανακάλυψα τον Γιουβάλ Νώε Χαράρι, καθηγητή ιστορίας στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο του Ισραήλ, ο οποίος στο βιβλίο του “Homo Deus” (Άνθρωπος Θεός)  παρουσιάζει   μια δυστοπία για το μέλλον της ανθρωπότητας, όπου ο homo sapiens (o σκεπτόμενος άνθρωπος) θα παραχωρήσει τη θέση του στον Άνθρωπο Θεό!
Προβληματίστηκα να αναρτήσω την ανάγνωση του βιβλίου αυτού στο ιστολόγιο μου γιατί δεν με έπεισε η συνολική ερμηνεία που δίνει για την εξέλιξη του χόμο σάπιενς θυμίζοντας μου πιο πολύ βιβλίο επιστημονικής φαντασίας. Όμως το βιβλίο αυτό μας ενημερώνει για τις τελευταίες τεχνολογικές εξελίξεις στη Silicon Valley των Η.Π.Α για την Τεχνική Νοημοσύνη χωρίς συνείδηση, για την κυριαρχία και τη παντοδυναμία των αλγορίθμων σήμερα όχι μόνο στην πληροφορική αλλά παντού, στον άνθρωπο, στη φύση, στο σύμπαν, για το πάντρεμα των αλγορίθμων με τη βιολογία, που οδηγεί για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας στη σύνδεση της οργανικής με την ανόργανη ύλη, η οποία επιτρέπει σε κάποιους να σχεδιάζουν και να χρηματοδοτούν  την αναβάθμιση του ανθρώπου σε θεό!
Ο συγγραφέας δηλώνει ότι το αφήγημα που πλάθει δεν είναι προφητεία αλλά μια πιθανή πρόβλεψη για το μέλλον της ανθρωπότητας. Ο Χαράρι είναι καλός αφηγητής  που χρησιμοποιώντας μια απλή γλώσσα εντυπωσιάζει πολύ τον αναγνώστη με όσα λέει αλλά και τον τρομοκρατεί ώστε να τον κάνει να σιωπά ή να τον παρασέρνει να αποδεχτεί τα όσα γράφει. Το αφήγημα του όμως  έχει άλματα σκέψης, πλήθος φλύαρων παραδειγμάτων και ενοράσεις, όπως και ο ίδιος παραδέχεται. Προβάλλει απόψεις όπως για την απουσία ελεύθερης βούλησης ενώ αποσιωπά διαφορετικές απόψεις νευροεπιστημόνων. Δεν μπόρεσα να ξεχωρίσω πολλές φορές πού ακριβώς σταματούν τα ζοφερά σχέδια των γκουρού της υψηλής τεχνολογίας και πού αρχίζει η ερμηνεία του Χαράρι. Αν και διαφωνεί με τα μεγαλεπήβολα σχέδια τους, και ενίοτε με λεπτή ειρωνεία σχολιάζει τη στάση τους,  δεν μπορούσα πάντα να ξεχωρίσω εξ ονόματος ποιου μιλάει, του εαυτού του ή των φωστήρων. Κρούει τον κώδωνα του κινδύνου αλλά μέσα από την ερμηνεία που παρουσιάζει, η εξέλιξη του χόμο σάπιενς στο μέλλον φαίνεται ως προδιαγεγραμμένη.                                                                                          
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.

Πέμπτη 2 Απριλίου 2020

«Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα», 'Αλκη Ζέη, Εκδ.Κέδρος, 1987

Με αφορμή το θάνατο της Άλκης Ζέη ξαναδιαβασα  το βιβλίο της «Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα, γιατί αισθάνθηκα την ανάγκη να επαναφέρω στη μνήμη μου όσα με είχαν συγκινήσει πριν 30 χρόνια και  σας το παρουσιάσω.

Το ιστορικό και πολιτικό υπόβαθρο του βιβλίου στηρίζεται πάνω στα γεγονότα που βίωσε η ίδια η συγγραφέας σε διάστημα περίπου 30 χρόνων:  από την Απελευθέρωση της Ελλάδας το 1944 από τους Γερμανούς κατακτητές, το αδελφοκτόνο μίσος που εμφανίστηκε πριν τον Εμφύλιο, την εξορία πολλών ηττημένων του Εμφυλίου στη Τασκένδη και στη Μόσχα, μέχρι την αυτοεξορία της στο Παρίσι κατά τη στρατιωτική δικτατορία του 1967-1974. Ωστόσο η συγγραφέας έχει αναφέρει σε συνέντευξη της ότι ούτε η αρραβωνιστικιά ούτε ο Αχιλλέας ταυτίζονται με την ίδια και το σύζυγο της Γ. Σεβαστίκογλου που ως πολιτικός πρόσφυγας την περίμενε στην Τασκένδη.  Σίγουρα κάθε συγγραφέας εμπνέεται από την εποχή του και τα βιώματα του αλλά η συγγραφέας τα μεταπλάθει με τέτοιο τρόπο ώστε να μας χαρίσει ένα ωραιότατο μυθιστόρημα εστιάζοντας στον άνθρωπο κι όχι στη φορτισμένη με κομματικούς φανατισμούς εποχή της.   Πρόκειται για τη «βιογραφία» της  γενιάς που ανδρώθηκε στην ταραχώδη δεκαετία του 1940 για την Ελλάδα,  που αντιστάθηκε κατά των Γερμανών και αργότερα αγωνίστηκε για τα ιδανικά της Αριστεράς. Τα ιστορικά και πολιτικά γεγονότα λειτουργούν ως σκηνικό που ορίζουν το χώρο και το χρόνο μέσα στον οποίο εκτυλίσσεται η ζωή των ηρώων της και δεύτερο ως καταλύτες για τις σημαντικές αποφάσεις που πήραν  για τη ζωή τους.

 «Κανείς από τη γενιά μας δεν πρόλαβε, τους προλάβαιναν πάντα τα γεγονότα» που σκέπαζαν τις δικές τους επιθυμίες και θεωρούσαν τόσο φυσικό να υπακούουν σε αυτά, επαναλαμβάνει αρκετές φορές η συγγραφέας. Η γενιά της Αντίστασης είχε πολύ ανεπτυγμένο το αίσθημα του καθήκοντος προς την πατρίδα και προς μια δικαιότερη κοινωνία χάρη των οποίων υπέτασσε το ατομικό στο συλλογικό καλό. «Ο αγώνας απαιτεί θυσίες» έλεγε ο Αχιλλέας στην δεκαεξάχρονη Δάφνη, γνωστή όμως με το συνωμοτικό όνομα Ελένη,  που τον ερωτεύτηκε. Λίγο αργότερα όμως όλοι την αποκαλούσαν «η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα», αφού είχε την τύχη να την διαλέξει για μέλλουσα γυναίκα του ο αρχηγός της οργάνωσης, ο πρώτος στη μάχη που θαύμαζαν κι εμπιστεύονταν όλα τα μέλη της οργάνωσης! Ο έρωτας όμως δεν ήταν στις προτεραιότητες του Αχιλλέα, ακόμα κι όταν παντρεύτηκαν βιαστικά χωρίς νυφικό και καλεσμένους, διότι την ίδια μέρα έπρεπε να φύγει για το βουνό, αντάρτης, αφού είχε πάρει εντολή «από πάνω». «Θα ζήσουμε μαζί» της έλεγε «αφού διώξουμε τους Γερμανούς» μετά «αφού τελειώσουν οι μάχες του Δεκέμβρη του 1944» μετά «σε ένα χρόνο το πολύ, αφού γυρίσουμε νικητές από το βουνό». Τελικά τον συνάντησε μετά αρκετά χρόνια, περίπου οκτώ, στα βάθη της Κεντρικής Ασίας, στη μακρινή Τασκένδη!