Η επενδυτική τράπεζα Goldman Sachs κατέστη αντικείμενο θαυμασμού και μίσους ανά την υφήλιο για τις οικονομικές της δραστηριότητες, οι οποίες ήλθαν στην επικαιρότητα κατά την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 και κατά την πρόσφατη ελληνική κρίση. Ο Μαρκ Ρός, ανταποκριτής της εφημερίδας Λε Μόντ στο Σίτι του Λονδίνου, εδώ και 20 χρόνια, μας εισάγει στα ενδότερα αυτού του ναού του χρήματος για να μας δείξει, πώς λειτουργεί η υπ’ αριθμό πρώτη επενδυτική τράπεζα στον κόσμο, ώστε να φτάνει να «κυβερνά» τον κόσμο!
Η Γκόλντμαν Σακς ιδρύθηκε το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα από δυο Γερμανοεβραίους μετανάστες, τον Γκόλντμαν και τον Σακς. Η βιομηχανική ανάπτυξη που λάμβανε χώρα τότε στις ΗΠΑ, έδωσε την ευκαιρία να αναπτυχθούν πολλές τράπεζες μεταξύ αυτών και η Γκόλντμαν Σακς, ενώ η μεγάλη οικονομική κρίση του 1929 μετέτρεψε την Γκόλντμαν Σακς, όπως και κάποιες άλλες, σε επενδυτική τράπεζα, η οποία έγινε γνωστή στις ΗΠΑ για τη σύνεση της. Τα τελευταία 30 χρόνια όμως η Γκόλντμαν Σακς απέκτησε τη φήμη μιας τράπεζας-καζίνου, όπου ο κύριος όγκος των δραστηριοτήτων της αφορά αγοραπωλησίες μετοχών στο Χρηματιστήριο επιτρέποντας της να κερδοσκοπεί ασύστολα. Η Γκόλντμαν Σακς είναι από τους πρωτεργάτες της Νέας Οικονομίας, που επικράτησε την εποχή της παγκοσμιοποίησης, του λεγόμενου χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού ή της άϋλης οικονομίας, στον οποίο η επένδυση κεφαλαίων στο Χρηματιστήριο, πάνω σε τίτλους και σε πρώτες ύλες, γίνεται με βάση παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα, που ιδιοφυείς οικονομολόγοι-αναλυτές κατασκευάζουν στηριζόμενοι σε μαθηματικούς τύπους, αποκομμένοι συχνότατα από την πραγματική (παραγωγική)οικονομία, με συνέπεια τα κέρδη να είναι μυθικά αλλά και οι λεγόμενες «φούσκες» της οικονομίας να καραδοκούν ανά πάσα στιγμή. Παίζουν στοιχήματα π.χ. για τη χρεοκοπία διαφόρων κρατών, τζογάρουν όπως σε ένα καζίνο και κερδίζουν ιλιγγιώδη ποσά! Δικαιολογημένα λοιπόν ο κόσμος τη θαυμάζει αλλά και τη μισεί συγχρόνως.
Όλα ξεκίνησαν το 1986, όταν η Γκόλντμαν Σακς άνοιξε στο Σίτι του Λονδίνου – εκμεταλλευόμενη το άνοιγμα των χρηματαγορών, που επέβαλε ο νεοφιλελευθερισμός της Θάτσερ- τη θυγατρική της Τράπεζα με σκοπό να διεισδύσει στη βρετανική αγορά και στην ευρωπαϊκή. Ο συγγραφέας περιγράφει τους τρόπους με τους η Γκόλντμαν Σακς κατάφερε να διεισδύσει στη Γαλλία υποσκελίζοντας παραδοσιακές εμπορικές τράπεζες-γίγαντες, όπως του Ρότσιλντ, στην Ιταλία στιγματίζοντας ακόμα και τον Ρομάνο Πρόντι, -Πρόεδρο της Κομισσιόν της ΕΕ- με το σκάνδαλο της συγχώνευσης της Siemens με την ιταλική STET, και στη Γερμανία ιδρύοντας το γραφείο της στη Φρανκφούρτη για τις δραστηριότητες της στην ηπειρωτική Ευρώπη. Στηριζόμενη πάνω στην παραδοσιακή δομή της τράπεζας της, η Γκόλντμαν Σακς στα τελευταία τριάντα χρόνια «έπλεξε ένα μοναδικό δίκτυο εξουσίας μέσα στους κύκλους εκείνων που κυβερνούν τον κόσμο. Ένας πραγματικός ιστός αράχνης που ενώνει εκείνους που λαμβάνουν τις αποφάσεις στην Ουάσινγκτον, στο Παρίσι, στις Βρυξέλλες ή στο Πεκίνο ή και στο Λονδίνο ακόμα» αναφέρει ο συγγραφέας.
«Η Γκόλντμαν Σακς δεν είναι μόνο μια μηχανή που παράγει κέρδη αλλά κι ένας τρόπος ζωής» που έχει τη δική της οργανωτική δομή. Στην κορυφή βρίσκονται οι τραπεζίτες-άρχοντες στο ρόλο του συμβούλου κρατών και μεγάλων επιχειρήσεων. Ακολουθούν τα στελέχη: οι χρηματιστές που ζουν σε τρομερή ένταση ρισκάροντας καθημερινά στο Χρηματιστήριο, οι αναλυτές-διανοούμενοι που κατασκευάζουν τα σύνθετα χρηματοοικονομικά προϊόντα, οι διαχειριστές περιουσιών οι λεγόμενοι θεσμικοί, και οι ελεγκτές κινδύνου δηλαδή οι πληροφοριοδότες σχετικά με τις κινήσεις των ανταγωνιστών της Τράπεζας. Οι νεοεισερχόμενοι στην τράπεζα προσλαμβάνονται ύστερα από δύσκολες εξετάσεις, εργάζονται εντατικά 18 ώρες το 24ωρο χωρίς Σάββατα ελεύθερα, μέσα σε πνεύμα ομαδικό, ισότιμο και με μυστικότητα, ώστε ο συγγραφέας να τους χαρακτηρίζει τραπεζίτες-καλόγερους κι αλλού σταυροφόρους του χρήματος. Στο τέλος του χρόνου αξιολογούνται από τους ανωτέρους τους και κατωτέρους τους και ανάλογα την αξιολόγηση εισπράττουν τα περιβόητα «μπόνους», τα οποία είναι από δέκα έως είκοσι φορές μεγαλύτερα από το σύνολο των ετήσιων μισθών τους και οι καλύτεροι απ’ αυτούς προάγονται σε εταίρους.
Οι εταίροι-μέλη της τράπεζας, οι οποίοι έχουν αυξηθεί σήμερα σε 400 άτομα από 186 που ήταν όταν πρωτοξεκίνησε η Γκόλντμαν Σακς, κατέχουν τα μεγάλα μερίδια των μετοχών της Τράπεζας. Όταν οι εταίροι θελήσουν να αποχωρήσουν από την τράπεζα, πωλούν το μερίδιο τους και η Τράπεζα φροντίζει να τοποθετηθούν σε καίριες θέσεις πολιτικές, πανεπιστημιακές, οικονομικές σε κράτη, διεθνείς οργανισμούς και φιλανθρωπικά ιδρύματα, εξασφαλίζοντας έτσι ένα σημαντικό δίκτυο γνωριμιών κι επιρροής παγκόσμια. Ο πρόεδρος και συγχρόνως γενικός διευθυντής της Τράπεζας είναι η ανώτατη θέση που μπορεί να φτάσει ένας εταίρος και δεδομένης της παγκόσμιας πρωτιάς της τράπεζας σήμερα, θεωρείται συγχρόνως ότι ανήκει στην ελίτ του αμερικάνικου καπιταλισμού και του παγκόσμιου. Κάποιοι απ’ αυτούς έγιναν υπουργοί οικονομικών στις ΗΠΑ, ο Ρούμπιν επί Κλίντον, ο Πόλσον επί Μπους του νεότερου, ενώ άλλοι, όπως ο Μάριο Ντράγκι, που θα αντικαταστήσει τον Κλώντ Τρισέ στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, υπήρξε αντιπρόεδρος της Γκόλντμαν Σακς. Στα θετικά της Τράπεζας είναι ότι ανανεώνει διαρκώς το δυναμικό της με νέο αίμα μετά από αυστηρή και συνεχή κατ’ έτος αξιολόγηση, εξασφαλίζοντας έτσι φρέσκιες ιδέες και το ζήλο των φιλόδοξων στελεχών της για να κρατιέται ή Τράπεζα υψηλά στον παγκόσμιο χρηματοοικονομικό καπιταλισμό.
Οι δραστηριότητες της επενδυτικής τράπεζας διαφέρουν από τις δραστηριότητες μιας εμπορικής τράπεζας, η οποία συγκεντρώνει τις καταθέσεις των αποταμιευτών και χορηγεί δάνεια στους καταναλωτές. Η Γκόλντμαν Σακς ως επενδυτική τράπεζα 1. παρέχει συμβουλές σε κυβερνήσεις πώς να συνάπτουν ομολογιακά δάνεια, να προβαίνουν σε ιδιωτικοποιήσεις…ή σε μεγάλες επιχειρήσεις πώς να υλοποιούν συγχωνεύσεις ή εξαγωγές άλλων επιχειρήσεων, να εκδίδουν μετοχές και να επενδύουν τα κεφάλαια τους. 2. Με την απελευθέρωση των αγορών στη δεκαετία του 1980 και την είσοδο της στο Χρηματιστήριο το 1999, η Γκόλντμαν Σακς συμπεριέλαβε μέσα στις δραστηριότητες της τις αγοραπωλησίες τίτλων και πρώτων υλών (80 βασικές, με πρώτες το πετρέλαιο και το χρυσό), οι οποίες κυριάρχησαν στις δραστηριότητες της σε βάρος των άλλων δραστηριοτήτων της. 3. Επενδύει για ίδιον συμφέρον, γεγονός που μπορεί να τη φέρει σε σύγκρουση με τα συμφέροντα των πελατών της. Καθ’ όλα νομότυπα μπορεί να στοιχηματίζει στο ακριβώς αντίθετο από αυτό που στοιχηματίζει ο πελάτης της καθ’ υπόδειξη της! Η Τράπεζα συγχρόνως παίζει και το δικό της παιχνίδι και πάντα είναι κερδισμένη, διότι αν κερδίσει ο πελάτης θα πάρει τις προμήθειες που δικαιούται, κι αν χάσει θα κερδίσει η ίδια. Δεν είναι λίγα τα παραδείγματα του διπλού παιχνιδιού που έπαιξε με σκοπό να κερδοσκοπήσει.
Μια εξαγορά και μάλιστα επιθετική, στην οποία η Γκόλντμαν Σακς έπαιξε το ρόλο συμβούλου επενδύσεων της ινδικής χαλυβουργίας Mittal Steel και η οποία μεγάλωσε το θρύλο της, είναι αυτή της εξαγοράς της ευρωπαϊκής χαλυβουργίας Arcelor από την ινδική Mittal το 2006. Ο Ινδός Μιτάλ μεγιστάνας του χάλυβα στην Ινδία, έβαλε στο μάτι την πρώτη ευρωπαϊκή εταιρεία χάλυβα Arcelor -που είχε προκύψει από τη συγχώνευση χαλυβουργιών του Λουξεμβούργου, Ισπανίας και Γαλλίας- φιλοδοξώντας να δημιουργήσει μια εταιρεία-μαμούθ που θα κυριαρχήσει στην παγκόσμια αγορά του χάλυβα. Τηλεφωνεί λοιπόν στον γενικό διευθυντή της Arcelor Γκι Ντολέ και του προτείνει τη συγχώνευση των δυο εταιρειών αλλά αυτός αρνείται. Τότε ο Μιτάλ προσφεύγει στην Γκόλντμαν Σακς για να τον βοηθήσει να εξαγοράσει την Arcelor. Καταστρώνεται το σχέδιο δράσης με απόλυτη μυστικότητα και με το κωδικό όνομα «Όλυμπος» κι ανατίθεται στον Γιοέλ Ζαουί, συνδιευθυντή της τράπεζας της στο Λονδίνο κι αστέρι στις συγχωνεύσεις να φέρει σε πέρας την εξαγορά. Σημειωτέον ότι ο αδελφός του Μάϊκλ Ζαουί την ίδια εποχή εξασκεί το ίδιο επάγγελμα στην Morgan Stanley, ανταγωνίστρια τράπεζα της Γκόλντμαν Σακς.
Οι δημόσιες προσφορές για εξαγορά εταιρειών θυμίζουν κάτι σαν πόλεμο μεταξύ δυο κυρίως στρατοπέδων. Το σχέδιο «Όλυμπος» του στρατοπέδου της Mittal μπαίνει σε εφαρμογή, κινούμενο σε τρία επίπεδα: στο οικονομικό, στο πολιτικό και στο επικοινωνιακό. Συγκροτείται η ομάδα κρούσης, η οποία αποτελείται από νομικές εταιρείες που εξειδικεύονται στις 7 νομοθεσίες των ενδιαφερόμενων κρατών, από 4 εμπορικές τράπεζες για να χρηματοδοτήσουν την εξαγορά κι από ένα γαλλικό πρακτορείο, όπου η πρόεδρος του Αν Μεό έχει μεγάλη φήμη σε θέματα επικοινωνίας στη χρηματαγορά του Παρισιού.
Δυο μέρες μετά την άρνηση του Γκι Ντολέ, ο Μιτάλ ανακοινώνει στα ΜΜΕ ότι έχει την πρόθεση να εξαγοράσει την Arcelor. Βέβαια την προηγούμενη μέρα καθώς και το τελευταίο διάστημα οι κερδοσκόποι έχουν φροντίσει να πέφτει η τιμή των μετοχών της Arcelor στο Χρηματιστήριο. Πολλοί εκπλήττονται από την πρόταση αυτή, οι ευρωπαϊκές χώρες που εμπλέκονται λίγο ή πολύ στη συναλλαγή αυτή δεν βλέπουν με καλό μάτι την εξαγορά αυτή και κυρίως η γαλλική κυβέρνηση. Η Αν Μεό οργανώνει δείπνο στο Παρίσι για να συναντήσει ο Μιτάλ την αφρόκρεμα του γαλλικού επιχειρηματικού κατεστημένου, προσφέροντας του τη νομιμότητα που του έλειπε. Ο Γάλλος επιχειρηματίας Πινό, λίγες βδομάδες αργότερα μπαίνει στο διοικητικό συμβούλιο της Mittal, πράξη που επικοινωνιακά προβάλλεται ως μια νέα σχέση επιχειρηματιών με όραμα που υπερασπίζονται την πολιτισμική διαφορετικότητα. Ο Μιτάλ ανεβάζει κατά 35% την προσφορά εξαγοράς της Arcelor, οι μέτοχοι της προβληματίζονται. Ο διευθυντής της Arcelor για να γλιτώσει από τον Μιτάλ, προσπαθεί να συνεργαστεί με την πρώτη εταιρεία χάλυβα στη Ρωσία αλλά το σχέδιο αποτυγχάνει για διάφορους λόγους. Κι όταν σιγά σιγά οι μεγαλομέτοχοι της Arcelor πείθονται ότι το συμφέρον της εταιρείας είναι με την ινδική Mittal, το παιχνίδι είναι χαμένο για τον Γκι Ντολέ και τη γαλλική κυβέρνηση. Μετά απ΄ ένα πόλεμο πέντε μηνών η Mittal εξαγοράζει την Arcelor κι έτσι γεννιέται ένας νέος όμιλος χάλυβα, με παγκόσμια εμβέλεια που ελέγχεται από τους Ινδούς. «Η μάχη του χάλυβα σηματοδοτεί τη σαρωτική νίκη των αγορών και την ταπεινωτική ήττα των πολιτικών» γράφει η Le Monde. Λίγο αργότερα ο Ινδός Μιτάλ δέχεται μια απρόσμενη πρόσκληση από την Γκόλντμαν Σακς, που του προτείνει να συμμετέχει στο διοικητικό της συμβούλιο. Η Τράπεζα τον χρειάζεται για να διεισδύσει στις αναδυόμενες αγορές της Ασίας!
Με αυτές τις συγχωνεύσεις, που γίνονται συναινετικά συνήθως κι από τις δυο πλευρές των ενδιαφερομένων, ή τις εξαγορές που χαρακτηρίζονται από βίαιες διαδικασίες, επιβάλλεται η παγκοσμιοποίηση στην οικονομία!
Ένα άλλο παράδειγμα, που η Γκολντμαν Σακς λειτούργησε ως σύμβουλος κυβερνήσεων είναι, όταν εκλήθη από την ελληνική κυβέρνηση του Κ. Σημίτη το 2000 να βοηθήσει το ελληνικό κράτος να μπει στη ζώνη του ευρώ.
Η Ελλάδα -όπως και κάποιες άλλες χώρες- δεν πληρούσε τα κριτήρια του Μάαστριχτ για να μπει στην ευρωζώνη, δηλαδή να έχει χρέος κάτω από το 60% του ΑΕΠ και έλλειμμα προϋπολογισμού κάτω από το 3%. Ο γαλλογερμανικός άξονας της ΕΕ ήθελε, όσον το δυνατόν περισσότερες χώρες να μπουν στην ευρωζώνη για να τονώσουν το νέο νόμισμα αποτρέποντας τους κερδοσκόπους να του επιτεθούν. Η ελληνική κυβέρνηση απευθύνεται στην Γκόλντμαν Σακς για να τη συμβουλεύσει πώς να κρύψει το χρέος της. Έπρεπε να μη συμπεριληφθούν οι υπέρογκες στρατιωτικές δαπάνες στις δημόσιες δαπάνες του κράτους, ώστε το χρέος και το έλλειμμα να φαίνονται μικρότερα. Η Γκόλντμαν Σακς καταχάρηκε γιατί η Ελλάδα πληρούσε όλες τις προϋποθέσεις για να κερδοσκοπήσει σε βάρος της. Είχε αδύναμη τραπεζική υποδομή, ανθούσα παραοικονομία, στοιχειώδεις στατιστικές των δημοσιοοικονομικών της, το Χρηματιστήριο δεν διέθετε αποτρεπτικούς κανόνες και το κυριότερο, το χρέος της δεν ήταν απλό, προβλέψιμο, ώστε να μπει σε ένα αυστηρό χρονοδιάγραμμα για να ρευστοποιηθεί. Επιπλέον η Eurostat, που προσπαθούσε να εναρμονίσει τις στατιστικές των χωρών-μελών της ΕΕ, δεν ήταν οργανωμένη καλά.
Αναθέτει λοιπόν στην Αντιγόνη Λουδιάδη, μια Ελληνίδα ειδικό στα σύνθετα χρηματοοικονομικά προϊόντα, που εργάζεται στη θυγατρική τράπεζα του Λονδίνου, να φέρει σε πέρας τη δουλειά. Η Λουδιάδη, μια γυναίκα φιλόδοξη, για να πετύχει το σκοπό της, χρησιμοποιεί το μηχανισμό των swaps ή CDS, δηλαδή το ελληνικό κράτος υπογράφει συμβόλαια ασφάλισης του χρέους του, το οποίο αντήλλαξε με την Γκόλντμαν Σακς, για το οποίο δίνεται η εγγύηση στον πιστωτή -που έχει αγοράσει ελληνικά ομόλογα- ότι θα αποζημιωθεί ακόμα κι αν ο οφειλέτης αδυνατεί να αποπληρώσει το χρέος του. Το ελληνικό κράτος δεσμεύεται να πληρώσει ως το 2019 ένα ποσό που ξεπερνά εκείνο του υπάρχοντος ήδη ελληνικού δημόσιου χρέους! Η Άντι Λουδιάδη, αν και Ελληνίδα, δεν έχει ηθικούς φραγμούς για τους τοκογλυφικούς όρους των swaps, αφού όλοι θα είναι κερδισμένοι. Η ελληνική κυβέρνηση θα μπει στην ευρωζώνη, η ίδια θα εισπράξει το υπέρογκο μπόνους της και η Γκόλντμαν Σακς την υπέρογκη αμοιβή της ως τραπεζίτης σύμβουλος κι ως επενδυτής. Επιπλέον η Τράπεζα αργότερα δεν δίστασε να κερδοσκοπήσει και κατά του ευρώ, ποντάροντας στην υποτίμηση του, όταν τάχτηκε κατά της επέμβασης της ΕΕ για τη διάσωση της Ελλάδας, αφού η Γκόλντμαν Σακς θα έβγαινε χαμένη από την επέμβαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ)! Οι μηχανοραφίες της Τράπεζας αποκαλύπτονται το 2010, εν μέσω της ελληνικής κρίσης και του ευρώ, και ξεσηκώνουν κύμα διαμαρτυριών στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, πλήττοντας ηθικά μόνο την Γκόλντμαν Σακς.
Μία ακόμα από τις μεγάλες επιτυχίες της Γκόλντμαν Σακς που έγραψε ιστορία είναι ότι πρώτη επινόησε την έννοια των BRICs -αρχικά των χωρών Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα- που δηλώνουν τις αναδυόμενες αγορές στον 21ο αιώνα. Ο οικονομολόγος στην Τράπεζα του Λονδίνου Τζίμ Ο’ Νηλ, γιος ταχυδρομικού υπαλλήλου από το Λάνκαστερ της Αγγλίας ειδικεύεται στις αγορές συναλλάγματος κι εξελίσσεται σε αστέρι στα νομίσματα των εξωτικών χωρών. Μετά τα χτυπήματα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στους Δίδυμους Πύργους της Νέας Υόρκης δηλώνει «Κατάλαβα ότι η παγκοσμιοποίηση δεν θα ήταν αμερικανική. Προκειμένου να προχωρήσει, θα έπρεπε ν’ ανοίξουμε τις πόρτες μας στους άλλους αλλά χωρίς να τους επιβάλλουμε τον αγγλοσαξωνικό τρόπο σκέψης» κι έτσι συλλαμβάνει την έννοια των νέων αναδυόμενων αγορών. Παρά τις αντιθέσεις τους οι τέσσερις αυτές αναδυόμενες χώρες έχουν κοινά σημεία: τον μεγάλο πληθυσμό, την οικονομία με το τεράστιο δυναμικό και τη θέληση των ιθυνόντων να υιοθετήσουν την παγκοσμιοποίηση. Η δημοσίευση των προβλέψεων αυτών στις 30 Νοεμβρίου 2001 με τον τίτλο Goldman Saks. Global Economic... ξεσήκωσε τα ΜΜΕ, τους επενδυτές και προκάλεσε την αντίδραση της Ουάσινγκτον, όταν είπε ότι η Κίνα το 2027 θα ξεπεράσει τις ΗΠΑ. Έκτοτε τα BRICs έγιναν της μόδας κι ο λογότυπος τους εμφανίζεται παντού σαν να είναι παγκόσμια μάρκα ρούχων κι αυτοκινήτων. Ο Τζιμ Ο’ Νηλ, η Πυθία των αναδυόμενων αγορών, στη συνέχεια δημιουργεί μια νέα υποκατηγορία που την ονομάζει Ν-11 και περιλαμβάνει:Μπαγκλαντές, Αίγυπτος, Ινδονησία, Ιράν, Κορέα, Μεξικό, Νιγηρία, Πακιστάν, Φιλιππίνες, Τουρκία και Βιετνάμ ξεσηκώνοντας πάλι θύελλα διαμαρτυριών και αποδοκιμασιών.
Η Γκόλντμαν Σακς προβλέπει πράγματι σωστά ή φροντίζει οι προβλέψεις της να επαληθευτούν; Τα γεγονότα στη συνέχεια αποδεικνύουν μάλλον το δεύτερο, κατά την προσωπική μου γνώμη, ότι δηλαδή η Γκόλντμαν Σακς χαράσσει και πολιτικές για το μέλλον, όπου μπορεί!
Η Κίνα γίνεται το νέο Ελντοράντο για την Τράπεζα, παρόλα τα εμπόδια που θέτει το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας, που κρατά για τον εαυτό του τους στρατηγικούς τομείς της οικονομίας (ενέργεια, ορυχεία), τα ΜΜΕ και τις επικοινωνίες. Ο Χένρι Πόλσον, γενικός διευθυντής της Γκόλντμαν Σακς από το 1998-2005, βρίσκεται για μεγάλα χρονικά διαστήματα στην Κίνα, το δυναμικό της οποίας του έχει γίνει έμμονη ιδέα. Βοηθά τις κινέζικες εταιρείες να εκδώσουν μετοχές στη διεθνή αγορά και δη στις ΗΠΑ, να σηκώσουν κεφάλαια από τις ξένες χρηματαγορές, να προβούν σε ιδιωτικοποιήσεις αλλά και επενδύει η ίδια η Τράπεζα στην Κίνα και φροντίζει να ιδρυθεί το business school που θα καταρτίζει τα μελλοντικά στελέχη…της Γκόλντμαν εκεί.
Η Ρωσία είναι η μόνη χώρα, στην οποία η Γκόλντμαν Σακς δεν κατάφερε να διεισδύσει. Αν και άνοιξε γραφείο στη Μόσχα, την επαύριο της πτώσης της ΕΣΣΔ, αν και επιθυμεί πολύ, ακόμα και σήμερα, να εκμεταλλευτεί τον πακτωλό του ρωσικού πετρελαίου, αν και ενέταξε την Ρωσία στα BRICs –χωρίς ακριβώς να ανήκει το 2001- εντούτοις η Ρωσία για την Γκόλντμαν Σακς παραμένει μια χαμένη υπόθεση. Ίσως φταίει ότι έχασε τις ιστορικές ευκαιρίες, τότε που είχε ρίξει όλο το ενδιαφέρον της στην Κίνα, ίσως η πολιτική του Κρεμλίνου δεν συμβάδιζε με την πολιτική της Γκόλντμαν, ίσως οι Ρώσοι ολιγάρχες που υποστηρίζουν τον Πούτιν διαπνέονται από αντιαμερικάνικα αισθήματα, γεγονός πάντως είναι ότι η Γκόλντμαν ετράπη σε άτακτη φυγή από τη Ρωσία!
Στην Ινδία η Γκόλντμαν εκτός από τις παραδοσιακές της δραστηριότητες ως επενδυτική τράπεζα, συνεταιρίζεται με μεγάλες οικογενειακές επιχειρήσεις, που αποτελούν την κινητήριο δύναμη της οικονομίας της. Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης οι δεσμοί αίματος επηρεάζουν ακόμα τους κανόνες της οικονομικής συμπεριφοράς των Ινδών, χωρίς να λείπουν βέβαια οι έχθρες και οι προδοσίες.
Στη Βραζιλία ιδρύεται το 2002 παράρτημα της Γκόλντμαν Σακς με έδρα το Σάο Πάολο, κάτι που προς το παρόν καλύπτει τις φιλοδοξίες της.
Στην Αφρική το ενδιαφέρον της τραβούν η Νιγηρία για τα πολύ πλούσια κοιτάσματα πετρελαίου της, η Αγκόλα πλούσια σε πρώτες ύλες, η Νότια Αφρική και η Γκάνα,(πρώην Χρυσή Ακτή) για τα ορυχεία χρυσού τους. Το 2001 κατόρθωσε να συνενώσει τις πρώην βρετανικές εταιρείες χρυσού, που υπήρχαν εκεί από την εποχή της βρετανικής αποικιοκρατίας και να δημιουργήσει το νούμερο ένα του κλάδου χρυσού παγκόσμια και το 2009 ένα κερδοσκοπικό κεφάλαιο, που ανήκε στον Τζον Πόλσον –συνωνυμία με τον Χένρι Πόλσον- εξαγοράζει τη μισή εταιρεία, και μάλιστα με συμβουλή της Γκόλντμαν!
Η Γκόλντμαν Σακς δεν θα μπορούσε να απουσιάζει από τον κόσμο του πετρελαίου με τα τεράστια κέρδη που αποφέρει, στον οποίο εισήλθε το 1981, όταν αγόρασε τη μεσιτική εταιρεία πρώτων υλών J. Aron. Από τότε μέχρι σήμερα έχει κατορθώσει να βρίσκεται στο επίκεντρο της οικονομίας του πετρελαίου μέσα από τις εξής δραστηριότητες.
1.Μέσα από την έρευνα για τις ποσότητες αποθεμάτων πετρελαίου που υπάρχουν παγκόσμια. Διαθέτει τους δυο καλύτερους ειδικούς-αναλυτές στα πετρέλαια, ο λόγος των οποίων μπορεί να ανεβάσει ή να κατεβάσει την τιμή του πετρελαίου. Το παράδοξο είναι ότι συχνά οι εκτιμήσεις αυτών των δυο γύρω από το πετρέλαιο είναι αντιφατικές –σαν να το κάνουν επίτηδες- γεγονός που επιβεβαιώνει τον κερδοσκοπικό χαρακτήρα της οικονομικής πολιτικής της Γκόλντμαν Σακς γύρω από τον μαύρο χρυσό.
2.Παρέχει συμβουλές σε πολυεθνικές εταιρείες ενέργειας για την είσοδο τους στο Χρηματιστήριο, για ιδιωτικοποιήσεις, για εξαγορές κλπ
3.Λειτουργεί ως άμεσος επενδυτής μόνη της ή μαζί με άλλους.
4.Τα πράγματα περιπλέκονται όμως, όταν προβαίνει σε αγοραπωλησίες πετρελαίου, όπως κάνει και με μετοχών, ξένων νομισμάτων κι ομολόγων, διότι τα συμφέροντα των πελατών της μπορεί να συγκρούονται με τα δικά της, αλά ο πειρασμός είναι μεγάλος. Τα μεγέθη που παίζονται στο χρηματιστήριο ξεπερνούν κάθε φαντασία. Για παράδειγμα, σε κάποιες συνεδριάσεις του Χρηματιστηρίου πρώτων υλών της Νέας Υόρκης κατά το καλοκαίρι του 2008, ανταλλάχτηκαν στις αγορές πάνω από 150 εκ. βαρέλια δηλαδή το διπλάσιο της παγκόσμιας καθημερινής ζήτησης σε πετρέλαιο εκείνη την εποχή, που σημαίνει ότι ποντάρουν και στις ποσότητες πετρελαίου που υπολογίζουν ότι θα χρησιμοποιηθούν στο μέλλον δηλαδή σε εικονικές παραγωγές. Επιπλέον παίζουν χρησιμοποιώντας σύνθετα χρηματοοικονομικά προϊόντα, τα λεγόμενα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης, όπου συμφωνούν σήμερα να πουλήσουν σε συγκεκριμένη μέρα στο μέλλον, ορισμένες ποσότητες πετρελαίου με συγκεκριμένη τιμή, ελπίζοντας στο ενδιάμεσο διάστημα να κάνουν αγοραπωλησίες τέτοιες που να τους αποφέρουν κέρδη. Μάλιστα η Γκόλντμαν Σακς αγοράζει πετρέλαιο και το αποθηκεύει περιμένοντας καλύτερες τιμές για να το πουλήσει. Οι δε χρηματιστές, οι ειδικευμένοι στις αγοραπωλησίες πετρελαίου με προθεσμία είναι οι βασιλιάδες των μπόνους. Το να πουλάς και να αγοράζεις βαρέλια μπρεντ είναι ολόκληρη τέχνη. Τα στοιχήματα πάνω στην τιμή του πετρελαίου αυξάνει την αστάθεια των τιμών του, και το κλίμα αβεβαιότητας γι όλους απ’ τον απλό καταναλωτή ως το βιομήχανο και τον χρηματιστή πετρελαίου. Ο χρηματιστής πρέπει να παίζει στα δάχτυλα τα πιο σύνθετα χρηματοοικονομικά προϊόντα, να έχει γερά νεύρα και διαίσθηση να μυρίζεται το ευμετάβολο κλίμα της αγοράς
Το όνομα της Γκόλντμαν Σακς συνδέθηκε και με τη ρύπανση του Κόλπου του Μεξικού από την καταστροφή της εξέδρας άντλησης πετρελαίου της πολυεθνικής εταιρείας ΒΡ, πρώην British Petroleum. Επικεφαλής της ΒΡ βρίσκονται δυο υψηλά στελέχη της Γκόλντμαν Σακς. Ο Πίτερ Σάδερλαντ, είναι ο πρόεδρος της ΒΡ από το 1997 ως το 2009, γνωστός από παλιά όταν εστάλη στο Λονδίνο το 1986 να ιδρύσει τη θυγατρική της Γκόλντμαν Σακς και να διεισδύσει στην ευρωπαϊκή αγορά. Γενικός διευθυντής της από το 1995 ως το 2007 είναι ο λόρδος Μπράουν,, ο οποίος τη μεταμόρφωσε σε παγκόσμιο κολοσσό, ενώ παράλληλα συμμετέχει στο διοικητικό συμβούλιο της Γκόλντμαν Σακς. Ο λόρδος Μπράουν είχε μανία με τη μείωση του κόστους της ΒΡ. Μείωσε τα έξοδα ασφαλείας, θυσίασε τους μηχανικούς και τεχνικούς, που τους αντικατέστησε με υπερεργολάβους, περιέκοψε διάφορες δαπάνες και γενικά κερδοσκοπούσε πάνω στους υδρογονάθρακες, όπως και η Τράπεζα στο διοικητικό συμβούλιο της οποίας συμμετέχει. Ο συγγραφέας πιστεύει ότι η μείωση του κόστους ακόμα και στην εγκατάσταση της εξέδρας για την εξόρυξη του πετρελαίου, είναι βασικές αιτίες του ατυχήματος και της οικολογικής μόλυνσης που αυτό προκάλεσε.
Μια νέα αγορά εμφανίζεται τα τελευταία χρόνια της ανταλλαγής ποσοστών διοξειδίου του άνθρακα, που τέθηκε σε εφαρμογή στο πλαίσιο του Πρωτόκολλου του Κιότο με στόχο τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, ρύπου υπεύθυνου για το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Η λογική της αγοράς αυτής στηρίζεται στο εξής: σε κάθε εταιρεία αναλογεί ένα ποσοστό εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα. Αν μια εταιρεία εκπέμπει λιγότερα ποσοστά διοξειδίου του άνθρακα απ’ αυτά που της αναλογούν, τότε μπορεί να πουλήσει το ποσοστό που της απομένει σε άλλη εταιρεία που ξεπερνά το ποσοστό που της αναλογεί. Η αγορά αυτή προκαλεί έντονο ενδιαφέρον στους επενδυτές για τα τεράστια ποσά, τα οποία υπολογίζουν ότι θα συγκεντρωθούν, ίσως πάνω από 1000 δις δολάρια το χρόνο. Οι επικριτές της ανταλλαγής αυτής των ποσοστών διοξειδίου άνθρακα προτιμούν όμως να επιβληθεί ένας κρατικός φόρος σε αυτούς που υπερβαίνουν το ποσοστό ρύπανσης με τα εργοστάσια τους.
Στο κεφάλαιο «το Καζίνο» ο συγγραφέας αναλύει μια δύσκολη οικονομική έννοια τα hedge funds, που τώρα τελευταία λόγω της κρίσης ακούγονται πολύ. Τα hedge funds είναι ένας άλλος τρόπος να επενδύει κάποιος τα κεφάλαια του, έξω από την παραδοσιακή λογική των τραπεζών. Χρησιμοποιώντας σύνθετα χρηματοοικονομικά προϊόντα, που κατασκευάζονται πάνω σε ιδιοφυείς μαθηματικές εξισώσεις στοχεύουν σε μια απόδοση ακραία κερδοσκοπική, διότι τα hedge funds δεν συνδέονται με τη συνολική εξέλιξη των αγορών, παραβλέπουν γραφειοκρατικά εμπόδια κι ούτε είναι αναγκασμένα να παρουσιάζουν αποδόσεις λογαριασμών στους μετόχους ανά τρίμηνο. Αναζητούν μακροπρόθεσμους επενδυτές κι απαιτούν μια μίνιμουμ διάρκεια τοποθέτησης των κεφαλαίων.
Η Γκόλντμαν Σακς από τη μια δρα ως χρηματιστηριακός μεσίτης για τα hedge funds που είναι πελάτες της προσφέροντας την υποδομή και τις συμβουλές της, αν χρειαστεί και δανεικά ακόμα, κι απ’ την άλλη «έχοντας τα δικά της hedge funds ανταγωνίζεται αμείλικτα τους ίδιους τους πελάτες της, αναζητώντας περιζήτητους επενδυτές» αναφέρει ο συγγραφέας. Οι πελάτες της είναι θεσμικοί επενδυτές δηλαδή συνταξιοδοτικά ταμεία, ασφαλιστικές εταιρείες, φιλανθρωπικά ιδρύματα… αλλά και πλούσιοι ιδιώτες. Κατά τη γνώμη μου μάλλον χρειάζονται μεγάλα ποσά, όπως αυτά που διαθέτουν ή διέθεταν τα δημόσια ταμεία, τα οποία οι πολιτικοί, ιδίως στην Ελλάδα επένδυαν για το συμφέρον των εργαζομένων και μόνο! Η τεχνογνωσία της Γκόλντμαν πάνω στα hedge funds είναι υποδειγματική, γι αυτό πολλοί επενδυτές προτιμούν αυτήν ή πρώην στελέχη της που οσμίζονται τους κινδύνους της αγοράς ως συμβούλους. Κάποιοι κατηγόρησαν τα hedge funds ως υπαίτια για την οικονομική κρίση του 2008 αλλά ο συγγραφέας διαφωνεί λέγοντας ότι τα hedge funds κατέχουν μόνο το 2% των κεφαλαίων που επενδύονται στις αγορές.
Όσο παντοδύναμη όμως κι αν είναι η Γκόλντμαν Σακς, τα κερδοσκοπικά της παιχνίδια έχουν πλήξει το κύρος της με την περιφρόνηση στους στοιχειώδεις ηθικούς κανόνες της επιχειρηματικής ζωής, οδηγώντας σε έναν καπιταλισμό της οικονομικής «φούσκας», με μοναδικό κίνητρο τον προσωπικό πλουτισμό και την καταβαράθρωση του βιοτικού επιπέδου των λαών. Παρόλο που συντηρούν έναν ολόκληρο στρατό από απλούς εργαζόμενους και υπηρέτες γύρω από αυτούς, που με τις φιλανθρωπίες τους προσπαθούν να εξωραϊσουν την εικόνα του άπληστου που δίνουν, εντούτοις το μοντέλο του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού που προωθούν, έχει αποδειχτεί ότι είναι υπεύθυνο για την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008.
Το 2001 ξεσπά η «φούσκα του διαδικτύου», στην οποία η Γκόλντμαν Σακς διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο. Η Τράπεζα αυτή αψηφώντας τους κανονισμούς του Χρηματιστηρίου, εισάγει σ’ αυτό εικονικές εταιρείες των νέων τεχνολογιών, που υπήρχαν μόνο στα χαρτιά, που δεν είχαν προσωπικό και που τα κέρδη τους ήταν εικονικά για ένα τρίμηνο, αντί για πραγματικά κέρδη τριών χρόνων, που απαιτούσε μια αληθινή εταιρεία. Ο αριθμός των εικονικών εταιρειών, που γράφτηκαν το 1999 στο αποκορύφωμα της φούσκας, στον Nasdap, όπως αποκαλείται το χρηματιστήριο για εταιρείες νέας τεχνολογίας, ανέρχεται στις 47. Έξω από το χρηματιστήριο συνωστίζονται εταιρείες για να εισαχθούν σ’ αυτό, μια τρέλα για τις μετοχές εταιρειών νέας τεχνολογίας καταλαμβάνει τους επενδυτές, η φούσκα στις τιμές των μετοχών μεγαλώνει ραγδαία, μέχρι που μια μέρα η φούσκα έσκασε χάνοντας οι επενδυτές τα χρήματα τους και περιουσίες! Η Γκόλντμαν Σακς πρόλαβε να πουλήσει τις επικίνδυνες μετοχές της, διότι «είχε προβλέψει» σωστά, και τιμωρήθηκε με ένα μικρό πρόστιμο διότι είχε αυξήσει τεχνητά τις τιμές των μετοχών. Η ίδια αποποιούνταν τις ευθύνες της λέγοντας ότι οι επενδυτές πρέπει να προσέχουν, γιατί οι φούσκες πάντοτε σκάνε, ενώ αποσιωπούσε ότι η ίδια επιδιώκει τις φούσκες, διότι είναι το μέσον για να κερδοσκοπήσει. Μόνο όταν οι τιμές των μετοχών υπόκεινται σε συνθήκες που ευνοούν τις αυξομειώσεις τους, τότε οι επενδυτές έχουν ευκαιρίες για τρελά κέρδη, αντίθετα όταν οι τιμές είναι σταθερές τα κέρδη είναι περιορισμένα! Οι οικονομικές φούσκες λοιπόν, είναι γνώρισμα του χρηματοοικονομικού καπιταλισμού, που παίζει πάνω σε μια άυλη οικονομία!
Το 2007 εμφανίζεται στις ΗΠΑ η κρίση των ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων (subprimes), προάγγελος της «φούσκας των ακινήτων», που οδήγησε στην παγκόσμια οικονομικής κρίση του 2008.
Ένας Γάλλος, ο Φαμπρίς Τουρ, μόλις 22 ετών, διάνοια στα χρηματοοικονομικά, προσλαμβάνεται από τη Γκόλντμαν Σακς και μέσα σε έξι χρόνια δουλεύοντας με παρανοϊκούς ρυθμούς, όπως αποκαλύπτει ο ίδιος στη φίλη του, δημιουργεί μαζί με τον Τζόναθαν Έγκολ ένα σύνθετο χρηματοοικονομικό προϊόν, το ονομαζόμενο «Άβακας». Αυτό το προϊόν δίνει τη δυνατότητα στην Γκόλντμαν Σακς να μπορεί να πουλάει δάνεια στεγαστικά ενυπόθηκα σε πελάτες με χαμηλά εισοδήματα, χωρίς να εξετάζεται η δυνατότητα αποπληρωμής τους! Πρόκειται για δάνεια υψηλού κινδύνου, τοξικά αλλιώς, αφού δεν διασφαλίζεται η αποπληρωμή τους. Δημιουργήθηκε μια ευφορία στον κόσμο, όλοι έτρεξαν να πάρουν τα δάνεια αυτά, αγοράζοντας κατοικίες και οι κατασκευαστικές εταιρείες έκτιζαν με υπερβολικούς ρυθμούς. Το Δεκέμβριο του 2006 η Γκόλντμαν Σακς βλέπει ότι το τμήμα των ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων παρουσιάζει απώλειες και με άκρα μυστικότητα αρχίζει να ξεφορτώνεται τα τοξικά subprimes πουλώντας τα σε άλλους τραπεζικούς κολοσσούς, όπως τις αμερικάνικες Lehman Brothers, Merrill Lynch, Bears Steams, Citigroup, την ολλανδική ABN Amro, τη γερμανική IKB, τις βρετανικές Loyds Banking Group, Royal Bank of Scotland. Οι εταιρείες αυτές μετά λίγους μήνες αρχίζουν να εμφανίζουν προβλήματα λόγω των τοξικών ενυπόθηκων δανείων, που τους είχε πουλήσει η Γκόλντμαν Σακς, με αποτέλεσμα να βρεθούν χρεωμένες ως το λαιμό και να αναγκαστούν πολλές απ’ αυτές να πουληθούν φτηνά σε άλλες τράπεζες ή να εθνικοποιηθούν.
Τον Αύγουστο του 2007 ξεσπάει η πρώτη κρίση των ενυπόθηκων δανείων στις ΗΠΑ Ένα χρόνο μετά στις 15 Σεπτεμβρίου του 2008, ημέρα που χαρακτηρίστηκε ως η Μαύρη Δευτέρα -μετά από τις άκαρπες διαβουλεύσεις μεταξύ του υπουργού οικονομικών των ΗΠΑ του Χένρι Πόλσον, του προέδρου της Γκόλντμαν Σακς του Μπλανκφέϊν και άλλων σημαντικών παραγόντων- αφήνεται η Lehman Brothers, η 4η επενδυτική τράπεζα της Γουόλ Στριτ, ανταγωνίστρια της Γκόλντμαν Σακς, να χρεοκοπήσει! Ο συγγραφέας εκτιμά ότι η Lehman Brothers θυσιάστηκε για να αποφευχθεί η πτώχευση άλλης μεγαλύτερης επενδυτικής τράπεζας που θα συνοδευόταν από πολύ σοβαρότερες συνέπειες, χωρίς να την κατονομάζει βέβαια, αλλά ο νοών νοείτω.
Κανείς δεν περίμενε τέτοια καταστροφή. Δημιουργείται ο μεγαλύτερος πανικός στην παγκόσμια οικονομία από την εποχή της οικονομικής κρίσης του 1929. Η κρίση γενικεύεται φέρνοντας στο χείλος της χρεοκοπίας το παγκόσμιο πιστωτικό σύστημα, τις κολώνες πάνω στις οποίες στηρίζεται ο καπιταλισμός, αφού λίγο ή πολύ όλες σχεδόν οι τράπεζες του κόσμου είχαν αγοράσει από τα τοξικά subprimes. Ο υπουργός οικονομικών των ΗΠΑ Χένρι Πόλσον, πρώην πρόεδρος της Γκόλντμαν Σακς, δίνει 700δις δολ δημοσίου χρήματος αγοράζοντας τοξικά χρεόγραφα για να σωθούν κάποιες τράπεζες κι ασφαλιστικές εταιρείες θέτοντας ως όρο τον περιορισμό των μπόνους που έπαιρναν τα golden boys. «Το χρέος από τον ιδιωτικό τομέα μεταφέρθηκε στα κράτη, τα οποία από δω και πέρα βρίσκονται αντιμέτωπα με τη μεγάλη τρύπα των δημοσιονομικών τους, η οποία δημιουργήθηκε για να σωθεί το πιστωτικό σύστημα», αναφέρει ο συγγραφέας. Η Γκόλντμαν Σακς αναγκάζεται να αλλάξει το νομικό καθεστώς της παύοντας να είναι καθαρά επενδυτική τράπεζα, για να μπορεί να ενισχύεται με χρήματα των αμερικανών φορολογουμένων, αν χρειαστεί, και σε αντάλλαγμα είναι αναγκασμένη να δέχεται τον έλεγχο του κράτους. Αναγκάζεται λοιπόν –δεν ήθελε λέει- να επιχορηγηθεί από το κράτος με 10 δις δολ και να αναζητήσει ιδιώτες επενδυτές, μεταξύ των οποίων βρίσκεται κι ο δεύτερος πλουσιότερος αμερικανός ο Μπάφετ, ο οποίος την ενισχύει με 5 δις δολάρια. Η υποστήριξη αυτή την ενίσχυσε και ηθικά, «ξεπλένοντας» κατά κάποιο τρόπο τις αμαρτίες της! Ο χρόνος επείγει, στις επικείμενες εκλογές του Νοεμβρίου πιθανότατα θα αλλάξει η πολιτική εξουσία, όπως κι έγινε.
Ο νέος πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα λαμβάνει κάποια μέτρα για το ξεπέρασμα της κρίσης. Το Μάρτιο του 2009, κάτω από την πίεση της κοινής γνώμης που εξεγείρεται για τα υπέρογκα μπόνους που συνεχίζουν να δίνονται κι έχοντας κατά νου την επανεκλογή του, καταθέτει νόμο που φορολογεί κατά 90% τα μπόνους και προτρέπει την Αμερικανική Επιτροπή Ελέγχου Κεφαλαιαγοράς να καταθέσει αγωγή για απάτη κατά των ιθυνόντων της Γκόλντμαν Σακς, σχετικά με την εμπορία των παραγώγων χρηματοοικονομικών προϊόντων «Άβακας», γνωστά ως επισφαλή ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια. Μετά την απολογία του Φαμπρίς Τουρ, προσέρχεται με αγέρωχο ύφος ο πρόεδρος και γενικός διευθυντής της Γκόλντμαν Σακς, ο Λόιντ Μπλανκφρέιν, αυτό το αγόρι από το Μπρούκλιν, με τη μικροαστική καταγωγή και ρίζες από Ρωσοεβραίους μετανάστες, αυτός με τους σταθερούς στόχους και την ισχυρή θέληση που έφτασε στα ύπατα αξιώματα της Γκόλντμαν, της Γουόλ Στριτ, αυτός που ανήκει στην ολιγαρχία του παγκόσμιου καπιταλισμού, ο «Θεός» κατά τα λεγόμενα του, τώρα είναι αναγκασμένος να απολογηθεί ενώπιον της Επιτροπής! Δικαιολογεί τα υψηλότατα μπόνους ως το μέσον για να προσελκύει η Τράπεζα του τους καλύτερους ειδικούς του κόσμου και καταλήγει λέγοντας «έπαιζα το ρόλο του Θεού», φράση που σοκάρει τους πάντες και ο συγγραφέας δεν μπορεί να μη σχολιάσει ειρωνευόμενος «ή του Μαμωνά βέβαια».
Το Μάιο του 2010, ο Μπαράκ Ομπάμα εξασφαλίζει την ψήφιση ενός νόμου για τη μεταρρύθμιση του χρηματοπιστωτικού κλάδου των ΗΠΑ, που θα επιβάλει ρυθμιστικές αρχές και μηχανισμούς κατά της κερδοσκοπίας. Εμπνευστής του σχεδίου είναι ο Πολ Βόλτερ, που πιστεύει ότι η ύπαρξη γιγάντιων επενδυτικών τραπεζών, “too big to fail” είναι ο αδύναμος κρίκος της αλυσίδας του καπιταλιστικού συστήματος. Απολαμβάνουν μια αδικαιολόγητη «ασυλία» από το κράτος, το οποίο πιστεύουν ότι θα τους βοηθήσει, ότι κι αν συμβεί. Ο οικονομολόγος Ρουμπινί φωνάζει ότι «πρέπει να τελειώνουμε με την παντοδυναμία αυτού του μαμούθ» κι ο Μπλανκφρέιν της Γκόλντμαν του απαντά, όχι και τόσο πειστικά, ότι «οι ίδιοι κίνδυνοι θα υπάρχουν κι από έναν γαλαξία μικρών τραπεζών» Αν καταφέρει να καμφθεί η Γκόλντμαν Σακς, ο υπόλοιπος χρηματοοικονομικός κλάδος θα ακολουθήσει, πιστεύουν οι άλλοι. «Ελεύθερη αγορά ποτέ δεν σήμαινε να παίρνετε όσα θέλετε να πάρετε, νουθετεί ο Ομπάμα τους τραπεζίτες μέσα στο άντρο τους, στη Γουόλ Στριτ». Τελικά η γνωστή φράση που ειπώθηκε για να περιγράψει τον Ψυχρό πόλεμο «η ειρήνη είναι αδύνατη κι ο πόλεμος απίθανος» φαίνεται ότι ταιριάζει απόλυτα και σ’ αυτή την περίπτωση μεταξύ πολιτικής κι οικονομικής εξουσίας των ΗΠΑ σήμερα!
Τελικά, πώς έχει διαμορφωθεί σήμερα, μετά την μεγάλη κρίση του 2008, το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα;
Σύμφωνα με τον συγγραφέα στην κορυφή βρίσκονται πέντε τράπεζες, πολυκαταστήματα του χρήματος που προσφέρουν λίγο ή πολύ όλη την γκάμα των υπηρεσιών 24 ώρες το 24ωρο και στις 5 ηπείρους.
Αυτές είναι: Τρεις στις ΗΠΑ, η Goldman Saks, η J.P.Morgan και η Barclays και δυο στην Ευρώπη η Credit Suisse και η Deutsche Bank.
Στη δεύτερη κατηγορία ανήκει μια ομάδα από γαλλικές, ισπανικές, καναδέζικες, αυστραλιανές, σκανδιναβικές τράπεζες και κάποιες από τις αναδυόμενες χώρες.
Η τρίτη κατηγορία περιλαμβάνει όλες τις υπόλοιπες εμπορικές τράπεζες του κόσμου, που βγήκαν βαριά τραυματισμένες από την οικονομική κρίση του 2008.
Απ’ τις αμερικάνικες τράπεζες, που άρχισαν να ιδρύονται κατά τον 19ο αιώνα στις ΗΠΑ, οι πιο πολλές ήταν προτεσταντικές με πιο ισχυρή τη Morgan που ονομάστηκε έτσι από τον ομώνυμο ιδρυτή της με παραρτήματα στο Λονδίνο και στο Παρίσι. Μια άλλη κατηγορία μικρότερων τραπεζών ιδρύθηκαν από Εβραίους και η Merrill Lyhch υπήρξε η μοναδική καθολική-«παπική» τράπεζα. Βέβαια με το πέρασμα του χρόνου οι ανταγωνισμοί με βάση τις εθνικότητες υποχώρησαν μπροστά στις δουλειές, η Morgan απλώθηκε με νέα τμήματα, που αυτονομήθηκαν στη συνέχεια και σήμερα η κατάσταση έχει διαμορφωθεί ως εξής για τις 3 κυρίαρχες τράπεζες των ΗΠΑ.
Η Γκόλντμαν Σακς από την κρίση του 2008 βγήκε οικονομικά κερδισμένη, αφού εξαφανίστηκαν ανταγωνίστριες εταιρείες της αλλά ηθικά έχει πληγεί. «Αν και πληγωμένη παραμένει λιοντάρι» αναφέρει ο συγγραφέας.
Η J.P.Morgan είναι μια τράπεζα με πολύ διαφορετική φιλοσοφία από τη Γκόλντμαν, η οποία από την κρίση βγήκε κερδισμένη. Επικεφαλής της βρίσκεται ο Τζέϊμι Ντάϊμον, με καταγωγή από τη Σμύρνη, γιος κι εγγονός τραπεζίτη, είναι άνθρωπος των ομάδων κι όχι των δικτύων, είναι περισσότερο τραπεζίτης κι όχι χρηματιστής, υποστηρικτής του Δημοκρατικού κόμματος, συμπρόεδρος στο περίφημο Φόρουμ του Νταβός. Είχε τη σύνεση να διαθέτει η τράπεζα του ρευστό και την πολιτική διαίσθηση να εξαγοράσει τις τράπεζες Bears Steams και Washington Mutual με την κρίση του 2007. «Ο Ντάϊμον άγνωστος στο αμερικάνικο κοινό έδινε την εντύπωση πως ποτέ δεν θα έπαιζε πρώτο βιολί» αλλά με την κρίση του 2008 και με το ρευστό που διέθετε η J.P.Morgan «εκτινάχτηκε στο στερέωμα των αστέρων».
H Barclays, ήταν μία εμπορική βρετανική τράπεζα με παράδοση 200 χρόνων, που η εξαγορά της χρεοκοπημένης επενδυτικής τράπεζας Lehman Brothers, κατά την κρίση του 2008, την απογείωσε! Το ακίνητο στην καρδιά του Μανχάταν, η εμπειρία της Lehman Brothers ως επενδυτικής τράπεζας, που προστέθηκε στην επενδυτική Barclays που μέχρι τότε φυτοζωούσε, κι ο επικεφαλής της Μπόμπ Ντάιαμοντ με το δυναμισμό του αναδιαρθρώνει τα κεφάλαια της με επενδυτικά κεφάλαια της Μέσης Ανατολής, απ’ το Άμπου Ντάμπι και απ’ το Κατάρ απογειώνουν την τράπεζα στις 3 μεγαλύτερες των ΗΠΑ, αν και οι άλλοι δυο Αμερικανοί τραπεζίτες ο Μπλανκφρέιν κι ο Ντάϊμον δεν βλέπουν με καλό μάτι έναν Βρετανό στην καρδιά του Μανχάταν. «Τρεις άντρες ανταγωνίζονται για τον (παγκόσμιο τραπεζικό) θρόνο» καταλήγει ο συγγραφέας.
Κατά την προσωπική μου γνώμη η Γκόλντμαν Σακς είναι το εργαλείο που χρειαζόταν η παγκοσμιοποίηση για να προχωρήσει. Αν η σχολή του Σικάγου προσέφερε την ιδεολογία και την εκπαίδευση των οικονομολόγων στο νεοφιλελευθερισμό, η Γκόλντμαν ως επενδυτική τράπεζα έπαιξε το ρόλο της εκτελεστικής εξουσίας εφαρμόζοντας στην πράξη το μονεταρισμό (money=χρήμα) και τελικά ενοποίησε στην πράξη τα σκόρπια βιολιά σε μια ορχήστρα. επιβάλλοντας έτσι την παγκοσμιοποίηση της οικονομίας. Από ένα σημείο και πέρα ξέφυγε όμως, όταν ο νεοφιλελευθερισμός με τη μαθηματικοποίηση της οικονομίας υποβάθμισε το βιομηχανικό-παραγωγικό κεφάλαιο κι ενίσχυσε το χρηματιστηριακό δημιουργώντας αυτό το τέρας της άυλης οικονομίας, που καταπλακώνει την πραγματική οικονομία και τους λαούς!
Σούλη Αγγελική
Ζάκυνθος, 30-7-2011
μαλιστα
ΑπάντησηΔιαγραφή