Το ιστολόγιο της Αγγελικής Π. Σούλη

Η καταγραφή των αναγνώσεων αυτών ξεκίνησε από την επιθυμία μου να μην ξεχασθούν ιδέες και συναισθήματα που κάποτε με είχαν συγκινήσει.
Γράφοντας συνειδητοποίησα ότι ο χρόνος που αφιέρωνα στην ανάλυση, σύνθεση, αξιολόγηση του έργου, μου χάριζε ένα αίσθημα δημιουργίας.
Η επαγγελματική μου απασχόληση (φιλόλογος) μου έδωσε τα κίνητρα και τα μέσα για αυτές τις αναγνώσεις. Κι έτσι με συνεπήρε το ταξίδι της ανάγνωσης και της γραφής!
Κι ανοίχτηκε μπροστά μου ένας ολόκληρος κόσμος, σχεδόν ανεξερεύνητος,της δημιουργικής ανάγνωσης και γραφής.
"Η ανάγνωση δεν μπορεί να είναι ούτε μία ούτε άπειρες" όπως τονίζει ο Ουμπέρτο Έκο, αφού η υποκειμενική ερμηνεία του γράφοντος πρέπει να δένει με τους περιορισμούς που θέτει το κείμενο.

Και μια διευκρίνιση:
Καμμιά ανάγνωση δεν μπορεί να αντικαταστήσει το ίδιο το βιβλίο αλλά μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο ανάμεσα στον αναγνώστη και στο βιβλίο φωτίζοντας το, κάνοντας το πιο κατανοητό και καλλιεργώντας συγχρόνως τη φιλαναγνωσία.



Κυριακή 23 Ιουνίου 2019

ΚΟΙΛΙΩΜΕΝΟ Ζακύνθου: καμπαναριά, εκκλησιές και παραδοσιακά πέτρινα σπίτια



Η ανάρτηση αυτή αφιερώνεται στο αγαπημένο μου χωριό Κοιλιωμένο Ζακύνθου ως μια μικρή προσπάθεια  να αναδειχθούν τα παραδοσιακά κτίσματα της πολιτιστικής του κληρονομιάς .
      
Το Κοιλιωμένο κτισμένο αμφιθεατρικά μέσα σε πευκόφυτη περιοχή στα νοτιοδυτικά του νησιού, σε υψόμετρο 450 μέτρων, απέχει 16 χιλιόμετρα από την πόλη της Ζακύνθου. Το όνομα του Chilomeno αναγράφεται σε χάρτες του 16ου και 17ου αιώνα των χαρτογράφων Coronelli και Porcacchi. Το Κοιλιωμένο αποτέλεσε το κέντρο του δήμου Ναφθίων (1866 - 1912) μετά την Ένωση της Επτανήσου με το νεοσύστατο ελληνικό κράτος. Η ονομασία Κοιλιωμένο πιθανόν προέρχεται από το "στο κοίλο μένω" ή ακόμα και "στο κοίλω(μα) μένω", που παίρνοντας το πρόσφυμα " ι " για να προφέρεται εύκολα, τελικά έγινε Κοιλιωμένο, επειδή τα πρώτα σπίτια του χωριού κτίσθηκαν στην περιοχή που υπάρχει κοίλωμα, για να μη φαίνονται από μακριά λόγω του φόβου των Αλιτζερίνων πειρατών!
 Στο Κοιλιωμένο υπάρχει μεγάλη παράδοση κτιστάδων πέτρας γι αυτό τα περισσότερα σπίτια και οι μαντρότοιχοι είναι πέτρινα. Τα παραδοσιακά σπίτια όλα φέρουν κεραμοσκεπή κάτω από την οποία ξεχωρίζει το ονομαζόμενο βροντάλε<φροντάλε< front = μπροστά, μέτωπο (σπιτιού) που στέφει σαν δαντέλα το σπίτι  και διώχνει τα νερά της βροχής  μακριά από τους τοίχους. Μεγάλα αγκωνάρια στις τέσσερις γωνίες του σπιτιού και γύρω από τα παράθυρα, τοίχοι βάθους μισό μέτρο συμβάλλουν στη στατικότητα των ψηλοτάβανων αυτών προσεισμικών λαϊκών σπιτιών.  Αν κι ο σεισμός του 1953 επέφερε ζημιές στα κτήρια αυτά,  δυστυχώς το πέρασμα του χρόνου επέφερε περισσότερες, ώστε να εγκαταλειφθούν, να ερημώσουν τα περισσότερα και σιγά σιγά να γκρεμιστούν.
Σήμερα κάποια από αυτά διασώζονται  και συνυπάρχουν μαζί με τα μετασεισμικά σπίτια της αρωγής - που κτίσθηκαν με την (οικονομική και αρχιτεκτονική!) αρωγή του κράτους μετά το σεισμό του 1953. Χαρακτηριστικό των σπιτιών αυτών ήταν τα κόκκινα παράθυρα με γρίλιες, κόκκινη στέγη με κεραμίδια γαλλικού τύπου, κόκκινες εξώπορτες με ρόπτρον. Σήμερα ελάχιστα σώζονται, διότι τα περισσότερα ήταν δυο δωματίων ή τεσσάρων στην καλύτερη περίπτωση, οπότε αργότερα ενσωματώθηκαν στα καινούργια σπίτια που έκτισαν. Τις δεκαετίες της τουριστικής ανάπτυξης κτίσθηκαν πολλά νέα σπίτια αλλά λίγα από αυτά κρατούν κάποια παραδοσιακά στοιχεία. Έτσι η παλιά φυσιογνωμία του χωριού έχει μεν αλλοιωθεί αλλά μπορεί κάποιος να αναζητήσει αρχιτεκτονικά ενδιαφέροντα κτήρια στο χωριό!

 Τα παλιά παραδοσιακά σπίτια ήταν διώροφα, όπου ο πρώτος όροφος χρησίμευε ως κατοικία της τότε πολυμελούς πατριαρχικής οικογένειας ενώ το λεγόμενο κατώι (ισόγειο) ως αποθήκη και συχνά ως χώρος προστασίας των ζώων τους.         
Χαρακτηριστικό παράδειγμα παραδοσιακών σπιτιών είναι η σειρά των διώροφων σπιτιών με τα ψηλά παράθυρα που βρίσκονται πάνω στο κεντρικό δρόμο του χωριού καθώς κάποιος έρχεται από τη Λιθακιά. Οι κλειστές κοινωνίες της εποχής εκείνης έκτιζαν τα σπίτια τους χωρίς μπαλκόνια και οι αυλές των σπιτιών τους ήταν πάντα εσωτερικές για να αποφεύγουν οι ένοικοι τους τα αδιάκριτα μάτια των περαστικών. 
Αρκετά ακόμα παραδοσιακά σπίτια βρίσκονται διάσπαρτα μέσα στο χωριό με τις χαρακτηριστικές τοξοτές καμάρες τους που οδηγούσαν στην είσοδο του σπιτιού. Οι καμάρες αυτές είτε κτίζονταν κάτω από τη μικρή εξωτερική βεράντα του σπιτιού είτε μετά την εξώπορτα, η οποία άνοιγε σε μια μακρόστενη θολωτή είσοδος, το βόλτο όπως το λέγανε, το οποίο  οδηγούσε σε μικρή εσωτερική αυλή και στη συνέχεια στο σπίτι.   

 



         
Το πιο εντυπωσιακό κτίσμα του χωριού είναι το πυργοειδές  καμπαναρίο  της εκκλησίας του Αγίου Νικολάου που δεσπόζει στην κεντρική πλατεία του χωριού και αποτελεί το αναγνωρίσιμο σήμα κατατεθέν του Κοιλιωμένου. Είναι το πιο αξιοσημείωτο απ’ τα νεότερα πυργοειδή κωδωνοστάσια της Ζακύνθου, διότι συνδυάζει προηγμένη αρχιτεκτονική κατασκευαστική εμπειρία και περίτεχνη διακόσμηση.

Τα πυργοειδή καμπαναριά της Ζακύνθου αποτελούν δείγμα της επτανησιακής αρχιτεκτονικής που με το ύψος και την κομψότητα τους, καθώς ξεπροβάλλουν από μακριά, συμβάλλουν στην αισθητική του ζακυνθινού τοπίου. Αποτελούν αυτόνομα κτίσματα που ξεχωρίζουν από το ναό στον οποίο ανήκουν σε αντίθεση με άλλα καμπαναριά που είναι ενσωματωμένα με τον κύριο όγκο του ναού, όπως συμβαίνει σε άλλες περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδας. Έχουν ως πρότυπο αντίστοιχες αρχιτεκτονικές μορφές της Αναγεννησιακής Ιταλίας που μεταφέρονται στα Επτάνησα την εποχή της Βενετοκρατίας, αλλά οι Επτανήσιοι τα προσάρμοσαν στο περιβάλλον τους δίνοντας έτσι έργα πρωτότυπα κι όχι αντίγραφα. Τα έκτισαν σε μικρότερες διαστάσεις, τα τοποθέτησαν πιο ελεύθερα στο χώρο κι όχι ακριβώς δίπλα στο ναό, χώρισαν το κορμό του σε επάλληλους ορόφους και τα διακόσμησαν εξωτερικά  με πρωτοτυπία.
 
Τα καμπαναριά  που μοιάζουν με ψηλό περίκλειστο πύργο χωρίζονται καθ' ύψος σε τέσσερα μέρη:
α. στη βάση  πάνω στην οποία στηρίζεται ο κύριος όγκος του καμπαναριού
β. στο κύριο κορμό  που εσωτερικά περιέχει τη σκάλα
γ. στο τμήμα στο οποίο τοποθετούνται οι καμπάνες και το οποίο ξεχωρίζει με τον εξώστη-μπαλκόνι του
δ. Και στο τελευταίο τμήμα του, την ονομαζόμενη στέψη που σαν στέμμα το στολίζει.
Το καμπαναριό του Κοιλιωμένου ακολουθεί αυτή τη δομή των άλλων πυργοειδών καμπαναριών που είχαν κτιστεί νωρίτερα στο νησί, όπως της Παναγίας της Φανερωμένης (1644) το ωραιότερο όλων κατά γενική ομολογία, των Αγίων Πάντων (1693), της Παναγίας της Πικριδιώτισσας (1763), του Αγίου Διονυσίου (1851) στην πόλη της Ζακύνθου και της Αγίας Μαύρας (1802) στο Μαχαιράδο αλλά συγχρόνως διαφοροποιείται από αυτά προσφέροντας νέες τεχνικές στην κατασκευή του και νέες οπτικές στη διακόσμηση του.

Πιο συγκεκριμένα το καμπαναριό του Κοιλιωμένου κτίστηκε, όταν το χωριό ήταν πρωτεύουσα του δήμου Ναφθίων, και ο θεμέλιος λίθος του τοποθετήθηκε στις 26 Απριλίου 1893 -ημερομηνία που αναγράφεται σε σκαλοπάτι της εξωτερικής σκάλας του- από τον Κοιλιωμενιάτη λαϊκό κτίστη μαστρο-Αναστάση Μαρούδα ή Κόντο, και ξεχωρίζει από τα άλλα καμπαναριά στα εξής σημεία:
1. Έχει κτισθεί σχετικά μακριά από την εκκλησία του Αγίου Νικολάου κι όχι δίπλα στο ναό με τον οποίο αποτελεί βέβαια μια ενότητα.
2. Το σχήμα της βάσης του δεν καταλήγει σε κόλουρη πυραμίδα όπως συμβαίνει στα άλλα πυργοειδή καμπαναριά αλλά θυμίζει πιο πολύ σχήμα κύβου κι έτσι ο όγκος του καμπαναριού καθώς  υψώνεται είναι ενιαίος, μονοκόμματος, γεγονός που το κάνει να δείχνει βαρύ. Η επιλογή μη πυραμοειδούς βάσεως η οποία προσφέρει μεγάλη αντοχή στους σεισμούς, στο καμπαναριό του Κοιλιωμένου εξισορροπείται από την εσωτερική ελικοειδή σκάλα του, η οποία δένει όλο το κτήριο προσφέροντας του έτσι μεγάλη αντισεισμικότητα.
3. Η εσωτερική του σκάλα έχει το σχήμα έλικας, που καθώς ανεβαίνει προς τα πάνω θυμίζει συνεχόμενους κύκλους. Αντίθετα στα άλλα καμπαναριά οι εσωτερικές σκάλες τους αποτελούνται από τις γνωστές ευθύγραμμες σειρές σκαλοπατιών, οι οποίες αλλάζουν κατεύθυνση κάθε τόσο μέχρι να φτάσουν στο τμήμα με τις καμπάνες. Στο καμπαναριό όμως του Κοιλιωμένου τα σκαλοπάτια έχουν σχήμα σφήνας που καθώς κτίζονται στερεώνονται στην εσωτερική κυλινδρική επιφάνεια του τοίχου και δένουν μεταξύ τους σχηματίζοντας, χάρις σε ειδική διαμόρφωση, κεντρικό κυκλικό υποστύλωμα του οικοδομήματος. Όπως έχει σημειώσει ο Ζακυνθινός αρχιτέκτονας, καθηγητής στο ΕΜΠ Διονύσης Ζήβας στο βιβλίο του « Αρχιτεκτονική της Ζακύνθου» η κατασκευή αυτή δεν είναι μόνο τεχνικά αξιόλογη αλλά ασφαλώς έχει παίξει ρόλο και στην αντοχή του κωδωνοστασίου κατά των σεισμών.
4. στον κύριο κορμό του δημιουργούνται μεγάλοι φεγγίτες προφανώς για τον καλύτερο φωτισμό της εσωτερικής σκάλας σε αντίθεση με τους μικρούς φεγγίτες που συναντώνται σε άλλα καμπαναριά των Επτανήσων ή και την απουσία φεγγιτών σε κάποια άλλα. 
5. Οι καμπάνες του καμπαναριού τοποθετούνται ψηλά στο τρίτο-προτελευταίο τμήμα του και περικλείονται από τέσσερα διάτρητα τοιχώματα. Κάθε τοίχωμα αποτελείται από δυο τοξωτά ανοίγματα για να  διαχέονται παντού στον αέρα οι κωδωνοκρουσίες!


Όσον αφορά τη διακόσμηση του καμπαναριού αυτή υπάρχει στο προτελευταίο και στο τελευταίο τμήμα του κι είναι αξιοπρόσεκτη και περίτεχνη. 
α. Η διακόσμηση των τοιχωμάτων που εσωκλείουν τις καμπάνες, φέρει εξωτερικά ανάγλυφα κι όχι ολόγλυφα κιονόκρανα, έλικες και ψευδοπεσσούς σύμφωνα με τον κανόνα της υπερεπιθέσεως των ρυθμών, που ακολουθούσε ο νεοκλασσικισμός που επικρατούσε τότε ως ρεύμα στο νεοσύστατο ελληνικό βασίλειο. Με άλλα λόγια ο λαϊκός μάστορας επιλέγει στοιχεία από την αρχαιοελληνική παράδοση για να διακοσμήσει το καμπαναριό που κτίζει, γεγονός που κατά τη γνώμη μου, δείχνει το νέο πνεύμα που είχε φθάσει στα Επτάνησα μετά την Ένωση τους με τη μητέρα Ελλαδα και το τέλος της Αγγλοκρατίας εκεί.! Παραπλεύρως του καμπαναριού την ίδια εποχή είχε κτισθεί και το Δημοτικό σχολείο του Δήμου Ναφθίων το οποίο ήταν κτισμένο σε νεοκλασσσικό ρυθμό και το οποίο σήμερα διασώζεται μόνο σε φωτογραφία από το άλμπουμ του δούκα της Αυστρίας Λουδοβίκου Σαλβατόρ «Η Ζάκυνθος 1900-1902» που επισκέφθηκε το νησί στις αρχές του 20ου αιώνα.( φωτό πιο κάτω)

β. Η διακόσμηση της στέψης του.
Το καμπαναριό τελειώνει σε ένα πολυγωνικό  οκταγωνικό κτίσμα. Η κάθε πλευρά του οκτάγωνου διακοσμείται με ένα ανάγλυφο- σύμβολο, εκτός της  όγδοοης πλευράς που υπάρχει πόρτα που βγάζει σε στενότατο διάδρομο γύρω απ΄το πολύγωνο.
Πολλά από τα σύμβολα απαντώνται στις μυθολογίες αρχαίων λαών, σε θρησκείες, σε κλειστές συντεχνίες και στη μασονία γι αυτό η ερμηνεία τους και η τοποθέτηση τους πάνω σε χριστιανικά κτίσματα συνεχίζουν να  προκαλούν σήμερα τον κάθε ενδιαφερόμενο. Τα ανάγλυφα που διακρίνονται είναι τα εξής: 
1.ο πανεπόπτης οφθαλμός ή το μάτι του  του Θεού κατ' άλλους.
2.  ένας μεγάλος σταυρός που ακουμπά πάνω σε μια άγκυρα 
3. ένας μικρότερος σταυρός επαναλαμβάνεται στη διαμετρικά αντίθετη πλευρά του οκταγώνου
4. ο όφις που δαγκώνει την ουρά του δηλαδή ο ουροβόρις όφις των αρχαίων που σχηματίζει κύκλο η δυο κύκλους σε σχήμα 8 που δεν έχει αρχή και τέλος, όπως το άπειρο και η αιωνιότητα (σε αντίθεση με την ευθεία ή τεθλασμένη γραμμή του έρποντα όφι.)
5. η νεκροκεφαλή και από κάτω δυο οστά που διασταυρώνονται σε σχήμα Χ συμβολίζοντας ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι μπροστά στο θάνατο .
6.η σφαίρα, συμβολο της γης ή του συμπαντος
7. το χέρι που ευλογεί.

Το τμήμα της στέψης στα άλλα πυργοειδή καμπαναριά καταλήγει σε οξυκόρυφη πυραμίδα ή σε τρούλο ενώ στο καμπαναριό του Κοιλιωμένου δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο, δίνοντας την εντύπωση του ογκώδους μνημείου και της μη ολοκλήρωσης του. Σύμφωνα όμως με έναν άλλο μεγάλο λαϊκό κτίστη του χωριού τον Διονύση Κορφιάτη ή Κουρέμπα οι  πέτρινες γλάστρες με τα μεταλλικά φιόρα (άνθη) που έχουν τοποθετηθεί πάνω στο τοιχίο, που κλείνει περιμετρικά το τμήμα της στέψης, αποτελούν την τελευταία πινελιά στη διακόσμηση, γεγονός που δείχνει ότι έτσι ολοκληρώθηκε το καμπαναριό.
Τελικά ο μαστρο- Αναστάσης κατάφερε να δώσει ένα πρωτότυπο έργο που ξεχωρίζει για την πρωτοτυπία της σκάλας του που συντελεί στην αντισεισμικότητα του κτηρίου, για την διαφοροποίηση της βάσης και της στέψης του και τέλος για την τολμηρή του διακόσμηση συνδυάζοντας νεοκλασσικά στοιχεία, μυστικιστικά σύμβολα από τη συντεχνία των τεκτόνων, και χριστιανικά!

       Αξίζει να αναφερθεί ότι στα Επτάνησα, στα πυργοειδή καμπαναριά οι κωδωνοκρουσίες ηχούν σε τετραφωνία, γεγονός που αποδεικνύει και την έμφυτη αγάπη των κατοίκων τους για τη μουσική  τη μελωδία και την αρμονία. Στην τετραφωνία οι καμπάνες ηχούν στους ήχους: πρίμο, σεκόντο, μπάσο, σουλτάνα, έτσι ώστε ο συνδυασμός των διαφορετικών ήχων και ρυθμών (γρήγοροι ή αργοί), να παράγει ποικιλία μελωδιών χαρμόσυνων αλλά και πένθιμων!  

                      
Ο παρακείμενος ναός του Αγίου Νικολάου σε ρυθμό μονόκλιτης βασιλικής με τα εντυπωσιακά υπέρθυρα κτίσθηκε το 1910. Στο μεγάλο σεισμό του 1953 υπέστη σημαντικές ζημιές γι αυτό κρίθηκε απαραίτητη η αναστύλωση του, η οποία άρχισε το 1964 και τελείωσε το 1970. Οι πρωτομάστορες της αναστήλωσης Διονύσιος Μαρούδας ή Παχούμης και Διονύσιος Κορφιάτης ή Κουρέμπας, λαϊκοί κτίστες του χωριού, αφού αρίθμησαν πρώτα κάθε πέτρα των εξωτερικών τοίχων του ναού, έπειτα τον κατεδάφισαν και στη συνέχεια  τον ξανάχτισαν όπως ακριβώς ήταν προηγουμένως!!  


Β. Το εκκλησάκι και το καμπαναριό της Παναγίας των Αγγέλων είναι κτισμένα στην είσοδο  του χωριού, στην ονομαζόμενη Κορφούλα (κορφή χαμηλού υψώματος) καθώς κάποιος έρχεται από το Μαχαιράδο. Η προσωνυμία της Παναγίας ως Κυρίας των Αγγέλων είναι σπάνια και είναι ιταλικής καταγωγής. Η κύρια είσοδος του ναού τοποθετείται στη βόρεια επιμήκη πλευρά του - όπου εκατέρωθεν της θύρας έχουν ανοιχτεί υψηλά τοξωτά παράθυρα, ενώ πάνω από τη θύρα αναγράφεται η χρονολογία  1911, όπου "εκ βάθρων ανεκαίνισαν ... " το ναό. Η πρόσβαση στο ναό γίνεται σήμερα από τη δυτική, χωρίς διακόσμηση, πλευρά του, γεγονός που καθιστά σχεδόν απαρατήρητη την όμορφη βορινή πλευρά της κύριας εισόδου του και την καλλιτεχνική αξία της, μπροστά από την οποία βρίσκεται  πλακόστρωτο προαύλιο -μπαλκόνι με θέα το απέναντι πευκόφυτο  βουνό!

 
Το καμπαναριό ανήκει στον αρχιτεκτονικό τύπο των
 απλών κωδωνοστασίων που χαρακτηρίζονται από το διάτρητο τοίχωμα τους, το οποίο καθ’ ύψος χωρίζεται σε τρία τμήματα. Το κάτω μέρος του αποτελείται ένα μεγάλο τοξωτό άνοιγμα που χρησιμεύει ως θύρα που οδηγεί στον προαύλειο χώρο και στην κύρια είσοδο του ναού επί της βορεινής πλευράς του, όπως ελέχθη προηγουμένως. Το επάνω μέρος του καμπαναριού αποτελείται από δυο μικρότερα τοξωτά ανοίγματα, τα οποία φέρουν από μια καμπάνα το καθένα. Το τελευταίο και ανώτατο τμήμα του απλού κωδωνοστασίου, που ονομάζεται στέψη, έχει το σχήμα τριγώνου, του οποίου όμως οι δυο πλαϊνές πλευρές-γραμμές παίρνουν το σχήμα καμπύλης που καταλήγουν στα άκρα σε έλικες ή κυρτώνουν θυμίζοντας έτσι την καταγωγή τους από το μπαρόκ, σύμφωνα με τον αρχιτέκτονα  Δ. Ζήβα. Στην κορυφή της στέψης τοποθετείται πάντα ένας σιδερένιος σταυρός. Τα απλά αυτά κωδωνοστάσια συναντώνται σε πολλές παραλλαγές άλλοτε ως ανεξάρτητα οικοδομήματα στο χώρο, άλλοτε εφάπτονται των εκκλησιών ενώ δεν λείπουν και οι περιπτώσεις που ενσωματώνονται στον κύριο όγκο κάποιων εκκλησιών.
Υ.Γ το καμπαναριό αυτό στις αρχές του 21ου αιώνα δέχτηκε εσωτερικές επεμβάσεις με τσιμέντο και σίδερα διότι είχαν παρατηρηθεί ρήγματα στο μέσο του κάτω τοξωτού ανοίγματος -θύρας του, αλλά και στον παρακείμενο ναό πρόσθεσαν σενάζι πάνω από τους εξωτερικούς τοίχους του, εκ των οποίων ο νότιος τοίχος επισκευάστηκε. Πηγή: αφήγηση του εφημέριου του χωριού παπα-Γάσπαρου σε μένα.

Γ.  το εκκλησάκι της Παναγιάς της Μελισσιώτισσας,
σε περιοχή όπου διασώζονται λίγα ερείπια παλιού μοναστηριού του 17ου αιώνα, κατ' άλλους του 12ου αι. επί Κομνηνών, και το οποίο είναι κτισμένο λίγο πιο πίσω από το κοιμητήριο του χωριού. Το εκκλησάκι αυτό, μονόκλιτη βασιλική, λειτουργεί εδώ και δεκαετίες κάθε Δεκαπεντάγουστο ενώ πρόσφατα αναπαλαιώθηκε. Εντύπωση προκαλεί η προσωνυμία Μελισσιώτισσα, πιθανόν από την την τοποθεσία στην οποία παλιά θα υπήρχαν πολλές κυψέλες με μελίσσια.  Το καμπαναρίο του ανήκει στον τύπο των  απλών κωδωναστίων με την τριμερή δομή του, το οποίο πρόσφατα αναπαλαιώθηκε.


Δ. το μικρό εκκλησάκι της Αγίας Τριάδας, που πρόσφατα ανακαινίστηκε και βρίσκεται χωμένο σε ένα οικόπεδο, σχεδόν αθέατο από τους περαστικούς, αν και είναι λίγο παρακάτω από το "μισοχώρι" όπως ονομάζεται η κεντρική "πλατεία" του χωριού. 
Επιφυλάσσομαι η ανάρτηση αυτή να εμπλουτιστεί με φωτογραφίες και σχόλια κι άλλων παραδοσιακών σπιτιών.                                                                                        
Ε. Στην ευρύτερη περιοχή του Κοιλιωμένου, την τοποθεσία Πυράγκαθο, σώζεται η Μονή της Υπεραγάθου που διοικητικά ανήκει στη μονή Σινά και επί Κατοχής αποτέλεσε έδρα της Συμμαχικής Αντίστασης κατά των Γερμανών. Σήμερα ο ναός της Μονής αφιερωμένος στην Παναγία λειτουργεί κάθε 21η  Νοεμβρίου στα Εισόδια της Θεοτόκου, η οποία φέρει το προσωνύμιο Κυρία των Αγγέλων. 
                                                                              Σούλη Αγγελική του Παναγιώτη       
                                                                                            (ή Πανάγαρη)
                                                                                             Φιλόλογος, 8-6-2019                                                                         
Υ.Γ Ο μαστρο-Αναστάσης έκανε ένα λάθος στο κτίσιμο του καμπαναριού, που τού το επισήμανε ο γιος του Γεώργιος Κόντος που είχε σπουδάσει μηχανικός στην Αθήνα. Η πέτρα που τοποθέτησε πάνω από την κεντρική θύρα του καμπαναριού, ως υποστύλωμα, ήταν μονοκόμματη ημικυκλική –που με πολύ κόπο βρήκε και σμίλεψε και για την οποία υπερηφανευόταν. Ο γιος του όμως του επισήμανε ότι κάποια στιγμή αυτή θα έσπαζε, διότι ήταν δύσκολο να αντέξει το βάρος του υπερκείμενου κτηρίου, όπως και έγινε σε κάποιο σεισμό. Ευτυχώς κατά τη συντήρηση του καμπαναριού που έγινε στη δεκαετία του 1980,  η Αρχαιολογική Υπηρεσία ενίσχυσε την αντοχή στους σεισμούς του τμήματος αυτού.

Υ.Γ. Σχετικά με την ετυμολογία  του Κοιλιωμένου και την εμφάνιση του και το δήμο Ναφθίων  βλέπε "Ζάκυνθος 2001" ημερολόγιο, εκδ. Εξερευνητής, επιμέλεια Δ. Μουσμούτη, σε άρθρο του Γιάννη Μ. Δεμέτη σελ. 149,151,152, 156. 

Επίσης σύμφωνα με την Ελληνική Εταιρεία Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης (ΕΕΤΑΑ) στις 28/1/1866  -20 μήνες μετά την Ένωση των Επτανήσων με το Ελληνικό κράτος-  η επαρχία Ζακύνθου χωρίστηκε σε 10 δήμους, ένας εκ των οποίων ήταν ο δήμος Κοιλιωμένου που περιελάμβανε τους οικισμούς: Κερί, Αγαλάς, Κοιλιωμένος, Άγιος Λέων, Λούχα, Γύρι, Καμπί με έδρα το Κοιλιωμένο. Ο δήμος αυτός μετονομάστηκε μετά λίγους μήνες στις 6/9/1866 σε δήμο Ναφθίων, ακολουθώντας τη μόδα της εποχής να δίνουν «αρχαιοπρεπή» ονόματα στους δήμους.
Ο θεμελιωτής της λαογραφίας στην Ελλάδα Νικόλαος Πολίτης σχολιάζοντας τη συνήθεια αυτή αναφέρει και το παράδειγμα του δήμου Κοιλιωμένου ότι  μετονομάστηκε σε δήμο Ναφθίων «εκ της εν τω δήμω υπαρχούσης πηγής νάφθης», όπως ονόμαζαν τότε οι ντόπιοι το ακάθαρτο πετρέλαιο που κάθε τόσο αναβλύζει από πηγή στο Κερί!!
 Επί εποχής δήμου Ναφθίων, πρέπει να κτίσθηκε και το εντυπωσιακό νεοκλασσικό  σχολείο του δήμου>το δημοτικό, όπως τα ονόμασαν. Ο δήμος καταργήθηκε το 1912, γιατί τότε ιδρύθηκαν οι κοινότητες.

 Το χωριό ονομάζεται ο Κοιλιωμένος ή το Κοιλιωμένο; Στο δήμο Ναφθίων συναντάται ο οικισμός Κοιλιωμένος, οπότε «πολιτογραφήθηκε» ως αρσενικό. Σύμφωνα με το σχήμα της έλξης το ουδέτερο γένος ( Κοιλιωμένο) έλκεται από το ισχυρότερο αρσενικό γένος, που είναι ο οικισμός για να συμφωνεί μαζί του. Στην καθομιλουμένη δημοτική όμως επικράτησε πιο εύκολα το χωριό Κοιλιωμένο, ως ουδέτερο γιατί ταιριάζει με το ουδέτερο το χωριό.

Η ετυμολογία της τοποθεσίας Πυράγκαθος προέρχεται μάλλον από τα πυρόξανθα αγκάθια που φύονται στην περιοχή.

Υ.Γ. το χωριό Κοιλιωμένο από το το 1955-1985 είχε μετονομαστεί σε ‘Άγιο Νικόλαο σύμφωνα με τη «μόδα» μιας άλλης εποχής!
 
Υ.Γ Και λίγα για τον πληθυσμό του χωριού ο οποίος μετά τον πόλεμο του 1940 φθίνει διαρκώς ακολουθώντας τη μοίρα των περισσοτέρων χωριών της Ελλάδας! Αρκετοί κατέβηκαν στην πόλη της Ζακύνθου και στην Αθήνα αλλά πάρα πολλοί  μετανάστευσαν σε νησιά των  Κυκλάδων (Σίφνος, Μήλος) των Δωδεκανήσων (Κάλυμνος, Κως, Ρόδος), στην Κοιλάδα Αργολίδος και όπου οι συνθήκες ευνοούσαν την άνθιση του εμπορίου (όπως τα Δωδεκάνησα μετά το 1947 ) με το οποίο ασχολήθηκαν με επιτυχία. Λιγότεροι μετανάστευσαν στην Αυστραλία, στις ΗΠΑ και στην Ελβετία. Αρκετοί από αυτούς ή τα παιδιά τους έρχονται τα καλοκαίρια και κτίζουν ή ανακαινίζουν τα πατρικά σπίτια τους και το χωριό ζωντανεύει! 
Η πρώτη λαϊκή ταβέρνα που άνοιξε στο χωριό ήταν οι θρυλικοί Αλιτζερίνοι  που έγινε πολύ γνωστή για το καλό ντόπιο φαγητό της και το παλιό παραδοσιακό  οίκημα στο οποίο στεγαζόταν στην αρχή αλλά και το επόμενο στο οποίο μετακόμισε αργότερα. Σήμερα δεν λειτουργεί η ταβέρνα αυτή αλλά την παράδοση της συνεχίζουν το Διαφοκερέικο (στο ίδιο πρώτο οίκημα) και οι Αμπελοστράτες υπό τη διεύθυνση του Αντώνη Μαρούδα ή Σκάρπα, εκ των συνιδρυτών των Αλιτζερίνων!  Επίσης   λειτουργούν το ψητοπωλείο Αγνάντι, τα καφέ-μπαρ 'Αγγελος, Πέμος, και η Θέαση ενώ διατίθενται σπίτια προς ενοικίαση βραχυχρόνια και μακροχρόνια. Επίσης στο χωριό  λειτουργεί  κατάστημα από τον Αγροτικό Συνεταιρισμό Γυναικών Κοιλιωμένου όπου πωλούνται τοπικά προϊόντα καθώς και το μικρό λαογραφικό "μουσείο" της Λόλας του Μένεγου.  

Υ.Γ προτείνουμε να διαβάσετε επίσης από το ίδιο ιστολόγιο: 1. Δ. Σολωμός «Ο τόσο γνωστός και συνάμα άγνωστος εθνικός ποιητής μας» 2. Μαρία Δεληβοριά «Η γυναίκα τση Ζάκυθος» του Δ. Σολωμού.